«Να είσαι ρεαλίστρια, να ζητάς το αδύνατο»*
Αγαπά το καλοκαίρι. Μπορεί να κάνει φοβερή ζέστη και η φίλη της η Συλβί από τη Γαλλία να διερωτάται πώς αντέχει, όμως αυτή αγαπά το καυτό καλοκαίρι. Η Συλβί δεν αντέχει τόσο ιδρώτα και σκόνη και δεν έρχεται στο νησί ποτέ το καλοκαίρι.
- Συλβί, στις παραλίες γίνεται χαμός, βουλιάζει ο τόπος από τουρίστες, Αύγουστος μήνας, ζέστη, μα εγώ ξέρω κάτι απόμερες ακρογιαλιές, φανταστικές! Η θάλασσα, ο ουρανός και η παρέα μας, χαιρετισμούς από όλα τα παιδιά… Της στέλνει μήνυμα, ποστάρει και φωτογραφίες. Η θάλασσα καθρέφτης και το φως χρυσίζει μέσα από ιριδισμούς κι αντανακλάσεις. Συλβί, τα βουνά μοσχομυρίζουν αλλιώτικα τώρα με τη ζέστη. Και στέλνει βιντεάκια με πευκοβελόνες, με μπλε και μωβ αγκαθωτές ακτίνες λουλουδιών, λευκά και ροζ ανθάκια επάνω σε μυριστικούς θάμνους.
- Συλβί, το Φθινόπωρο είναι η αγαπημένη μου εποχή, της λέει. Δεν έρχομαι τώρα στο Παρίσι. Κάθε μήνας και κάθε μέρα εδώ, είναι γιορτή. Πολλές γιορτές. Της Μαρίας, της Παναγιώτας, του Σταύρου, της Ευφροσύνης, της Θέκλας, του Κυπριανού, του Λουκά, του Δημήτριου, του Μηνά, του Νεκτάριου, της Κατερίνας, του Στυλιανού, του Αντρέα … Και πάνε και έρχονται γλυκά από το φούρνο και ευωδιάζουν τα ταψιά από τις κουζίνες των γιαγιάδων. Και καταφτάνουν στα σπίτια οι ανθοδέσμες και οι γλάστρες. Στην εκκλησιά τα πρόσφορα, στα σπίτια και στα καφενεία, στις ταβέρνες κεράσματα και μουσικές.
- Συλβί, Χριστούγεννα! Χριστόψωμα, κουραμπιέδες. Κάλαντα και μουσικές, εκκλησιές, δώρα και ευχές. Αγαπώ το Χειμώνα στο νησί. Το κύμα σκάει άγριο και ορμητικό στα βράχια. Οι βροχές είναι πολυπόθητες, τα χιόνια ακριβοθώρητοι επισκέπτες στα βουνά. Γλυκύτατες αλκυονίδες μέρες τώρα, δεν έχω αποφασίσει πότε θα έρθω στο Παρίσι.
- Συλβί! Ωραίο όνομα, ταιριάζει ανάμεσα σε λουλούδια. Λαλέδες, παπαρούνες, κυκλάμινα, κρινάκια, λαμψάνες, λάζαροι, μαργαριτούλες, καμπανούλες, μυροφόρες… Δρασκελάει ρυάκια, περνά ανάμεσα σε ασπαλάθους, σε ασφόδελους, αναθρίκες. Ο κάμπος καταπράσινος, διάφανο το φως, ένας παλμός καρδιακός ο άνεμος, κουβαλάει και ανεβάζει ως τα βουνά την ανατριχίλα της θάλασσας, το κύμα φουσκώνει και σβήνει γλυκά στις αμμουδιές. Τινάζει ψηλά το λευκό αφρό να σμίξει με τα άνθη της αμυγδαλιάς. Ο ήλιος σκάει χαμόγελα, καινούργιες υποσχέσεις, ανθίζουν όλα τα πλάσματα που ποτίζει με φως.
- Ω, τι θεϊκή ανάσταση! Σκάνε μπουμπούκια, ετοιμάζονται καρποί. Πουλιά και ζουζούνια ζωηρεύουν. Το φως το Λαμπρό κι η Λαμπρή, ένα σεντόνι από άγια πνεύματα, αγκαλιάζει με μητρική αγάπη κορμάκια βρεφικά, νιούτσικα ζωηρά, σώματα ώριμα και κουρασμένα, γέρικα.
Τριγυρίζει μέσα στους κάμπους, περπατά στα βράχια και στις παραλίες, ανεβαίνει στα βουνά. Μαζί με τη φίλη της, τη Συλβί που αγαπά την Άνοιξη και διαλέγει πάντα αυτή την εποχή να έρχεται στην Κύπρο. Οι φωνές τους κυματίζουν μια σημαία χαράς.
Τέλη Απριλίου φεύγουν, ταξιδεύουν και οι δυο στη Γαλλία. Συλβί, τι θαυμάσια λιβάδια από λεβάντες. Συλβί, τι όμορφος που είναι ο Μάης στο Παρίσι. Κήποι μυστικοί και φανεροί, δρόμοι με ανθοπωλεία και ανθοπώλες που δένουν ανθοδέσμες. Συλβί, πρώτη φορά βλέπω να δένουν το όνειρο, το άπιαστο να γίνεται χειροπιαστό. Συλβί, πάνω από το νησί μου ταξιδεύουν άπιαστα όνειρα. Κρίνα και ρόδα, μυροφόρες του Μαχαιρά, κυκλάμινα του Πενταδάκτυλου, αθάνατα και κρινάκια της θάλασσας σε αμμουδερά χώματα. Σε όλο το μελλοθάνατο πλανήτη μας ταξιδεύουν άνθρωποι από όλες τις φυλές, που ονειρεύονται. Συλβί, έχεις δίκιο να μου λες ξανά και ξανά. «Να ονειρεύεσαι! Να είσαι ρεαλίστρια φίλη μου, να ζητάς το αδύνατο».
*Ένα από τα συνθήματα της εξέγερσης των φοιτητών στη Γαλλία τον Μάη του ΄68
Ευφροσύνη Μαντά- Λαζάρου
21/3/2024