You are currently viewing Δανάη Χασακή- Τσουλιά: Κατερίνα Κουλουκάτση, Κώστας Λούστας  ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ Παράλληλες αναγνώσεις      Έκδοση της Δημόσιας Κεντρικής  Βιβλιοθήκης Φλώρινας  Βασιλική Πιτόσκα (2023)

Δανάη Χασακή- Τσουλιά: Κατερίνα Κουλουκάτση, Κώστας Λούστας ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ Παράλληλες αναγνώσεις    Έκδοση της Δημόσιας Κεντρικής  Βιβλιοθήκης Φλώρινας  Βασιλική Πιτόσκα (2023)

 Ποίηση και Ζωγραφική. Βαδίζουν σε παράλληλους, ασύμπτωτους δρόμους ή είναι αδερφές Τέχνες που συγκλίνουν και αλληλοσυμπληρώνονται, βοηθώντας την καλλιτεχνική έκφραση; Και οι θεατές ή οι αναγνώστες; Πώς μπορούμε να «διαβάσουμε» ένα ποιητικό ή ένα εικαστικό έργο, χωρίς να μένουμε στην πρώτη ματιά;

Απάντηση στα ερωτήματα αυτά δοκιμάζει να δώσει η Κατερίνα Κουλουκάτση με τη μελέτη τής ζωγραφικής και της ποίησης του οικουμενικού Κώστα Λούστα, του δικού μας Κωστάκη Λούστα, και  πετυχαίνει να αναδείξει τη «συνομιλία» των δύο τεχνών στο έργο του. Και είναι, τουλάχιστον για τα μάτια του απλού, του κοινού αναγνώστη, πρωτότυπη η μελέτη αυτή, καθώς αξιοποιεί τη θεωρία και τα όπλα που προσφέρει  ο  επιστημονικός κλάδος της Σημειωτικής.

 Το βιβλίο βασίζεται σε ένα μέρος της διπλωματικής εργασίας που εκπονήθηκε από την συγγραφέα στο Μ.Π.Σ. Δημιουργική Γραφή του Παιδαγωγικού Τμήματος Νηπιαγωγών του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας. Η Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Φλώρινας «Βασιλική Πιτόσκα» καλωσορίζει στις εκδόσεις της το πόνημα  της  κυρίας Κουλουκάτση με το εισαγωγικό σημείωμα της προέδρου του Ε.Σ. της, ενώ το προλογικό, κατατοπιστικό σημείωμα υπογράφει η Ζωή Γοδόση, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας της Νεότερης Ελληνικής Τέχνης στο ΤΕΕΤ του Π.Δ.Μ. .

«Η ποίηση είναι ζωγραφική που μιλά και η ζωγραφική ποίηση που σιωπά» Η ρήση του λυρικού ποιητή Σιμωνίδη του Κείου ( 556-468π.χ.), όπως τη διέσωσε ο Πλούταρχος στα Ηθικά, έδωσε στην Κατερίνα το κέντρισμα να ερευνήσει πώς αντιμετωπίζουν τη σχέση των δυο τεχνών θεωρητικοί και καλλιτέχνες από την αρχαιότητα ως σήμερα.

Στο πρώτο μέρος του βιβλίου που έχουμε στα χέρια μας  με τη μέγιστη δυνατή σαφήνεια η συγγραφέας αναπτύσσει, χωρίς να κουράζει, τη μεθοδολογία «ανάγνωσης» και ανάλυσης ποιητικών και εικαστικών δημιουργημάτων, μεθοδολογία βασισμένη στην επιστήμη της Γλωσσολογίας και ειδικότερα στο ρεύμα της Σημειωτικής. Αφού  ένας πίνακας ζωγραφικής  και  ένα ποιητικό έργο είναι συστήματα επικοινωνίας πολυσύνθετα, έρχεται η θεωρία των σημείων να προσφέρει τα μέσα για την ανάγνωση και την αποκωδικοποίηση  του μηνύματος, τη σύλληψη όχι μόνο του τι δηλώνεται αλλά και τι συν-δηλώνεται. Κάθε εικόνα, όπως και κάθε γλωσσικό σημείο, είναι «μια κυμαινόμενη αλυσίδα σημαινομένων» τονίζει ο Ρολάν Μπαρτ  «και ο αναγνώστης ή ο θεατής επιλέγει ορισμένα και αγνοεί άλλα, από τα οποία  μπορεί να επιλέξει ορισμένα και να αγνοήσει τα υπόλοιπα» (σελ.44)

