Η Δήμητρα Χριστοδούλου ακάματη εργάτρια του λόγου, εμφανίζεται ξανά, σε σύντομο διάστημα, στη λογοτεχνική σκηνή με ένα νέο, μαγευτικό έργο με τίτλο «Σε Αβαρές Φαλτσέτο» μουσικές και ιστοριούλες για σφύριγμα, ως υπότιτλο, που συνδυάζει τη δυναμική της γραφής με την ποιητική φαντασία. Το βιβλίο της περιλαμβάνει μια σειρά από μικρά διηγήματα που αγγίζουν την καρδιά και το πνεύμα, άλλοτε με τρυφερότητα και άλλοτε με μια δόσεις βιωματικής μνήμης ή ίσως και κάποιας απόκρυφης νοσταλγίας για στιγμές και πράξεις που εξανεμίστηκαν στον χρόνο. Με έντονα στοιχεία ποιητικής χροιάς, οι ιστορίες της παρασύρουν σε κόσμους απτούς, με πράξεις ανθρώπινες άκρως αληθινές όπου οι αναμνήσεις τους συνυπάρχουν με το όνειρο και την πραγματικότητα.
Οι ποιητικές συνθέσεις που πλαισιώνουν τα διηγήματα είναι γεμάτες από μια μουσικότητα ακόμη κι αν η ρίμα δεν είναι απόλυτα μετρική ανά στίχο, οι παιγνιώδεις στίχοι όπως είναι έξυπνα και έμπειρα αποδομένοι, αναδεικνύουν την πολλαπλή δημιουργικότητα και το ξεχωριστό ύφος της Χριστοδούλου. Τα «τραγουδάκια» (όπως τα αναφέρει) δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια γιορτή της ζωής, που συνδυάζει τη χαρά με την απλότητα και την καθημερινότητα με το θαύμα. Κάθε στίχος μπορεί να γίνει μια μελωδία στην ψυχή του αναγνώστη, προσκαλώντας την στον χορό της χαράς.
Τα ποιήματα φανερώνουν την αμεσότητα μιας αλήθειας όπως συμβαίνει πραγματικά στη ζωή αποπνέοντας έναν μεστό ρεαλισμό που γραπώνει το μυαλό. Μέσα από αυτά, η Δήμητρα Χριστοδούλου μας προσκαλεί να εξερευνήσουμε τις διαφορετικές πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης, να αναγνωρίσουμε τις σχέσεις μας και να χαρούμε τις μικρές, μα σημαντικές στιγμές της ζωής.
Αυτό το βιβλίο δεν είναι απλά ένα λογοτεχνικό έργο, αλλά μια πρόκληση να επανακαθορίσουμε τη σχέση μας με τον έσω κόσμο μας, να αναζητήσουμε την ομορφιά μέσα στην καθημερινότητα και να αφεθούμε στα συναισθήματα που προκαλεί η τέχνη της γραφής. Με την υπογραφή που φέρει το όνομα της, κάθε σελίδα υπόσχεται μια νέα ανακάλυψη, μια νέα περιπέτεια στην ανάγνωση και την προσωπική μας αναζήτηση.
Αναφέρω ένα μικρό διήγημα για να μπορέσω αν καταφέρω να προσεγγίσω το βαθύ συναίσθημα της ποιήτριας όσο και του Ανθρώπου, Δήμητρα Χριστοδούλου.
Ο Λιποθυμισμένος
«Και κάθε βράδυ θα σκεπάζεις το κλουβί του με ένα ύφασμα, για να μην το ενοχλούν τα φώτα και να μπορεί να κοιμάται ήσυχα. Το κυριότερο: μην το συνηθίσεις να τρέφεται περισσότερο απ’ όσο πρέπει». Το τήρησα. Άφηνα το πουλί να αναπαύεται, φρόντιζα το διαιτολόγιο του, διατηρούσα το κλουβί καθαρό. Ποτέ δεν είδε τα βασανιστικά μου ξενύχτια, τους γελοίους κόπους της αϋπνίας μου, τις κρίσεις της βουλιμίας μου κάθε φορά που αποτύχαινα, το ακατάστατο δωμάτιο με τις δαγκωματιές της βρομιάς. Γιατί λοιπόν δεν κελάηδησε ποτέ; Γιατί δεν έβρισκε τους ήχους της φύσης του; «Δοκίμασε να το ελευθερώσεις αλλά καταλαβαίνεις ότι το σπρώχνεις σε βέβαιο θάνατο. Πέρα σε από την ατροφία των ενστίκτων επιβίωσης πού ένα έγκλειστο πουλί αναπτύσσει, είναι και μάλλον γηραιό πια. Όμως αν σε καταθλίβει η αφωνία του, κάνε το, μόνο κοίτα να είσαι σύντομος. Δεν είναι εύκολη αυτή η διαδικασία». Το έκανα. Μου άφησε απλώς ‘ένα δύο πούπουλα απ’ την ουρά του πλάι στο πορτατίφ. Και αυτό ήταν ο δικός του ανάκουστος κελαηδισμός.
