You are currently viewing Δημήτρης Μπαλτάς: Δημήτρης Ζαλαχώρης, Ευωδιάζουν τα μυστήρια μυστήριο, εκδόσεις Πνοή

Δημήτρης Μπαλτάς: Δημήτρης Ζαλαχώρης, Ευωδιάζουν τα μυστήρια μυστήριο, εκδόσεις Πνοή

Ο Δημήτρης Ζαλαχώρης στην ποιητική του συλλογή Ευωδιάζουν τα μυστήρια μυστήριο (εκδόσεις Πνοή, 2019) με διάθεση εξομολογητική και νοσταλγική και με λόγο προτρεπτικό – παρακλητικό και κατά τόπους ρομαντικό καταπιάνεται με ό,τι δεν άντεξε στον χρόνο προσπαθώντας να αποκαταστήσει τη σημασία και την αναγκαιότητα της διατήρησης στιγμών που ενδεχομένως έχουν πια λησμονηθεί. Ως παιδί θλιμμένης αυγής, γκρίζου τοπίου[1] ο ποιητής σκοντάφτει σε συντρίμμια στιγμών στην προσπάθειά του να προβεί σε μια ουσιαστική ενδοσκόπηση, γιατί όπως διατείνεται είναι ξένος στον εαυτό του και γνωστός στους άλλους.[2] Η περιπλάνηση είναι, κυρίως, εσωτερική, αναφέρεται στο παρελθόν και σχετίζεται με τοπία θλίψης και άδηλης  σιωπής. Γυάλινα κτίρια, ανάγλυφα ανείπωτης σιωπής.[3] Η σιωπή είναι βαθιά, σκοτεινή και η παρουσία της αναπότρεπτη, ενώ μπορεί να αποτελεί και εργαλείο σάτιρας. Σε φωτογραφία το πονηρό σου χαμόγελο./ Χλευάζει με τη σιωπή του ποιος ξέρει τι.[4] Το ποιητικό υποκείμενο είναι κατατρεγμένο, διώκεται και γι’ αυτό το λόγο έχει την ανάγκη της απόδρασης, του εξαγνισμού, της λύτρωσης. Προσπαθεί να απαλλαγεί από όσα το κρατούν δέσμιο. Με καταδιώκουν Δαίμονες, Χίμαιρες, Ερινύες./ Στον βωμό της λύτρωσης απέτισα φόρο τιμής./ Πρόσφερα θυσίες, το μένος, την πτώση να γλιτώσω.[5] Επιδιώκει να εξηγήσει το παράδοξο και να επουλώσει τις πληγές του. Καταπιάνεται με το καθήκον της εξημέρωσης μιας ακαταμάχητης αναταραχής και διαπιστώνει για τον εαυτό του ότι στην απεραντοσύνη του νου, υπήρξα φτωχός ένοικος, συγγενής.[6]

Ο ποιητής ψάχνει το φως που θα φωτίσει τα όνειρά του, ενώ βρίσκεται σε μια κατάσταση ασφυξίας και σύγχυσης, όπου το οξυγόνο δεν αρκεί. Τα πάντα γύρω μου θολά – χάνω το φως μου./ Παραμιλώ, λέξεις γλιστρούν, σκοντάφτουν, νόημα δε βγαίνει.[7] Η ποίηση είναι η απέλπιδα προσπάθεια που θα τον σώσει και θα επιφέρει την ψυχική ηρεμία και τον καθαρμό. Ενδιαφέρον, επιπλέον, παρουσιάζει η σύνδεση του αιώνιου παρόντος με το ονειρικό τοπίο και την αγωνία του επέκεινα. Εισερχόμαστε στο πεδίο του αιώνιου παρόντος./ Τοπίο ονειρικό, συνάμα ανυπόφορα εξιδανικευμένο.[8] Με διακατέχει η ανησυχία του επέκεινα./ Θλιμμένη νοσταλγία με άρωμα γαλήνης.[9] Η αγωνία είναι παρούσα στα ποιητικά κείμενα της συλλογής, η αγωνία κατρακυλά σε φθίνοντα λεπτά, όπου συναντάται με αντάρες παραληρημάτων και εκχυλίσματα παραισθήσεων.[10] Ωστόσο, το ποιητικό υποκείμενο το απασχολεί περισσότερο το ζήτημα της αδικοχαμένης μνήμης. Επιστρέφει ξανά και ξανά στο ιδανικό παρελθόν που το παρόν έχει αλλοτριώσει και έχει αποσιωπήσει τις εξιδανικευμένες στιγμές που μοιάζουν με αδέσποτες μελαγχολικές νότες/ που αυτοκτόνησαν σε πεντάγραμμα.[11] Η παλιά αίγλη έχει τώρα αντικατασταθεί από την παρακμιακή φθορά. Και ο περίπατος διαφυγής συνεπάγεται ένα μοναχικό ταξίδι με κακουχίες. Από την ποίηση του Ζαλαχώρη δεν απουσιάζει και η αγωνία για το μέλλον και ό,τι αυτό επιφυλάσσει. Κερνάει το αύριο απλόχερα τα εσώψυχά του./ Καθαρές απαστράπτουσες εικόνες αποκάλυψης.[12] Ο τόνος είναι αισιόδοξος και η ελπίδα, αν και πληγωμένη, επανακάμπτει. Όμως, ο τόνος αυτός δε διαρκεί πολύ, καταλαμβάνεται νομοτελειακά από την αγωνία. Χρόνια μελλοντικά, μετέωρα,/ έτοιμα να σκάσουν στο τώρα,/ απειλούν τη γαλήνη μας./ Τι θα συμβεί σ’ ένα λεπτό, σε χίλια χρόνια;[13] Έτσι,, λοιπόν, οι ρωγμές του χρόνου δομούνται σε μια ποιητική των αντιθέσεων και αντικατοπτρίζουν την εξέλιξη και διάπλαση του ίδιου του ποιητικού υποκειμένου.

