You are currently viewing Φάνης Κωστόπουλος: Αντρέ Μαλρό (1901-1976 )-Δανδής, Ευρωπαίος τυχοδιώκτης,  ερασιτέχνης  αρχαιολόγος, νεαρός επαναστάτης, υπουργός  πολιτισμού, είναι μερικές από τις μεταμορφώσεις του.

Φάνης Κωστόπουλος: Αντρέ Μαλρό (1901-1976 )-Δανδής, Ευρωπαίος τυχοδιώκτης, ερασιτέχνης  αρχαιολόγος, νεαρός επαναστάτης, υπουργός πολιτισμού, είναι μερικές από τις μεταμορφώσεις του.

                   

Μια κρυφή Ελλάδα υπάρχει στην καρδιά

όλων των ανθρώπων της Δύσης.

                                                         ΑΝΤΡΕ  ΜΑΛΡΟ 

 

 

        Εκείνο που μπορεί να πει κανείς σήμερα για τον Αντρέ Μαλρό με βεβαιότητα είναι πως, μολονότι έζησε μια ζωή πολύ πιο περιπετειώδη από εκείνη του Χέμινγγουεϊ, αυτό που βαραίνει είναι το γεγονός ότι το έργο του παραμένει αρυτίδωτο. Ακόμα κάτι: για τον Μαλρό ισχύει σε μεγάλο βαθμό εκείνο που ειπώθηκε για έναν εντελώς διαφορετικό συγγραφέα, τον Τζέιμς Τζόις: ότι έγραψε μόνο αριστουργήματα, ενώ πίσω από τον τυχοδιώκτη, τον επαναστάτη ή τον πολιτικό άνδρα παραμένει ανάλλαχτη η λαμπερή μάσκα  του διανοούμενου και του καλλιτέχνη που ασάλευτος παρατηρεί τον χρόνο να μεταμορφώνεται  σαρώνοντας την ιστορία. Διανοούμενοι είναι και οι ήρωες στο έργο του.

Στην Ανθρώπινη μοίρα, για παράδειγμα , οι ήρωες  του βιβλίου δεν είναι προλετάριοι, αλλά διανοούμενοι ,όπως ο συγγραφέας. Επίσης στην Ανθρώπινη Μοίρα όλα εκτυλίσσονται σε μια Ανατολή που δανείζεται από τη Δύση τη δράση και σε αντάλλαγμα της δανείζει τη απάθεια. Σε αυτό τον ταραγμένο από την επανάσταση κόσμο  της Σαγκάης ο Μαλρό αξιοποιεί στο έπακρο τη σημασία της  λεπτομέρειας, κάτι που ήξερε ο Ρόμπερτ-Λούις Στίβενσον ως αρετή του σύγχρονου μυθιστορήματος. Μια βασική παρατήρηση για το έργο του είναι εκείνη που θέλει την πεζογραφία του να μη συνιστά τόσο τη μυθοπλασία  «όσο ένα είδος φαντασιακής επεξεργασίας της εμπειρίας».  Θα έλεγα ακόμη ότι όλο το έργο του Μαλρό,  κοιταγμένο στην προοπτική του χρόνου με τον οποίο έδωσε μια αδυσώπητη και περίτεχνα οργανωμένη μάχη, μοιάζει με ρήγμα στο σκληρό κέλυφος της αιωνιότητας. Τίποτα δεν προδίδει, σε πρώτη τουλάχιστον ματιά,  ότι η μοίρα στάθηκε  ευνοϊκή και ταυτόχρονα αδυσώπητη στον Μαλρό, ο οποίος  στα τριάντα δύο του χρόνια έγραψε το κορυφαίο του μυθιστόρημα – και ένα από τα σημαντικότερα της  ευρωπαϊκής λογοτεχνίας – την Ανθρώπινη μοίρα. Ένα από τα πολλά ωραία σημεία του βιβλίου είναι και αυτό το απόσπασμα που εδώ  παραθέτω.  Η Μέι μόλις έχει επιστρέψει από τη δουλειά της στο σπίτι  και μιλάει με τον σύζυγό της ,  τον επαναστάτη Κίο. Είναι  γιατρός σε ένα από τα κινέζικα νοσοκομεία, αλλά τώρα ερχόταν στο σπίτι από τον τομέα των επαναστατριών γυναικών, του οποίου το παράνομο νοσοκομείο διευθύνει. «Πάντα η ίδια ιστορία, ξέρεις: μόλις άφησα μια δεκαοχτάχρονη κοπέλα, που αποπειράθηκε  ν’ αυτοκτονήσει με ξυράφι. Την εξανάγκασαν να παντρευτεί ένα μεγαλόσχημο κτήνος… Την έφεραν με το κόκκινο νυφικό της, όλο αίματα. Πίσω ερχόταν η μάνα, μια μικρή ζαρωμένη σκιά, που έκλαιγε με λυγμούς, φυσικά… Όταν της είπα πως το κορίτσι της δεν θα πέθαινε, μου απάντησε: ‘ Το κακόμοιρο! Κι όμως της δόθηκε η ευκαιρία να πεθάνει…’ Ευκαιρία… Αυτό λέει πολύ περισσότερα από όσα οι λόγοι που βγάζουμε για την κατάσταση των γυναικών εδώ…».

