46 τρόποι για να μην χάσουμε την ανθρωπιά μας
Η συλλογή διηγημάτων Το κόκκινο τάπερ της Ελένης Καραγιάννη κυκλοφόρησε το 2024 από τις εκδόσεις Γραφή και απαρτίζεται από σαράντα έξι σύντομες ιστορίες. Με τις περισσότερες από τις διηγήσεις να αποτελούν «μικρά οικογενειακά στιγμιότυπα», όπως διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο της έκδοσης, είναι πολύ δύσκολο ο αναγνώστης να μη συναντήσει τον εαυτό του έστω σε μία σελίδα του βιβλίου.
Οι πρωταγωνιστές των ιστοριών αυτών βρίσκονται εμπρός σε κάποια δοκιμασία την οποία καλούνται να περάσουν με θάρρος και κυρίως με αξιοπρέπεια. Ο φόβος απέναντι στον θάνατο ή σε μία αρρώστια, το φάσμα της άνοιας σε δύο ιστορίες [«Η θεία Ουρανία» (σελ. 11) και «Τα τελικά η/ι» (σελ. 55)], το προσφυγικό σε δύο άλλες [«Ουράνιο τόξο» (σελ. 39) και «Η Μάνα της Μόριας» (σελ. 42)], ζωάκια που τελικά αποδεικνύονται σωτηρία για κάποιους [«Ο σκύλος» (σελ. 53), «Ο Τζακ» (σελ. 63), «Η γάτα» (σελ. 98)], και φυσικά οι σχέσεις μεταξύ γονέων και παιδιών, αλλά και παππούδων/γιαγιάδων απέναντι στα εγγόνια τους, απασχολούν τη συγγραφέα που προσπαθεί να γεφυρώσει το χτες με το σήμερα. Γίνεται επίσης προσπάθεια να γεφυρωθεί η ζωή στο χωριό με την αντίστοιχη της πόλης, καθώς καλός μεν ο καθαρός αέρας του χωριού και η οικειότητα μεταξύ των κατοίκων του, αλλά οι όποιες νοοτροπίες ορθώνουν τείχη γύρω τους, ενώ, στον αντίποδα, η απομόνωση και οι γρήγοροι ρυθμοί χτίζουν τα δικά τους τείχη γύρω από τους κατοίκους της πόλης.
Σε κάποιες από τις ιστορίες του βιβλίου οι ήρωες βρίσκουν την πολυπόθητη συντροφική αγάπη [«Κάτω απ’ την κληματαριά» (σελ. 17), «Ένα θρανίο πίσω» (σελ. 34)], σε κάποιες μια νέα ζωή ή την ταυτότητά τους [«Η Κυρία Μηχανικού» (σελ. 21), «Χιονισμένο έλατο» (σελ. 111)], ενώ σε κάποιες άλλες υπάρχει ένα πικρό τέλος [«Το δαιμόνιο» (σελ. 45), «Η βασίλισσα των πουλιών» (σελ. 49)]. Σε αυτές τις τελευταίες είναι που κυριαρχεί το φάσμα τής −είτε από επιλογή είτε κατ’ ανάγκη− μοναξιάς. Η δε αξιοπρέπεια ωθεί τους πρωταγωνιστές να πάρουν γενναίες αποφάσεις: Στο διήγημα «Θεομηνία» (σελ. 84), η ηρωίδα «[…] Δεν θα πει τίποτα σε κανέναν. Θα το ξέρει μόνο αυτή και ο γιατρός. Θα φύγει όπως ήρθε. Κυρία στη ζωή! Κυρία και στον θάνατο.», και αυτές θα είναι οι τελευταίες της σκέψεις στο αυτοκίνητό της έξω από μια κλινική, ενώ στο επόμενο, «Μαλδίβες» (σελ. 87), η δασκάλα προφασίζεται στους μαθητές της ότι θα πάει ταξίδι του μέλιτος στο ομώνυμο σύμπλεγμα νήσων, όμως στην πραγματικότητα έχει να αντιμετωπίσει ένα σοβαρό ιατρικό θέμα. Αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι μοιάζει να υπάρχει ένα αόρατο νήμα το οποίο συνδέει όλα τα διηγήματα του βιβλίου από το πρώτο ώς