You are currently viewing Δημήτρης Μπαλτάς Γιώργος Κοζιάς, ΕΞΑΓΓΕΛΟΣ, εκδόσεις  Περισπωμένη, 2021

Δημήτρης Μπαλτάς Γιώργος Κοζιάς, ΕΞΑΓΓΕΛΟΣ, εκδόσεις  Περισπωμένη, 2021

Εξάγγελος είναι ο αγγελιαφόρος. Στο αρχαίο δράμα είναι το πρόσωπο που εμφανίζεται στη σκηνή, για να αναγγείλει όσα δεν διαδραματίζονται μπροστά στους θεατές. Στην περίπτωση του Γιώργου Κοζία, ο οποίος επιγράφει την έβδομη ποιητική του συλλογή με τον τίτλο Εξάγγελος (εκδόσεις Περισπωμένη, 2021), τα πράγματα δεν ακολουθούν τη νομότυπη από το αρχαίο δράμα σειρά. Στην ποίηση του Κοζία ο πληροφορητής δεν φέρνει στο (αναγνωστικό) κοινό νέα, ευοίωνα ή δυσάρεστα, καθώς δεν πρόκειται για νέα. Δηλαδή, ο εξάγγελος του Γιώργου Κοζία μεταφέρει με το στόμα του διαχρονικές αλήθειες, οι οποίες είναι γνωστές αλλά όχι εμπεδωμένες, καθώς φαίνεται από την Ιστορία, στη συνείδηση των ανθρώπων. Επομένως, πετυχαίνει μια άλλη σύμβαση του αρχαίου δράματος. Η υπόθεση είναι γνωστή. Το κοινό γνωρίζει την έκβαση. Το διακύβευμα δεν είναι, λοιπόν, άλλο παρά η οπτική, ο τρόπος, δηλαδή, με τον οποίο παρουσιάζονται αυτές οι διαχρονικές αλήθειες γύρω από τη ζωή, τον θάνατο, την αιματοκυλισμένη ανθρωπότητα και τον διάτρητο κοινωνικό ιστό. Για τον σκοπό αυτό ο Κοζίας επιλέγει να σμιλεύσει ποιητικό λόγο αρκετά συμβολικό και υπαινικτικό. Μπολιάζει τις ποιητικές του καταγραφές με πρόσωπα, γεγονότα, μύθους και ήρωες του παρελθόντος μετακυλώντας αλληγορικά τη δράση τους στο απτό παρόν υπαινισσόμενος τα κακώς κείμενα της εποχής του στην οποία και ο ίδιος ακούσια εντάσσεται, ζει και δημιουργεί.

Η συλλογή, η οποία περιλαμβάνει τριάντα οχτώ ποιητικά κείμενα εκ των οποίων τα περισσότερα διαστέλλονται σε μία σελίδα – πρόκειται για ποίηση σύγχρονη, μοντέρνα κατά τόπους υπερρεαλιστική με εμφανείς, εντούτοις, επιρροές στον ρυθμό και στο γλωσσικό εργαλείο από την παράδοση – θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι υπηρετεί έναν διττό στόχο. Επιχειρεί αφενός να χαρτογραφήσει τη ζωή αντιθετικά προς τον βιολογικό και πνευματικό θάνατο και αφετέρου να αφυπνίσει τους νοητικά κεκοιμημένους αρθρώνοντας κοινωνικό και πολιτικό λόγο.