Το λογοτεχνικό και το ζωγραφικό έργο του σπουδαίου καλλιτέχνη Κώστα Λούστα, του «εκ Νεβέσκης Λυγκηστίδος Κωστάκη Λούστα», ερευνά και αναλύει η κυρία Κουλουκάτση, δίνοντας «σάρκα και οστά» στη θεωρία. Κάθε λέξη στο ποίημα και  κάθε σημείο στον πίνακα ζωγραφικής δεν είναι μόνο σημαίνοντα, αλλά και σημαινόμενα, αποκτούν και εξαρτούν το νόημά τους στη σχέση τους με τα άλλα σημεία και όλα μαζί στη σχέση τους με το κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον που ζει ο δημιουργός. Διαβάζει  η συγγραφέας ποιήματα, «διαβάζει» ζωγραφικά έργα του, όλα με θέμα την αγαπημένη του ζωγράφου Φλώρινα. Με την  αρχή της δυαδικής αντίθεσης ανατέμνει τέσσερις πίνακες και τα ποιήματα «Αμέτρητα…» και «Ολόκληρη η ζωή σου». Αποκωδικοποιεί και αποκαλύπτει στον αναγνώστη τους κυρίαρχους θεματικούς άξονες, την πρακτική ή κοσμολογική ισοτοπία,  και τη μυθική ή νοολογική: η πόλη και η φύση – ο χρόνος που φεύγει, τα έργα των ανθρώπων, ο θάνατος. «Το πάθος του καλλιτέχνη φωτίζει τη βιωμένη πραγματικότητα, για να πάρει τη σκυτάλη η μνήμη, που ανασύρει εικόνες και συναισθήματα. Με το χρωστήρα του,  στη συνέχεια, μας δωρίζει την, κρυμμένη από το ανθρώπινο μάτι, υπόσταση του όντος»(σελ. 73) επισημαίνει η συγγραφέας. Μια αυτοπροσωπογραφία, αυτή που κοσμεί και το εξώφυλλο, και μια νεκρή φύση συμπληρώνουν τον κύκλο της μελέτης.

            Η Φλώρινα, λέξη πολύσημη, «ως πραγματικός και ως μνημονικός τόπος» (σελ. 57),  πρωταγωνιστεί και στις δυο ισοτοπίες, τις τέμνει και τις διατρέχει. « Ο Λούστας είναι η ίδια η Φλώρινα, στην πιο ολάνθιστη και συνάμα πιο χιονισμένη ώρα» τονίζει ο Μίμης Σουλιώτης[1], και ο  ίδιος ο Λούστας γράφει: «τα ελληνικά που μιλάω είναι φλωρινιώτικα. Η ζωγραφική μου ματιά φλωρινιώτικη»[2].

Η συγγραφέας,  τελικά,  καταδεικνύει πως «Ζωγραφική και Ποίηση συνομιλούν, κάποιες φορές συγκλίνουν, κάποιες αποκλίνουν, κάποτε υπερέχει η μια της άλλης, πάντοτε όμως η πορεία τους είναι παράλληλη και η σύμπλευσή τους γοητευτική» (σελ.95). Η ζωγραφική του Λούστα μετατρέπεται σε λόγο κι αυτός ο λόγος, ο λογοτεχνικός, μετουσιώνεται πάλι σε ζωγραφική, επαληθεύοντας έμπρακτα τον αφορισμό του Σιμωνίδη του Κείου.