το τελευταίο, σχηματίζοντας μικρές αρμαθιές ιστοριών ή, με άλλα λόγια, άτυπες ενότητες που αφορούν σε ομοειδή περιστατικά ή πάθη. Η δε συγγραφέας, σαν σε δεύτερο πλάνο, θα έλεγε κανείς ότι παρακολουθεί από κάποια απόσταση τους ήρωές της, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι είναι αδιάφορη για εκείνους, περιγράφοντας τα όσα τούς συμβαίνουν με γλώσσα απλή και κατανοητή, γλαφυρή όπου χρειάζεται. Δεν θα διστάσει ωστόσο να πλάσει νέες λέξεις: Στο διήγημα «Μια ιστορία του χωριού» (σελ. 25), όταν «[…] Πέρασαν κάμποσες μέρες και τα κουτσομπολιά έπαιρναν κι έδιναν για τον ερχομό της κοπέλας. Μάνα και κόρη κλειδοστόμιασαν […]», ενώ ως «Φοβοκτόνο» θα μεταφράσει τη «μαγική» συσκευή που με το πάτημα ενός κουμπιού σταματάει τους φόβους, στο διήγημα «Fear Killer – Φοβοκτόνος» (σελ. 92).
Τη συγγραφέα απασχολούν τέλος οι δυνατοί δεσμοί που ενώνουν τους ανθρώπους με τους προσφιλείς τους οι οποίοι έχουν περάσει στην άλλη ζωή: Ένας παππούς θα σπεύσει να μεταφέρει στη σύζυγό του στο κοιμητήριο ότι ο εγγονός τους ανδρώθηκε πρωτοστατώντας σε ένα αντιφασιστικό συλλαλητήριο [«Τα κατάφερες παλικάρι μου» (σελ. 31)], μια κόρη θυμάται τις στιγμές που έπινε καφέ με τον πατέρα της και πάει να του πει «χρόνια πολλά» στην τελευταία του κατοικία [«Νυχτερινός επισκέπτης» (σελ. 80)] και μια ανιψιά κρατάει την υπόσχεσή της απέναντι στον μοναχικό θείο της να τον πάει στο χωριό τους [«Η υπόσχεση» (σελ. 116)], μόνο που αυτό συμβαίνει κατά την ημέρα της κηδείας του.
Σε μια εποχή μάλλον δυστοπική, όπου κυριαρχούν η αδιαφορία, η απομόνωση και ο ατομικισμός, η Ελένη Καραγιάννη εμφανίζει μπροστά μας ένα κόκκινο τάπερ και εγκάρδια μας κερνά μικρές νόστιμες σφολιάτες γεμάτες συγκίνηση και ενσυναίσθηση, κάποιες δε λίγο πιο νόστιμες από τα δάκρυα της δικής μας νοσταλγίας.
Αν τα αίτια για όσα συμβαίνουν στις ανθρώπινες κοινωνίες είναι κυρίως οικονομικά, με μια από τις πρώτες «παράπλευρες απώλειές» τους να είναι η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, Το κόκκινο τάπερ μάς διδάσκει σαράντα έξι τρόπους για να μην χάσουμε την ανθρωπιά μας.
Ο Δημήτρης Γ. Παπαστεργίου γεννήθηκε το 1968 στη Βέροια όπου και ζει. Έχουν εκδοθεί οι ποιητικές συλλογές του, Η τράπουλα του καλοκαιριού (Ars Poetica, 2012), Furor Scribendi (Ars Poetica, 2013), Ο άστεγος της οδού Χαμογέλων (Σαιξπηρικόν, 2015), Έλαβον (Σαιξπηρικόν, 2017), Τα μεροκάματα ενός έρωτα (Εντευκτήριο, 2019), Της μιας ανάσας ποιήματα (Κουκκίδα, 2021), Όλα στο μαύρο (Ρώμη, 2022), Οκτώηχος Της Αχανούς (Ρώμη, 2023), Κάτοψη (Ρώμη, 2023) και Αλήθειες & Μυθεύματα [24 ώρες] (ΑΩ Εκδόσεις, 2025). Ποιήματά του έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά και ανθολογίες.