You are currently viewing Δημήτρης Μπαλτάς: Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος, Ο θάνατος πλένει το πρόσωπό του στα νερά που κυλάνε απ’ το σώμα σου, εκδόσεις Πόλις, 2023

Δημήτρης Μπαλτάς: Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος, Ο θάνατος πλένει το πρόσωπό του στα νερά που κυλάνε απ’ το σώμα σου, εκδόσεις Πόλις, 2023

Ο Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος με τον μακροσκελή, ρομαντικό και εικονοπλαστικό τίτλο Ο θάνατος πλένει το πρόσωπό του στα νερά που κυλάνε απ’ το σώμα σου (εκδόσεις Πόλις, 2023) μάς συστήνει τη νέα του ποιητική συλλογή, η οποία βρίθει διακειμενικών αναφορών. Με αυτές τις εξωκειμενικές και ενδοκειμενικές αναφορές ο ποιητής αποκαθιστά τη διαλεκτική συγγένειά του με τις πηγές, με Έλληνες και ξένους συγγραφείς, κλασικούς και σύγχρονους, σκιαγραφώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το πορτρέτο των επιρροών που έχει δεχτεί και αφομοιώσει δημιουργικά στην προσωπική του τέχνη και δηλώνοντας τα αναγνώσματα εκείνα που εν πολλοίς τον έχουν διαμορφώσει πρώτα ως άνθρωπο και, έπειτα, ως συγγραφέα. Ο Γιαννακόπουλος, ακόμα κι αν δεν λάβουμε υπόψη μας την επαγγελματική του ιδιότητα ως φιλολόγου, αντιπροσωπεύει τον συστηματικό αναγνώστη της λογοτεχνίας και των ακάματο σκαπανέα των κειμένων με πολλαπλές λογοτεχνικές και, ευρύτερα, καλλιτεχνικές προσλαμβάνουσες. Στην παρούσα ποιητική συλλογή ο Γιαννακόπουλος συνομιλεί με συγγραφείς όπως ο Όμηρος,  ο Νίκος Εγγονόπουλος, ο Ανδρέας Εμπειρίκος, ο Γιώργος Σεφέρης, ο Πάνος Θεοδωρίδης, ο Παντελής Πρεβελάκης, ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Τάκης Σινόπουλος, η Μαντώ Αραβαντινού, ο Γιάννης Κοντός, ο Τζωρτζ Στάινερ, η Ναταλί Σαρώτ, ο Τζον Τσίβερ, ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, η Βισουάβα Σιμπόρσκα, η Τζόαν Ντίντιον, ο Μάρκ Τουέιν, η Τζόις Μανσούρ, ο Λέων Τολστόι, ο Ρολάν Μπαρτ, ο Ιμμάνουελ Καντ, ο Γκότφριντ Βίλχελμ Λάιμπνιτς, Λόρενς Φερλινγκέτι και άλλοι καλλιτέχνες από τον χώρο της μουσικής (λ.χ. ο Πάολο Κόντε) και των εικαστικών τεχνών (λ.χ. ο Τισιανός), δημιουργώντας ένα μωσαϊκό, όπου η αρχαία ελληνική γραμματεία και η σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία συνδιαλέγονται με την παγκόσμια λογοτεχνία και φιλοσοφία.

