You are currently viewing Δημήτρης Μπαλτάς*: Θανάσης Πάνου, Ασπρόμαυρα πλάνα, εκδόσεις Ιωλκός, 2025   

Δημήτρης Μπαλτάς*: Θανάσης Πάνου, Ασπρόμαυρα πλάνα, εκδόσεις Ιωλκός, 2025  

Πρώτη ποιητική συλλογή για τον Θανάση Πάνου, τα Ασπρόμαυρα πλάνα (εκδόσεις Ιωλκός, 2025), συγκροτείται από είκοσι ελευθερόστιχα ποιήματα, τα οποία χαρακτηρίζει μια εν προόδω κλιμακούμενη πορεία προς την τρυφερότητα, την αυτεπίγνωση και την αποτίμηση‧ μια πορεία διάπυρη που περνά μέσα από τη θλίψη, τη μνήμη και την αγωνία.

 

Ήδη από το πρώτο ποίημα του βιβλίου (σ. 11) ο έρωτας αναφαίνεται πρωτοστάτης και συνυφαίνεται τόσο με τη νοσταλγία που νιώθει το ποιητικό υποκείμενο απέναντι σε όσα ακόμη δεν έχει γνωρίσει ή, ενδεχομένως, δε θα γνωρίσει ποτέ, όσο και με τη λύπη που κουβαλά ο χρόνος στο πέρασμά του. Το αγαπημένο πρόσωπο εμφανίζεται στο τέλος του ποιήματος με τη δευτεροπρόσωπη απεύθυνση να υπάρχει μονάχα στον τελευταίο στίχο και ως απόρροια της λήθης. Η λήθη διατρέχει τη ραχοκοκαλιά των ποιητικών κειμένων της συλλογής και στο ομώνυμο ποίημα (σ. 12-13) διαπλέκεται με τη φωτογραφία – στην αρχή ασπρόμαυρη και αργότερα έγχρωμη – ως αντίσταση στο ξεθώριασμα που επισείει η φθορά του χρόνου.

 

Η αναφορά στην τέχνη της φωτογραφίας και η ποιητική αξιοποίησή της ως μείζον τεκμήριο αυτού που απομένει, του ενθύμιου, δηλαδή, της προηγούμενης ζωής, νομιμοποιεί τον τίτλο του ποιήματος αλλά και όλης της συλλογής. Στη βάση, επίσης, της χρονικής παλινδρόμησης το ποιητικό υποκείμενο μάχεται τη λύπη. Σθεναρά και μετωπικά. Γι’ αυτό και κυρίαρχες έννοιες στη συλλογή είναι το δάκρυ και το κλάμα. Η τρυφερότητα περνά οπωσδήποτε μέσα από τα δάκρυα. Δάκρυα χαράς, θλίψης, αγώνα, αυτοσυνειδησίας και μάλιστα σε τέτοιον βαθμό που μοιάζει το ποιητικό υποκείμενο να βρίσκεται σε μια κατάσταση ελεύθερης πτώσης, σε μια αναπόφευκτη πορεία κατανόησης ή σύγκρουσης με ό,τι γεννά τα δάκρυα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ποίημα «Σχέδια» (σ. 16-17), όπου το πάθος συναντά τον πόθο, το μίσος την αγάπη, ο έρωτας τον πόνο, η εκδίκηση τη στοργή, η πραγματικότητα την ψευδαίσθηση, και όλα τα γνωρίζει ή επιθυμεί να τα γνωρίσει η ποιητική φωνή με δάκρυα στα μάτια.

 

Θα μπορούσε κανείς να πει ότι η ποιητική του Πάνου συνομολογεί σε ένα ταξίδι γνώσης, όπου τις, ενίοτε μουδιασμένες, αναμνήσεις περιβάλλουν και πυροδοτούν οι αισθήσεις. Άλλωστε στα ποιήματα του βιβλίου ο αναγνώστης σκοντάφτει συχνά σε ολοζώντανες εικόνες, σαν να τις βλέπει να διαδραματίζονται μπροστά του τη στιγμή που τις διαβάζει, όπως συμβαίνει λ.χ. στα «Αγριόχορτα» (σ. 21). Η αφή, η όσφρηση, η ακοή σμιλεύονται ιδιαίτερα οξυμένες, τόσο που λυγίζουν τα γόνατα του ποιητικού εγώ και κάνουν την καρδιά του να χτυπά ανεξέλεγκτα. Όπως τις περισσότερες φορές κάνει και ο ίδιος ο έρωτας, που προσφέρεται με το σταγονόμετρο. Έτσι, λοιπόν, αυτό που (μας) λείπει περισσότερο είναι και αυτό που καθορίζει το πρόσημο στην αποτίμηση του βίου. Αυτό που οπλίζει το χέρι του ποιητή. Αυτό που καταθέτει στο χαρτί, όπως φαίνεται από το ποίημα «Αποσυναρμολόγηση» (σ. 22), όπου ο Πάνου μιλά για την ίδια την ποιητική τέχνη και τα συστατικά της.

 

Η διαλεκτική της αυτοσυνείδησης κορυφώνεται στο «Πέτσινο» (σ. 26) με το ποιητικό υποκείμενο να κάνει μια αναδρομή από την εποχή της εφηβείας του έως σήμερα. Μια αναδρομή που περνά και καταλήγει στον πυρετικό έρωτα, ο οποίος άλλοτε καταλαμβάνει ψυχή τε και σώματι την ποιητική φωνή και άλλοτε την εγκαταλείπει αντιμετωπίζοντας κάθε φορά τις συνέπειες με θαυμαστή αυτοκυριαρχία. Άλλοτε, τις στιγμές που τ’ απόνερα της προσδοκίας, οι διαψευσμένες ελπίδες μιας παραισθησίας που καταλάγιασε και η απώλεια της ευαισθησίας συσσωρεύουν τόσο βάρος που λυγίζουν την ποιητική φωνή, εις βάρος της οποίας βυσσοδομεί η ασχημονούσα θλίψη («Πρόσμειξη», σ. 29).

 

Παρουσιάζει, τέλος, ενδιαφέρον η επιλογή του ποιητή να αναφέρεται υπόρρητα σε έναν αθέατο συμπαραστάτη, σε κάποιο ίσως φαντασιακό ή μεταφυσικό, κυρίως συναισθηματικό, στήριγμα που συντρέχει το ποιητικό εγώ τις δύσκολες στιγμές, όπως λ.χ. συμβαίνει στα ποιήματα «Στον αιφνιδιασμό» (σ. 30) και «Ο γέροντας» (σ. 32).

 

Επιλέγω να κλείσω αυτό το σύντομο σημείωμα με το ποίημα «Ανάμνηση» (σ. 18), το οποίο νομίζω περικλείει συμπυκνωμένα – ήδη απ’ τον τίτλο – τα σημαντικότερα απ’ τα υλικά της ποίησης του Θανάση Πάνου, στα οποία ακροθιγώς αναφέρθηκα.

 

Λίγο πριν δέσουμε

τις αναπνοές

που λυγίζουν τα γόνατα

κι ανακατέψουμε τον ζωμό

του δέρματος

σε κάθε γουλιά που πίνουμε

στην υγειά της αβύσσου

καταρρέουν τα ονόματα της άνοιξης

σαν κεριά στις ζεστές παλάμες μας

μπρος στην απόλυτη ανάμνηση

του θερισμού.

 

 

 

*Ο Δημήτρης Μπαλτάς είναι φιλόλογος και ποιητής.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.