Το ταξίδι, έτσι όπως το εκλαμβάνει ο ποιητής, αποτελεί ένα ταξίδι αυτογνωσίας και είναι, συνήθως, δύσκολο και κακοτράχαλο. Οι συνθήκες είναι δυσμενείς. Μηνύματα από την έρημη κοιλάδα των ανέμων./ Πομποί δίχως δέκτες, σήμα ασθενές./ Κόκκινες αμμοθύελλες, γαλάζιες πλημμυρίδες.[14] Εντούτοις, η αναγκαιότητα του ταξιδιού είναι σαφής και ο απώτερος στόχος εντοπίζεται στην αναζωογόνηση του εαυτού. Ο νέος άνθρωπος αναγεννάται εκ της στάχτης του.[15] Το εσωτερικό ταξίδι στα άδυτα της ψυχής μεταμορφώνει και μετουσιώνει τον άνθρωπο. Τον σημερινό άνθρωπο, ο οποίος λειτουργεί σαν μια καλοκουρδισμένη μαριονέτα στην υπηρεσία της τέλειας τροφομηχανής,/ κατεψυγμένες καρδιές, προγραμματισμένα μυαλά./ Βηματισμοί αυστηρά προκαθορισμένοι./ Σε γραμμή παραγωγής χωρίς αισθήματα δημιουργίας.[16] Το ταξίδι, ο δρόμος του ποιητή δεν είναι στρωμένα με ροδοπέταλα, περνάει δια πυρός και σιδήρου και βιώνει παράλληλους ρόλους, κινείται και εκείνος σαν μαριονέτα, σκοντάφτει, πέφτει, σηκώνεται, προχωρά με πείσμα σε παράλληλες διαδρομές με την ίδια αμετάκλητη κατάληξη[17] και βλέπει σβησμένα σύνορα και νέους ορίζοντες να ανοίγονται μπροστά του.  Και αν αναρωτηθεί κανείς τον λόγο αυτής της ψυχικά επώδυνης περιπλάνησης, ο ποιητής μας τον αποκαλύπτει και μας δηλώνει καταφανώς τον απώτερο στόχο του, που δεν είναι άλλος από το να απαντήσει στο ερώτημα: Τι μας καθόρισε την πρώτη στιγμή;[18] Ίσως ο αντικατοπτρισμός περασμένων σκέψεων./ Μνήμες μέσα σε μνήμες./ Ο εαυτός μου παράλληλη εκδοχή[19] να είναι η απάντηση στο σιβυλλικό ερώτημα.

Ο ποιητής εν τέλει περιπλανώμενος σε αμαλγάματα ζωής και θανάτου εικονοπλασίες[20] προσπαθεί να ιχνηλατήσει ως ένας επιζών χαμένος στην ομίχλη ό,τι θα μείνει στο τέλος, το απόσταγμα της μνήμης και το αποτέλεσμα των επιλογών και των προσδοκιών εμφυσώντας πνοή στην ποιητική πένα.

 

*Ο Δημήτρης Μπαλτάς είναι φιλόλογος και ποιητής.
[1] Από το ποίημα «ΕΓΩ Ο ΑΛΛΟΣ», σ. 9.
[2] Αναφορά στο ποίημα «ΕΝΔΟΣΚΟΠΗΣΗ», σ. 10.
[3] Από το ποίημα «ΕΠΟΙΚΟΙ», σ. 36.
[4] Από το ποίημα «ΑΝΑΧΩΡΗΤΗΣ», σ. 52.
[5] Από το ποίημα «ΥΒΡΙΣ», σ. 13.
[6] Από το ποίημα «ΑΛΧΗΜΕΙΕΣ», σ. 14.
[7] Από το ποίημα «ΝΕΑ ΠΝΟΗ», σ. 17.
[8] Από το ποίημα «ΨΗΦΙΑΚΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ», σ. 19.
[9] Από το ποίημα «ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟΣ», σ. 53.
[10] Αναφορά στο ποίημα «ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΕΝΤΡΟΠΙΑΣ», σ. 33.
[11] Από το ποίημα «ΑΔΕΙΟ ΚΑΔΡΟ», σ. 20.
[12] Από το ποίημα «ΑΠΟ ΤΟ ΑΥΡΙΟ», σ. 23.
[13] Από το ποίημα «ΠΟΡΕΙΑ», σ. 30.
[14] Από το ποίημα «ΑΠΟΣΤΟΛΗ», σ. 35.
[15] Από το ποίημα «ΝΕΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ», σ. 27.
[16] Από το ποίημα «ΟΙ ΚΑΛΟΚΟΥΡΔΙΣΜΕΝΟΙ», σ. 28.
[17] Από το ποίημα «ΘΕΑΤΡΟ ΠΑΡΑΛΟΓΟΥ», σ. 46.
[18] Από το ποίημα «ΕΠΙΛΟΓΕΣ», σ. 41.
[19] Από το ποίημα «ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ», σ. 47.
[20] Από το ποίημα «ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ», σ. 49.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.