Για τον πρώτο στόχο, μπορούμε σταχυολογώντας να φωτίσουμε ενδεικτικά κάποιους στίχους. «Η ζωή είναι μια αγρύπνια, Κύριε/ ή ζήσ’ την ή παράτα τη στις ερημιές/ σαν ελαφίνα κι ο Ελαφοκυνηγός ας τη σπαράξει.» (Από το ποίημα «Ο Ελαφοκυνηγός», σ. 26) «[…] μια ζωοπανήγυρις ο βίος/ κι ο άνθρωπος κρεμασμένος στο τσιγκέλι/ ένα κομμάτι φρέσκο κρέας/ με τον κουβά και τον σανό του/ περιμένει τον τσαμπάση» (Από το ποίημα «Θηβαϊκός κύκλος», σ. 32) «Ο κόσμος/ δεν ήταν εκείνο που νομίζαμε/ Θάντος επί πιστώσει/ Αυτό είναι όλο» (Από το ποίημα «Θάνατος για έναν λεγεωνάριο», σ. 41) «Όλη η ζωή μας/ ύφαλοι κι άσπλαχνες εξορίες» (Από το ποίημα «Όνειρο στο κύμα», σ. 42) «Φτερόποδη η ζωή κι εμείς λαχανιασμένοι/ μες στις ρωγμές του ύπνου/ Είμαστε όλοι το ξέφτισμα του μύθου/ για ενός λεπτού τιμή/ για ένα άφες ημίν, για λίγο τράτο» (Από το ποίημα «Σπαμένο ρέκβιεμ», σ. 49). Να σημειωθεί εδώ ότι κατά την περιδιάβαση της συλλογής, ο αναγνώστης μπορεί να αντιληφθεί τον διακειμενικό διάλογο του ποιητικού λόγου του Κοζία και να στοχαστεί τις ρητές ή άρητες, έξω και έσω κειμενικές αναφορές σε συγγραφείς και λογοτεχνικά έργα. Αναφέρονται ενδεικτικά οι αναφορές στους: Σελίν, Ρίλκε, Ζαχς, Τράνστρεμερ, Γκριν, Ταρκόφσκι, Σολωμός, Λαπαθιώτης, Σεφέρης, Παπαδιαμάντης, Αναγνωστάκης, Σικελιανός, Παπαδημητρακόπουλος, κ.ά.

Τον δεύτερο στόχο υπηρετεί η συνειρμική και υπαινικτική λειτουργία της γλώσσας και ο προτρεπτικός λόγος από την πλευρά του ποιητικού υποκειμένου. Το ποιητικό υποκείμενο αντιτίθεται σθεναρά στη πνευματική αποχαύνωση και τον εφησυχασμό με στίχους που ατσαλώνουν τον κοινωνικοπολιτικό στοχασμό του. Η επιδίωξη της γνώσης ανάγεται σε ακρογωνιαίο λίθο της υπόστασης του ανθρώπου, ενώ η άγνοια ούσα ανεπίτρεπτη, ειδικά στην εποχή μας που επικρατεί ο κατακλυσμός πληροφοριών και η ραγδαία επικοινωνία των ειδήσεων από όλον τον κόσμο, καυτηριάζεται και στηλιτεύεται από το ποιητικό υποκείμενο με λόγο άλλοτε ειρωνικό και κυνικό (με ευδιάκριτη την καρυωτακική επιρροή) και άλλοτε εκπεφρασμένο ως δριμύ κατηγορώ. Ο Κοζίας υφαίνει μια ποίηση – ωδή στον ανήσυχο και δρώντα νου.

