ΣΚΕΨΕΙΣ ΠΟΥ ΠΕΙΘΟΥΝ
Η ποιητική συλλογή Εν αγνοία μου έχει, όπως κάθε βιβλίο, την ιστορία και την προϊστορία της. Υπήρξαν προηγουμένες μορφές και μπορεί να δούμε διαφοροποιήσεις σε μελλοντική επανέκδοση. Τα ποιήματα γράφτηκαν στη διάρκεια αρκετών χρόνων. Ορισμένα από αυτά μοιάζουν ιδιαίτερα σμιλεμένα μέσα στην απλότητά τους. Ο τίτλος επιδέχεται διαφορετικές ερμηνείες, η κάθε μια με το δικό της ειδικό βάρος. Όποια και αν είναι η ερμηνεία που θα επιλέξουμε, παραμένει ένας ωραίος τίτλος και μάλιστα στη δοτική. Όσο για το περιεχόμενο του βιβλίου, μπορεί να διαβαστεί σε μισή ώρα, μπορεί να διαβάζεται και για χρόνια.
Η πρώτη ύλη για τα ποιήματα της συλλογής δεν προέρχεται μόνο από λέξεις και κείμενα, αλλά και από εικόνες, μιας και ο δημιουργός των ποιημάτων είναι αγιογράφος και ασχολείται με την τέχνη του πολλές ώρες καθημερινά για τρεις περίπου δεκαετίες. Την αμεσότητα, την απλότητα και το εσωτερικό φως των βυζαντινών εικόνων συναντάμε στα σύντομα αυτά ποιήματα. Χωρίς όμως την αισθητική ακαμψία και τον φόβο για δογματικές παρεκκλίσεις.
Πολλά από τα ποιήματα εκκινούν από τις απλές σκέψεις ενός ελεύθερα σκεπτόμενου ανθρώπου και αμέσως πείθουν με την αυτονόητη ή με την παράδοξη αλήθεια που περικλείουν. Ανεξάρτητα όμως από την αξία των σκέψεων που εμπεριέχονται σε αυτά, και η οποία είναι υποκειμενική, πρόκειται, παρά τη συντομία τους, για ολοκληρωμένα ποιήματα, που προσφέρουν την ανάλογη αισθητική απόλαυση. Μερικά αναφέρονται σε πράγματα και γεγονότα και άλλα, τα περισσότερα, σε έννοιες και ιδέες. Σε ιδέες όμως που δεν αφορούν ένα επίπεδο θεωρίας ή βιβλιογραφίας, αλλά που έχουν σχεδόν πάντα αντίκρισμα στην πραγματική ζωή.
Γενικώς τα δίστιχα ή τα λίγο μεγαλύτερα ολιγόστιχα ποιήματα έχουν τις μακρινές τους ρίζες σε μεγάλες αρχαίες παραδόσεις, όπως για παράδειγμα στα επιτύμβια επιγράμματα (και γενικώς στα επιγράμματα) και στο είδος της ποίησης που περιλαμβάνεται στην Παλατινή Ανθολογία. Λόγω όμως της συντομίας, της συμπύκνωσης και του ενιαίου νοήματος έρχονται εδώ στον νου του αναγνώστη και τα γιαπωνέζικα χαϊκού. Τα ποιήματα της συλλογής, αν και δύσκολα θα μπορούσαν να ενταχθούν σε κάποια σύγχρονη τάση ή σε ποιητικά ρεύματα της εποχής μας, μπορούν ωστόσο να ενταχθούν στη μεγάλη παράδοση της ποίησης.
Ο Σαμοΐλης, ως αγιογράφος, δεν δημιουργεί ποτέ απόθεμα εικόνων, «στοκ» όπως το ονομάζουν οι άνθρωποι της αγοράς, αφού ζωγραφίζει την κάθε εικόνα μόνο μετά από παραγγελία. Πρέπει να γνωρίζει τον αποδέκτη, ώστε το έργο όχι απλώς να εικονίζει πρόσωπα, αλλά και να είναι «προσωπικό». Αυτή η προσωπική σχέση θα προκύψει και μεταξύ αναγνωστών και της παρούσας συλλογής. Ακόμη και αν δεν τους αρέσουν όλα τα ποιήματα του βιβλίου, θεωρώ πολύ πιθανό ότι με ορισμένα από αυτά θα ταυτιστούν.
Ο Κ. Σ. είχε γνωριστεί προσωπικά με τον γνωστό πεζογράφο της Θεσσαλονίκης Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη, αλλά και με έναν στενό φίλο του Πεντζίκη, τον μοναχό Παῒσιο, που αργότερα ανακηρύχθηκε άγιος από την Εκκλησία. Άκουσε μάλιστα τον Παῒσιο να μιλά για τον Πεντζίκη. Το ενδιαφέρον εδώ βρίσκεται στο ότι αφήνει έξω από τους στίχους του αναφορές στην πίστη του και στη μεγάλη θεολογική και καλλιτεχνική παράδοση στην οποία είναι ενταγμένος, αν όχι στρατευμένος. Αυτό δείχνει σεβασμό και στην εκκλησιαστική παράδοση και, κυρίως, στην ιερή παράδοση της ποίησης.
Διονύσης Στεργιούλας
(Κείμενο ομιλίας από την εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου, Θεσσαλονίκη, 13.2.2023)