Απλή αλλά ευλύγιστη, εκφραστική η γλώσσα της Κατερίνας, δροσισμένη με σταγόνες ποιητικές. Και ο  αναγνώστης, έστω κι αν δεν ξεπέρασε τον σκόπελο του- απαραίτητου- ειδικού λεξιλογίου της Σημειωτικής,  κατανοεί και συγκινείται,   καθώς αποκρυπτογραφεί στην ποίηση και στη ζωγραφική του Κωστάκη Λούστα την τρυφερή προσωπικότητά του, την κοσμοθεωρία του, τους καημούς και τις χαρές που γεύτηκε στην πόλη των παιδικών του χρόνων. «Οι πηγές από όπου αντλεί την έμπνευσή του είναι οι δικές του πληγές , γι᾽ αυτό και η μελαγχολική Φλώρινα, το ποτάμι και η θάλασσα που επιτρέπουν στο νερό να κυλάει παρασέρνοντας μνήμες και βιώματα, ο θάνατος -φυσικός αλλά κυρίως  μεταφορικός- είναι θεματικά μοτίβα κοινά στη ζωγραφική και στην ποίηση του Κώστα Λούστα»(σελ. 96).

Πλούσια η βιβλιογραφία και πλήθος οι πηγές, μια και είναι τεράστιο το ζωγραφικό και το ποιητικό έργο του Λούστα. Αναλογιζόμαστε πόσο χρόνο και μόχθο απαίτησε αυτή η μελέτη.  Γνωρίζουμε όμως και την αγάπη της ερευνήτριας για τη λογοτεχνία, για την ποίηση, για τη δημιουργική γραφή και την εφαρμογή της στη σχολική τάξη. Τη συνέχεια αυτής της εργασίας περιμένουμε να διαβάσουμε, στην οποία δημιουργεί  η ίδια δεκαπέντε ποιήματα,  επιλέγοντας έναν τυχαίο αριθμό από τα υπό μελέτη 74 ποιήματα του Κωστάκη  Λούστα, από αυτά έναν στίχο και μια λέξη. «Ένα ποίημα ή ένας πίνακας ζωγραφικής ίσως δεν τελειώνουν ποτέ…» (σελ.96). Παίρνουν νέα πνοή τα ποιήματα με τη γραφίδα της.  Δείγμα αυτού του «διαλόγου»  είναι το παρακάτω κείμενο:

 

 

 

Έτσι[3]

 

-Έτσι, που λες, Κωστάκη, η Μνήμη αφέντρα είμαι, μην τα βάζεις μαζί μου.

-Έτσι, ήρεμα κι ανεπάντεχα τρυπάς το μυαλό μου, τσουρουφλίζεις την ψυχούλα μου.

Ντο-ρε-μι μη, Μοίρα, μη. Μνήμη μη, μη. Μη μιλάς, την παλιά ομορφιά της πόλης μη μου θυμίζεις. Μη μιλάς. Μίλα. Μη. Μείνε. Μη. Μη μένεις.

Γίνε σκοτεινή, Μνήμη, το φως σου δεν το θέλω. Οι λεύκες καθρεφτίζονται στα νερά της καρδιάς. Μισεμός. Φύγε, μου φώναζαν, μη μένεις.

Μη με μαλώνεις, Μνήμη. Να μείνω δεν μπορώ. Ίδιο τίποτα δεν έμεινε.

Έτσι, να θυμάμαι ξέχασα. .

-Πονάει η ψυχή, ψυχή μου;

-Ψιχαλίζει… Δεν σ΄ ακούω…

 

Δανάη Τσουλιά Χασακή

 

 

 

[1] Μίμης Σουλιώτης, Για τον Ποιητή Κ.Λούστα, περιοδικό Εταιρία, 30, σελ.43
[2] Κώστας Λούστας  (1984). «Φλώρινα μια ζωή». Εφημ. Κοινή γνώμη1.3.1984,3. Στο: Ζωή Γοδόση(2018). Οι εικαστικές τέχνες στη Φλώρινα την εποχή της Μεταπολίτευσης. Φλώρινα: Δημόσια Κεντρική βιβλιοθήκη Φλώρινας «Βασιλική Πιτόσκα»
[3] Ποίημα 69, στίχος 1, λέξη 3η ( σελ. 14)

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.