Η ποιητική συλλογή χωρίζεται σε τρία διακριτά μέρη που φέρουν τους τίτλους «Δυτικά των λέξεων», «Ποιητής στη Νέα Υόρκη» και «Το ποίημα λέει σε θέλω». Και οι τρεις ενότητες της συλλογής διαπνέονται από έντονο ερωτισμό με την ποιητική εξύμνηση και λογοτεχνική εκμετάλλευση του γυναικείου σώματος, πρακτική εμποτισμένη με ρομαντικούς και λυρικούς τόνους, ενώ ο λόγος είναι άλλοτε περισσότερο αφοριστικός και διαπιστωτικός και άλλοτε μελαγχολικός, τρυφερός και εικονοπλαστικός, ενώ η φύση σε όλες τις εκφάνσεις της (οι εποχές του χρόνου, η θάλασσα, τα κύματα, ο ήλιος και το φεγγάρι, η βροχή και το χώμα, τα δέντρα και τα λουλούδια, τα φρούτα και οι καρποί, τα πουλιά και τα έντομα, κ.ά.) συγκροτούν το φόντο πάνω στο οποίο ο ποιητής τεχνουργεί στίχους αισθητικά μεστούς, λιτούς και αλληγορικούς. Η πρώτη ενότητα απαρτίζεται από σύντομα, ολιγόστιχα ποιήματα και εκκινεί με τη Μούσα, η οποία στην ποίηση του Γιαννακόπουλου συνάδει με το ερωτικό και έντονα αισθησιακό γυναικείο πρόσωπο. Η άνοιξη συμβολίζει την απελευθέρωση από τα δεσμά της καθημερινής συμβατικότητας και τη διάνοιξη ενός δρόμου λυτρωτικού για το ποιητικό υποκείμενο που νιώθει εγκλωβισμένο στη δίνη του αδιέξοδου παρόντος. Από την άλλη είναι εκείνες οι μικρές, ενδεχομένως, ασήμαντες καθημερινές στιγμές που ζωοδοτούν την ύπαρξή μας. Ό, τι καιρό κι αν κάνει μέσα μου,/ μόλις δυο – τρεις σταγόνες/ από κάποιο αιρκοντίστιον/ με πιτσιλίσουνε στον σβέρκο,/ δεν μπορώ να μη χαμογελάσω.// Αυτό μ’ έσωζε πάντα. (δ΄, σ. 12). Μετά από αυτή την γλυκόπικρη και ρομαντική διαπίστωση, τη σκυτάλη παίρνει ο αφοριστικός και δυναμικός τόνος, ώστε η πένα του ποιητή να γράψει τους στίχους: αλλά εκείνοι που πεθαίνουν/ είμαστε πάντα εμείς. (ε΄, σ. 12).

Όπως ήδη αναφέρθηκε, ο ερωτισμός είναι διάχυτος και πανταχού παρών στην ποίηση του Γιαννακόπουλου, έντονα σωματοποιημένος. Ο ποιητής, άλλωστε, δεν διστάζει να το δηλώσει απερίφραστα με όλο και πιο λίγα λόγια:/ είμαι επιρρεπής στο γυμνό σου σώμα. (θ΄, σ. 13). Το ποιητικό υποκείμενο δεν ταυτίζεται πάντοτε με το ερωτευμένο πρόσωπο που ποθεί και παλεύει να λυτρωθεί με τις λέξεις, αλλά συχνά δίνει τη θέση του σε ένα έτερο, σαφώς απροσδιόριστο, πρόσωπο. Θέλω να είμαι ο λόξιγκας/ μέσα στα σωθικά σου, του ʼλεγε.// Το αίμα που ρουφάς από το δάχτυλό σου/ όταν κόβεσαι με το μαχαίρι του ψωμιού. (ιβ΄, σ. 14). Αξίζει να σημειωθεί ότι ο λόξιγκας επανέρχεται με διαφορετικό σημαινόμενο στην τρίτη ενότητα της συλλογής. Εκεί ο ποιητής γράφει: Κι η τέχνη ένας λόξιγκας/ στα σωθικά του χρόνου. (ρκδ΄, σ. 96). Έρωτας και τέχνη διασταυρώνονται στην ποιητική του Γιαννακόπουλου και αυτό το σμίξιμο τροφοδοτεί και καθοδηγεί την πένα. Η ποίηση λειτουργεί ως διέξοδος από τη θνητότητά μας και τα ποιήματα ενσαρκώνουν έναν έτερο εξιδανικευμένο εαυτό μας, τον οποίο επιζητούμε να προσεγγίσουμε. Είναι ενδεικτικοί οι παρακάτω στίχοι: Ν’ αφουγκράζεσαι/ το σιγανό κροτάλισμα/ της βροχής/ στον φωταγωγό,// είναι η ποίηση του Νοεμβρίου (κα΄, σ. 17), Θέλω να γίνω εκείνος που είμαι μες στα ποιήματά μου (μγ΄, σ. 25), Από τη φλόγα αναγνωρίζονται τα ποιήματα,/ από τη στάχτη τους οι ποιητές (μδ΄, σ. 25). Σε αυτήν την πρώτη ενότητα γίνεται, επίσης, μια απόπειρα ορισμού της πατρίδας, έτσι όπως την εκλαμβάνει και τη δέχεται ο ποιητής εντός του προσωπικού ψυχοσυναισθηματικού του πλέγματος διαποτισμένου με απλά καθημερινά αντικείμενα, ερωτικό πάθος και λογοτεχνικές αναφορές.