Θα φωτίσουμε και πάλι ενδεικτικά κάποιους στίχους προς επίρρωση των παραπάνω θέσεων. « – Σκιά όνου έξω από τα τείχη/ η προς τους ανθρώπους αδελφοσύνη!// Μες στα ασφοδίλια λαοί κοιμούνται, λαοί τυφλών.» (Από το ποίημα «Προς Θεσσαλονικείς και Κορινθίους», σ. 13). «Αγοράστε τους ένα Tablet εγκεφάλου/ μια χρυσή προσωπίδα/ Χαρίστε τους κάτι αλλόκοτο/ μια αυταπάτη, μια φρούδα ελπίδα/ “Τι σπάει δεσμά και τυράννων αλυσίδες;” (Από το ποίημα «Σε άνιση πάλι κι αγώνα», σ. 18). «Κι εμείς τα διαθέσιμα μιας πόρνης εποχής/ Ω, τι ωραία πέφτουμε/ δημόσιοι κι ανόσιοι στο λάκκο των ενστίκτων.» (Από το ποίημα «Ζωώδες επαρχείον», σ. 24) «Κατάρα, παλιά κατάρα/ με το αυγό του φιδιού στην κλίνη/ Πάντα ο δαίμων να σπάει το τσόφλι/ και με βουή να ξεπροβάλλει του Αίματος η Φάρα» (Από το ποίημα «Πώς να εξηγήσεις τις εικόνες στη νιότη;», σ. 52-53). «Κοιτάξτε, ζωντανοί, το απελπισμένο/ Ζυγόν δουλείας αν λησμονήσετε/ Στη λήθη όλο το σπασμένο […] Πηγαίνετε στους αφίλητους/ στους ξένους, στους αλυσοδεμένους/ στους πένητες, στους άγρια σκοτωμένους» (Από το ποίημα «Μασάντα/άσμα εγερτήριο», σ. 55-56).

Παράλληλα, ο ποιητής κλείνει το μάτι στους παράταιρους άλλους, ή τουλάχιστον σε αυτούς που φαίνονται να είναι έτσι, σε αυτούς που επιμένουν να ονειρεύονται έναν κόσμο καλύτερο, σε αυτούς που έχουν στόχους και παραμένουν στην ουσία τους άνθρωποι, σε αυτούς που υπερασπίζονται το όραμά τους αλλά εν τέλει αποτυγχάνουν και πληγώνονται βαθιά, όταν βλέπουν τις προσδοκίες τους και τις προσπάθειές τους να καταρρέουν, σε αυτούς που χλευάζονται εξαιτίας των διαφορετικών τους πεποιθήσεων ή και επιδιώξεων, σε αυτούς που θέλουν να κάνουν την αλλαγή και να πετύχουν κάτι όχι μόνο για ίδιον συμφέρον αλλά και για το συλλογικό. Στην κατηγορία αυτή εμπίπτει και ξεχωρίζει το ποίημα «Ο Κύριος δεν σώζει αυτούς που πέφτουν» με το οποίο ο Κοζίας μάς θυμίζει την περίπτωση του Άλμπρεχτ Λούντβιχ Μπέρμπλινγκερ (1770-1829), γνωστόν και ως ο Ράφτης της Ουλμ, ο οποίος προσπάθησε να πετάξει κατασκευάζοντας το πρώτο αιωρόπτερο. Η προσπάθειά του απέτυχε και κατέπεσε στον Δούναβη. Διασώθηκε αλλά η πράξη του έγινε αντικείμενο κοροϊδίας και υπαινιγμών κατά των 19ο αιώνα.

Κλείνοντας αυτό το σύντομο κριτικό σημείωμα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι για τον Κοζία η ποίηση επιδιώκει να αναχαιτίσει τη λήθη. Τη λήθη των ακράδαντων παραδειγμάτων της παγκόσμιας ιστορίας που διαυγάζουν ότι το «κουτσό της μοίρας αμαξάκι» (από το ποίημα «Της μοίρας το αμαξάκι», σ. 47-48) ωθεί τον ευσυνείδητο και εν εγρηγόρσει ανθρώπινο νου να αποτινάζει τα δεσμά και να παλεύει για την ελευθερία του όσο ζει, όσο αναπνέει. Σε τούτη τη βιωτή αυτό είναι το μέγιστο αγαθό. Άλλωστε στο επέκεινα τα πράγματα είναι εξίσου ξεκάθαρα: «Τι ηγεμών, τι δικαστής, τι σκλάβος, τι παιδίσκη;/ Έρημοι άνθρωποι σαν φύλακες μουσείου/ με τα τενεκεδένια μας στεφάνια πηγαίνουμε στη λήθη.» (Από το ποίημα «Ο θησαυρός των αηδονιών», σ. 21).

 

*Ο Δημήτρης Μπαλτάς είναι φιλόλογος και ποιητής.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.