Ο Padraic Colum (Παντράις Κόλουμ, 1881 Ιρλανδία – 1972 ΗΠΑ) ήταν Ιρλανδός ποιητής, μυθιστοριογράφος, δραματουργός, βιογράφος, θεατρικός συγγραφέας, συγγραφέας παιδικών βιβλίων και συλλέκτης λαογραφίας. Υπήρξε μια από τις κορυφαίες μορφές της Ιρλανδικής Λογοτεχνικής Αναγέννησης.
Padraic Colum
Tulips
An age being mathematical, these flowers
Of linear stalks and spheroid blooms were prized
By men with wakened, speculative minds,
And when with mathematics they explored
The Macrocosm, and came at last to
The Vital Spirit of the World, and named it
Invisible Pure Fire, or, say, the Light,
The Tulips were the Light’s receptacles.
The gold, the bronze, the red, the bright-swart Tulips!
No emblems they for us who no more dream
Of mathematics burgeoning to light
With Newton’s prism and Spinoza’s lens,
Or Berkeley’s ultimate, Invisible Pure Fire.
In colored state and carven brilliancy
We see them now, or, more illumined,
In sudden fieriness, as flowers fit
To go with vestments red on Pentecost.
[May 1944]
Παντράις Κόλουμ
Τουλίπες
Σε μια μαθηματική εποχή, αυτά τα λουλούδια
με ευθύγραμμους μίσχους και σφαιρικά άνθη είναι περιζήτητα
από ανθρώπους με ξύπνιο και περίεργο νου
και όταν με τα Μαθηματικά εξερευνούν
τον Μακρόκοσμο και φτάνουν επιτέλους
στο Ζωοποιό Πνεύμα του Κόσμου και το ονομάζουν
Αόρατη Καθαρή Φωτιά ή ας πούμε το Φως
οι Τουλίπες είναι οι δέκτες του Φωτός.
Οι χρυσές, οι χάλκινες, οι κόκκινες, οι φωτεινές μαύρες Τουλίπες!
Δεν είναι σύμβολα για μας που δεν ονειρευόμαστε πια
τα Μαθηματικά να ανθίζουν στο φως
με το πρίσμα του Νεύτωνα και τους φακούς του Σπινόζα
ή με του Μπέρκλεϊ την υπέρτατη Αόρατη Καθαρή Φωτιά.
Με τα χρώματά τους και τη σμιλευμένη τους λαμπρότητα
τις βλέπουμε τώρα ή πιο φωτισμένες
στην ξαφνική πύρωση, καθώς τα λουλούδια ταιριάζουν
και πάνε με τα κόκκινα άμφια της Πεντηκοστής.
Ενώ δεν έχει ακόμα τελειώσει ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος, τον Μάη του 44, ο Padraic Colum θεωρεί ήδη την εποχή ως ‘μια μαθηματική εποχή’, στην οποία αφενός οι τουλίπες είναι περιζήτητες από τους ευφυείς ανθρώπους, λόγω του ότι συνδυάζουν το ευθύγραμμο με το σφαιρικό, αφετέρου οι ερευνητικοί άνθρωποι ‘με τα Μαθηματικά εξερευνούν τον Μακρόκοσμο’.
Τελικά, με ένα μεταφυσικό ή απλά ποιητικό/ φαντασιακό άλμα, ‘φτάνουν επιτέλους στο Ζωοποιό Πνεύμα του Κόσμου και το ονομάζουν Αόρατη Καθαρή Φωτιά ή ας πούμε το Φως’ –έτσι υλοποιείται το Πνεύμα και τίθεται η βάση για το τέλος του ποιήματος και την αναφορά στην Πεντηκοστή με τις φλόγες και την επιφοίτηση.
Οι τουλίπες, σε όλες τις χρωματικές εκφάνσεις, ‘δεν είναι σύμβολα για μας που δεν ονειρευόμαστε πια τα Μαθηματικά να ανθίζουν στο φως’. Εδώ το ποίημα γειώνεται με αναφορά στην επιστημονική πραγματικότητα ‘με το πρίσμα του Νεύτωνα και τους φακούς του Σπινόζα’ ή στη φιλοσοφική ‘με του Μπέρκλεϊ την υπέρτατη Αόρατη Καθαρή Φωτιά’. Τελικά, ‘οι Τουλίπες είναι οι δέκτες του Φωτός’ όπως οι Απόστολοι τη μέρα της Πεντηκοστής με την οποία ταιριάζουν.
Η χρήση μαθηματικών στοιχείων είναι ήπια, διακριτική και συμβατή με το νόημα του ποιήματος, το οποίο περιλαμβάνεται σε πολλές ανθολογίες ‘Μαθηματικής Ποίησης’. Βέβαια, στο ίδιο πνεύμα, μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος τι έχει να πει σήμερα, 80 χρόνια μετά, ένας σύγχρονος ποιητής για τη ‘μαθηματική εποχή’ και για ‘τα Μαθηματικά που εξερευνούν τον Μακρόκοσμο’ και κυρίως ‘για μας που δεν ονειρευόμαστε πια τα Μαθηματικά να ανθίζουν στο φως’. Το μπαλάκι βρίσκεται στους ποιητές.