Η δεύτερη και πιο άρτια ενότητα της συλλογής, η οποία δανείζεται τον τίτλο της από το ομώνυμο έργο του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, από πιο εκτεταμένα αυτοτελή ποιήματα τα οποία εμπνέονται από ποιητές της Νέας Υόρκης και εμποτίζονται, γενικότερα, με στοιχεία και γνωρίσματα του αμερικανικού τρόπου ζωής. Ο ποιητής αποκαθιστά τη σχέση του με τους Νεοϋορκέζους ποιητές εξηγώντας τους λόγους, για τους οποίους τους προτιμά. Μου αρέσουν οι Νεοϋορκέζοι ποιητές/ γιατί στα ποιήματά τους/ βγαίνουν έξω από τα μπαρ για να καπνίσουν/ και τρώνε νουντλς και σασίμι/ και νιώθουν τύψεις που δεν πηγαίνουν/ όσο θα έπρεπε στο γυμναστήριο·// και έχουν γάτες, και το φθινόπωρο, που συνήθως ερωτεύονται,/ διαβάζουν τους Ρώσους κλασικούς/ και πηγαινοέρχονται στην πόλη με το μετρό/ και μιλάνε ακατάπαυστα/ και φοράνε πάντα τα πιο ωραία κασκόλ.// Τέτοια πράγματα, δικά μας, συμπαθητικά. (ΝΥ, σ. 47). Γίνεται αντιληπτή η απόπειρα του ποιητή να εντοπίσει συγκλίνουσες αλλά και αισθητικά αποκλίνουσες γραμμές της αμερικανικής λογοτεχνίας με την ελληνική, ωστόσο μάς παρουσιάζει τους ποιητές που αγαπάς στο ποίημα «Μια μικρή λάμπα να φωτίζει το τραπεζάκι τους» σκηνοθετώντας ουσιαστικά μια παράσταση, στην οποία πρωταγωνιστούν οι ίδιοι οι ποιητές. Σε έναν άτυπο διάλογο με την αμερικανική κουλτούρα βρίσκεται το κομβικό, κατά τη γνώμη μας, ποίημα «Καταραμένοι ποιητές» (σ. 33): Θυμάμαι την εποχή που ήμουν ακόμα/ καταραμένος ποιητής,// πώς κατεβαίναμε με τους φίλους στα Εξάρχεια/ και πίναμε ώς τα ξημερώματα/ και ταράζαμε τον ύπνο των αστών με τις φωνές μας,// ξερνούσα ύστερα σ’ όλο τον δρόμο ώς το σπίτι κι έπεφτα με τα ρούχα στο κρεβάτι.// Το πρωί έβαζα τη μάνα μου/ κι έπαιρνε τηλέφωνο στη δουλειά/ να πει ότι είμαι άρρωστος/ και δεν θα πάω.// Τι ωραία κοτόσουπα που μου έφτιαχνε όμως μετά.

