Η ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΟ
Από έναν πρόλογο για το βιβλίο της Άννα Καβάν, Πάγος[3]
*Το κείμενο αυτό γράφτηκε για τη βρετανική έκδοση του βιβλίου της Καβάν «Πάγος», στην οποία όμως, εν τέλει, δεν συμπεριελήφθη. Δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο Anaïs: An International Journal, Τεύχος 9, 1991.
Πάντα θαύμαζα την Άννα Καβάν γιατί ήταν μία από τις ελάχιστες σε αριθμό συγγραφείς που τόλμησαν να εξερευνήσουν τους νυχτερινούς κόσμους των ονείρων, τις φαντασιώσεις, αλλά και την ίδια φαντασία. Μια τέτοια αναδίφηση απαιτεί κουράγιο και μεγάλες δυνατότητες στο πεδίο της έκφρασης. Όσο τα γεγονότα του αισθητού σε εμάς κόσμου μάς δίνουν όλο και μεγαλύτερες αποδείξεις για τη συχνότητα παράλογων ενορμήσεων, τόσο πιο περίεργο φαντάζει να τα εξερευνά κανείς όλα αυτά με τη λογική. Θα πρέπει, ως εκ τούτου, να μάθουμε πώς να αποκωδικοποιούμε, να κατανοούμε και να ελέγχουμε το παράλογο.
♦
Ο Ρόναλντ Ντ. Λάινγκ γράφει στο Η Πολιτική της Εμπειρίας: «Όλοι ζούμε με την ελπίδα ότι οι ειλικρινείς συναντήσεις μεταξύ των ανθρώπινων πλασμάτων μπορούν ακόμα να είναι πιθανές. Ο στόχος της ψυχοθεραπείας συνίσταται στο να απομακρύνει όλα αυτά που στέκονται εμπόδια μεταξύ των ανθρώπων: δεκανίκια, μάσκες, ρόλους, ψεύδη, άμυνες, άγχη, προβολές κι ενδοβολές, εν ολίγοις, ό,τι κουβαλάμε μαζί μας από το παρελθόν, μεταβιβάσεις και αντι-μεταβιβάσεις των οποίων κάνουμε χρήση στη ζωή μας κατ’ έθος, συμπαιγνίες· όλα αυτά, με τρόπο πνευματώδη ή ακόμη και χαζό, γίνονται το νόμισμά μας στο πεδίο των σχέσεων.»
Ένας συγγραφέας που στο έργο του εκθέτει τα σχέδια και τις μορφές του ασυνειδήτου μπορεί να λειτουργήσει επικουρικά ώστε να ανασηκωθεί αποκαλυπτικά το πέπλο όλων αυτών των συσκοτιστικών για τη ζωή μας στοιχείων. Από το πρώτο της κιόλας βιβλίο η Άννα Καβάν εισήλθε σ’ αυτό το θαυμαστό πεδίο, ξεκινώντας με το Το Σπίτι του Ύπνου (The House of Sleep, 1947), ένα ξεκίνημα αξιοσημείωτο· έπειτα, με το κλασικό –και κατ’ εμέ ισάξιο με έργο του Κάφκα– Asylum Piece[4] (1940). Στο Asylum Piece τα μη λογικά ανθρώπινα όντα, εγκλωβισμένα σε ένα δίχτυ παραισθήσεων συνεχίζουν να προσπαθούν σκληρά προκειμένου να διατηρήσουν –να συντηρήσουν– μια ανοιχτή γραμμή διαλόγου με όσους δεν μπορούν να τα καταλάβουν. Για τον ποιητή και τον ψυχολόγο τέτοιου είδους συμβολικές πράξεις και λόγος είναι ξεκάθαρα και κατανοητά. Σε μετέπειτα βιβλία της Άννας Καβάν οι αφυπνισμένοι ονειροπόλοι έχουν πάψει πια να προσπαθούν· αντιμετωπίζουν την ολομέτωπη επίθεση της μοναξιάς για να αφηγηθούν, στη συνέχεια, τις περιπέτειές τους. Σε αυτό το νέο βιβλίο, το Πάγος (1967), όλα μοιάζουν πια σαν μια πιστή αντανάκλαση της έξωθεν μαρτυρίας του κόσμου, αλλά και του πώς το στοιχείο του παραλόγου και του αποτρόπαιου μπορούν να επηρεάσουν βαθιά ένα ανθρώπινο πλάσμα.