Το διήγημα «Ο Λιποθυμισμένος» αναδύει μια έντονη ατμόσφαιρα συναισθηματικής έντασης και μελαγχολίας. Εξερευνά τις ανησυχίες και τις εσωτερικές συγκρούσεις του αφηγητή. Ο πουλί, που εγκλωβίζεται σε ένα κλουβί, λειτουργεί ως σύμβολο της απομόνωσης, της μοναχικότητας, του πόνου και της έλλειψης οξυγόνου. Ασφυξία. Η φροντίδα που παρέχει ο αφηγητής στο πουλί είναι ταυτόχρονα ένας καθρέφτης των δικών του συναισθημάτων: μία κρίση εμμονής που προέρχεται από την προσπάθεια να καλυφθεί η δική του κενότητα και η αίσθηση αδυναμίας.
Η μελαγχολία και η μοναξιά διαπνέουν τον λόγο του αφηγητή, ο οποίος φαίνεται να υποφέρει από μια αϋπνία που παραπέμπει σε βαθύτερες ψυχολογικές διαταραχές. Η διάθεση για επιμέλεια και φροντίδα προς το πουλί αντιτίθεται με την αναγνώριση των προσωπικών του δαιμόνων, των «γελοίων κόπων της αϋπνίας» και της «βουλιμίας» του. Το πουλί, το οποίο παραμένει σιωπηλό, υποδηλώνει μια αίσθηση αδυναμίας ή αποτυχίας, κάτι που μπορεί να αναγνωστεί ως αντανάκλαση της εσωτερικής κατάστασης του αφηγητή.
Η απόφαση του να απελευθερώσει το πουλί υποδηλώνει μια κρίσιμη στροφή προς την απελευθέρωση και την παραδοχή της πραγματικότητας. Παρ’ όλα αυτά, η ελευθερία του πουλιού δεν συνοδεύεται από την ελπίδα της σωτηρίας, αλλά από την αναγνώριση της θνητότητας και των περιορισμών της ζωής.
Η απλότητα και η σιωπή της αποχώρησής του, τα «ένα δύο πούπουλα απ’ την ουρά του», προσθέτει μια σκληρή δόση ρεαλισμού, δείχνοντας ότι οι αποφάσεις που φαίνονται σωστές, σίγουρα είναι και επώδυνες.
Τα συναισθήματα που περικλείονται στο διήγημα είναι πολυδιάστατα: από την αγάπη και τη φροντίδα μέχρι την απογοήτευση και την αίσθηση της απώλειας. Ο αφηγητής βρίσκεται σε μια συνεχή αναζήτηση του νοήματος, της ελευθερίας και της σύνδεσης, ενώ ταυτόχρονα παλεύει με την αίσθηση της απομόνωσης και της ανυπαρξίας. Αυτή η συναισθηματική πολυπλοκότητα καθιστά το διήγημα ιδιαίτερα δυναμικό και συγκινητικό, προκαλώντας τον αναγνώστη να σκεφτεί τις δικές του συνθήκες και τους τρόπους που σχετίζεται με την έννοια της ελευθερίας και της αποδοχής.
Η δημιουργική ικανότητα που διαχέεται από το αλληγορικό πνεύμα της ποιήτριας. Η ικανότητα των αναπαραστάσεων πραγμάτων ή γεγονότων γεννούν ιδέες στη συνείδηση του αναγνώστη που τον καθιστούν συνεργό σε κάθε σελίδα.
Κι αν αυτό δεν είναι επιτυχία για ένα βιβλίο, τότε τι είναι;