Και σε αυτήν την ενότητα ο ερωτισμός και ο αισθησιασμός είναι έκδηλοι. Αναφέρω δειγματοληπτικά κάποιους στίχους: Το λευκό φουστάνι και το βρακάκι σου/ που τ’ άφησες στο ξέστρωτο κρεβάτι/ μού θύμισαν πως όσο κάναμε έρωτα/ ακόμα τα φορούσες. (Από το ποίημα «Αμούρ», σ. 30), […] τα πόδια σου γυμνά στα δροσερά πλακάκια/ και τίποτε άλλο,/ τα δάχτυλα του ενός,/ βαμμένα κόκκινα στιλπνά/ πατάνε ελάχιστα τα δάχτυλα του άλλου// και μου γράφεις:// κουράστηκα σήμερα όλη τη μέρα με τις γόβες μου/ κι ακόμη να τελειώσω// σου στέλνω τα πόδια μου/ να μου τα ξεκουράσεις,// φιλιά (Από το ποίημα «Ευελπίδων, Κτίριο 16», σ. 43), Έλυνε τη ρόμπα της για να ξαπλώσει/ και την άφηνε να γλιστρήσει/ στο πάτωμα γύρω απ’ τα πόδια της.// Χιλιόμετρα μακριά/ το θρόισμα του μεταξιού πάνω στο δέρμα της/ με έκανε ν’ ανατριχιάζω («Το κιμονό», σ. 46), Περνάει εκείνη απ’ το παράθυρό μας/ με την κοιλιά γυμνή κάτω απ’ το μπλουζάκι// Και κάνοντας ροζ τσιχλόφουσκες/ δείχνει πού είναι η ομορφιά και πού η καλοσύνη (Από το ποίημα «Έξοδος», σ. 50), Άνοιξη είναι το στήθος σου,// όταν το πρώτο χάπι για την αλλεργία της χρονιάς/ σε ρίχνει ζαλισμένη και βαριά στην πολυθρόνα/ και ξεγλιστράει μέσ’ απ’ τη ρόμπα σου γυμνό (Από το ποίημα «Άνοιξη», σ. 61). Στην ποίηση του Γιαννακόπουλου το ερωτικό πρόσωπο είτε ανήκει στο παρελθόν και το ποίημα το επαναφέρει στο παρόν ως μια γλυκόπικρη θύμηση, νοσταλγική αλλά και επώδυνη, είτε ανήκει στο τώρα και αντικατοπτρίζεται λογοτεχνικά ως ένα αισθαντικό και εικονοποιητικό ενσταντανέ, το οποίο περνάει μπροστά από τα μάτια του ποιητή και του αναγνώστη εντείνοντας τη λύπη του αποχωρισμού, αυτού που φεύγει και χάνεται στον κυκεώνα του χρόνου. Αστραπιαίες στιγμές μετασχηματίζονται σε ποιήματα ειλικρινή και αποκαλυπτικά. Εξάλλου, ο ποιητής στα ευφυώς αντικριστά τοποθετημένα ποιήματα «Ποιητικές αναγνώσεις» (σ. 40) και «Εύκολη ποίηση» (σ. 41) δηλώνει ως στόχο του τη δημιουργία απλής και απολαυστικής ποίησης που να μην εκθέτει τον αναγνώστη ούτε τον ποιητή/ σε ανυπέρβλητες δυσκολίες και σ’ αγωνίες υπεράνθρωπες. Για τον Γιαννακόπουλο ποιητής δεν είναι τόσο αυτός που εμπνέεται, όσο αυτός/ που μας εμπνέει να κατοικήσουμε μέσα στα ποιήματά του. (Από το ποίημα «Λόρενς Φερλινγκέτι», σ. 59).