Τρέφουμε θαυμασμό για τους δύτες που εξερευνούν το βάθος του ωκεανού. Αλλά δεν θαυμάζουμε αρκετά όσους ανθρώπους είναι σε θέση να περιγράψουν τις νυχτερινές τους εμπειρίες, εκείνους που εκθέτουν κι αποδεικνύουν δημόσια ότι η επιφάνεια δεν εμπεριέχει το κλειδί για την αυθεντική εμπειρία, ότι η αλήθεια βρίκεται σ’ εκείνο που αισθανόμαστε κι όχι μονάχα σ’ εκείνο που βλέπουμε. Η εξοικείωσή μας με τοπία εσωτερικά θα μπορούσε, εν τέλει, να φωτίσει καθοριστικά το μυστήριο του ανθρώπινου μυαλού. Ο επιστήμονας μπορεί να παρατηρεί τα ψυχολογικά φαινόμενα, αλλά ο συγγραφέας μπορεί να έχει την συναισθηματική τους εμπειρία. Ετούτο το βιβλίο δεν είναι απλώς ένα προσωπικό, αλλά κι ένα μοναδικό ταξίδι στους αντίποδες του νου. Γιατί το ασυνείδητο είναι ένας οικουμενικός ωκεανός που μέσα του κολυμπούν οι ρίζες όλων μας.
[1] Anais Nin (1903-1977): συγγραφέας ισπανικής, κουβανικής, γαλλικής και δανέζικης καταγωγής, γεννήθηκε στο Παρίσι. Πατέρας της ήταν ο Κουβανός συνθέτης και πιανίστας Joaquin Nin, γαλλικής καταγωγής, και μητέρα της η Κουβανή τραγουδίστρια Rosa Culmell, με μικτή γαλλική και δανέζικη καταγωγή. Μετά τον χωρισμό των γονιών της, η Αναΐς θα ακολουθήσει τη μητέρα και τα δύο αδέλφια της στη Βαρκελώνη και στη συνέχεια στη Νέα Υόρκη, όπου θα μάθει άπταιστα αγγλικά, διατηρώντας τα γαλλικά της, αλλά λησμονώντας πλήρως τα ισπανικά. Παρά την πλειάδα των έργων της, η Νιν έγινε κυρίως γνωστή το 1966 όταν εκδόθηκε ο πρώτος τόμος των Ημερολογίων της (1931-1934), που βρήκε μεγάλη απήχηση στο κοινό.
Ακολούθησαν άλλοι τρεις (1934-1947) — συνολικά έξι τόμοι ημερολογίων. Η ανταπόκριση που συνάντησε η τολμηρή και ειλικρινής γραφή της, την ενθάρρυνε να επιτρέψει, τη δεκαετία του ’70, τη δημοσίευση των ερωτικών της κειμένων τα οποία είχε γράψει επ’ αμοιβή τη δεκαετία του ’40, για λογαριασμό ενός συλλέκτη, μαζί με τους Χένρι Μίλερ, Τζορτζ Μπάρκερ, Ρόμπερτ Ντάνκαν και άλλους φίλους τους, που σήμερα θεωρούνται κλασικά στο είδος τους (ιδίως οι συλλογές διηγημάτων Το τρίγωνο της Αφροδίτης και Μικρά πουλιά). Πέθανε στο Λος Άντζελες, το 1977, μετά από μάχη με τον έχοντας ανακηρυχθεί επίτιμη διδάκτορας του Philadelphia College of Art, το 1973, και εκλεγμένο μέλος του United States National Institute of Arts and Letters, το 1974.
[2] Anna Kavan (1901-1968): Ψευδώνυμο της Helen Emily Woods, Βρετανής μυθιστοριογράφου, “μια απ’ τις πιο μυστηριώδεις μοντέρνες συγγραφείς” κατά τον J.G. Ballard. Ο Lawrence Durrell θεωρούσε πως η Καβάν ήταν, κατά κάποιον τρόπο, συνεχίστρια της δημιουργικής γραμμής των Virginia Woolf και Djuna Barnes.
[3] Το Πάγος είναι το τελευταίο μυθιστόρημα της Άννας Καβάν που δημοσιεύτηκε πριν από τον θάνατό της.
[4] Πρόκειται για το πρώτο βιβλίο που η Καβάν δημοσίευσε χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμό της. “Πρόκειται για μια συλλογή “παράξενα κι αλλόκοτα δυεισδυτική στο πεδίο της λειτουργίας του πάσχοντος νου, όπου τοπία μη πραγματικά μεταμορφώνονται σε πραγματικότητα, η συγγραφέας αποσύρεται σ’ έναν κόσμο αδύνατο άλλως να «αγγιχθεί», η προσωπικότητα θρυμματίζεται και –το πιο αξιοσημείωτο απ’ όλα είναι το πώς μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο καταφέρνει να εισφέρει λάμψεις καθαρού φωτός, κατανόησης, αλλά κι απελπισίας. Σε κάποιες από τις ιστορίες της η Καβάν επιλέγει την πρωτοπρόσωπη αφήγηση· σε άλλες, την τριτοπρόσωπη· όλες όμως πραγματεύονται ιστορίες ανθρώπων που διαβιούν εντός του περιβάλλοντος του ασύλου ή που για ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα βρίσκονται εκτός αυτού του περιβάλλοντος, στον έξω κόσμο.” (Kirkus Reviews)