Η ποιητική συλλογή ολοκληρώνεται με την τρίτη ενότητα η οποία αποτελείται από ‘σπασμένους’ δεκαπεντασύλλαβους στίχους, δηλαδή από δίστιχα ποιήματα και κινείται θεματικά στο ίδιο πλαίσιο. Η άνοιξη ταυτίζεται με την έλευση του ερωτικού προσώπου, το κορμί κρατά μέσα του τη ζέστη του ήλιου/ έρωτα, η ζωή μοιάζει με λαβύρινθο μέχρι στη στιγμή της ερωτικής πλήρωσης, ο θαλερός ιδρώτας του αγαπημένου προσώπου βρέχει τα ποιήματα και το γυμνό γυναικείο σώμα, φυσικά, πρωταγωνιστεί. Υγρή μαστίχα ανάμεσα/ στα στήθη σου κυλάει (κγ΄, σ. 70). Φωτίζουνε τον ύπνο μου/ γυμνά στα δυο σου στήθη (κστ΄, σ. 71). Γυαλίζει λίγο σάλιο μου/ στα στήθη σου επάνω (κη΄, σ. 72). Παράλληλα, η ρομαντική και λυρική διάθεση διάσπαρτα εντοπίζεται και σε αυτή την ενότητα με στίχους όπως μες στη φωνή σου οσμίζομαι/ το χρώμα της ψυχής σου (β΄, σ. 65), γυμνή κοιμάται η άνοιξη/ κάτω απ’ τα βλέφαρά σου (ι΄, σ. 67), για να πετάξουμε μαζί/ βγάζω φτερά στην πλάτη (ιζ΄, σ. 69), χαζεύοντας τα σύννεφα/ σπουδάζω την αγάπη (κδ΄, σ. 71), στις φλέβες με το αίμα μου/ κυλάει τ’ όνομά σου (μβ΄, σ. 75). Από την άλλη, η μορφολογική αυτή επιλογή του ποιητή να χωρίσει σε δύο στίχους έναν δεκαπεντασύλλαβο αιτιολογείται ποιητικά με στίχους όπως σε δεκαπέντε συλλαβές/ πόση ζωή χωράει; (κ΄, 70), κρύβεσαι στο σεντόνι μου,/ νυχτερινέ μου στίχε (μζ΄, σ. 76), με δεκαπέντε συλλαβές/ το ασήμαντο θηρεύω (να΄, σ. 77), γυρεύοντας παρηγοριά/ σ’ έναν σπασμένο στίχο (νβ΄, σ. 78). Θα μπορούσαμε να πούμε με σχετική σιγουριά ότι αυτοί οι σπασμένοι στίχοι ανήκουν στην ολότητά τους σε μια ευρύτερη ποιητική σύνθεση και συνομιλούν μεταξύ τους, καθώς ο ποιητής νομιμοποιεί αυτή τη σύνδεση δηλώνοντας ρητά με δεκαπέντε συλλαβές/ γράφω το όνομά σου (ξ΄, σ. 80) και μικρά ανθάκια εφήμερα/ για σένα οι συλλαβές μου (ρλ΄, σ. 97). Ακόμα κι αυτή η διαφορετικά εκπεφρασμένη ενότητα συνηγορεί και συμπορεύεται με την ατμόσφαιρα όλου του βιβλίου, όπου ο ερωτισμός και η ποιητική πένα έχουν τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο.

Για να ολοκληρώσουμε αυτή τη σύντομη περιδιάβαση στο ποιητικό σύμπαν του Χαράλαμπου Γιαννακόπουλου αρκεί να σημειώσουμε ότι η ποίηση για τον δημιουργό σημαίνει ανάσα και πνοή ζωής και όπως κατηγορηματικά δηλώνει: Εγώ αν γράφω ποιήματα,/ είναι για να τα ζήσω (ξδ΄, σ. 81) και σαν συλλέκτης πρωινής δροσιάς στα δάση (σ. 85) τριγυρίζει μαθαίνοντας την τρυφερότητα πάνω στην πέτρα και σ’ ένα δωμάτιο κλειστό/ τις λέξεις (σ. 89) ζωντανεύει. Ίπταται μόνος πάνω απ’ την πόλη σχεδιάζοντας αγγέλους πάνω σε σεντόνια έχοντας για παρηγοριά τα περσινά τζιτζίκια και παίρνοντας βαθιά ανάσα, για να συνεχίσει το έργο του, εκεί που ο στίχος σπάει. Είναι, εν τέλει, η ποίηση του Γιαννακόπουλου μικρή ρωγμή στο κύτος του θανάτου (σ. 99), ακόμα και σε στιγμές πνιγηρές και οδυνηρές, οπότε γράφει στον ίδιο πάντα ακάλυπτο/ άλλα πουλιά πετάνε (ρκστ΄, σ. 96), τ’ ακούω που κελαηδούν/ και ώς εδώ δεν φτάνουν (ρκη΄, σ. 97).

 

*Ο Δημήτρης Μπαλτάς είναι φιλόλογος και ποιητής.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.