Το  «κόκκινο νυφικό» που αναφέρει ο συγγραφέας εδώ είναι το παραδοσιακό χρώμα του νυφικού στην Κίνα. Όσο για τη μάνα της κοπέλας- σε μένα τουλάχιστον – φέρνει στη μνήμη τη Φραγκογιαννού του Παπαδιαμάντη, η οποία, όντας σε μεγάλη φτώχεια, δογμάτιζε ότι «ο άνθρωπος δεν συμφέρει να κάνει πολλά κορίτσια» και η συνηθισμένη της ευχή για τα μικρά κορίτσια ήταν «να μη σώσουν!… να μην πάνε παραπάνω!…». Ίδια κατάσταση επικρατούσε και στη μακρινή Σαγκάη.

     Στα γερατειά του, ήταν ακόμη ικανός- όπως και το 1933 με το μυθιστόρημα Ανθρώπινη μοίρα, που τιμήθηκε με το βραβείο Γκονκούρ  να ταράξει τον κόσμο των ευρωπαϊκών γραμμάτων, δημοσιεύοντας το κύκνειο άσμα του τα Αντι-απομνημονεύματα, τα οποία  άλλαξαν τη μορφή της αυτοβιογραφίας και των προσωπικών εξομολογήσεων. Πάντως, προσωπική μου γνώμη είναι ότι ο Μαλρό, σε αυτό το βιβλίο του, πρέπει να είχε στη σκέψη του τα Απομνημονεύματα πέραν του τάφου του Σατομπριάν, όπου η αφήγηση των γεγονότων δεν είναι σε ευθεία γραμμή. Σύμφωνα με τους βιογράφους  και κριτικούς του έργου του, ο πιο σημαντικός χαρακτήρας των βιβλίων του είναι ο ίδιος ο συγγραφέας, ενώ   η αλήθεια αυτή αποκρύπτεται ή μεταμορφώνεται μέσα στο έργο του όπου οι κεντρικοί του ήρωες μιλούν σαν να δρουν και δρουν σαν να μιλούν. Επίσης, είναι αλήθεια ότι το έργο του Μαλρό ελάχιστα μας αφήνει να μάθουμε για την προσωπική του ζωή που σφραγίστηκε από τη βία και τον θάνατο.

Ακόμη και σε αυτά τα Αντι-απομνημονεύματα, εμφανίζονται  τα πολύ στοιχειώδη περιστατικά του οικογενειακού του βίου ως μέρος μόνο του ανθρωπολογικού καμβά που συνθέτει ο συγγραφέας σε αυτό το μείζον έργο του. Πάνω απ΄όλα ο Μαλρό ήταν ένας βαθιά φιλοσοφικός νους, όπως οφείλει να είναι ένας μείζων μυθιστοριογράφος. Η στοχαστική του διάθεση δεν τον εγκατέλειψε ποτέ, ούτε καν στον παραληρηματικό ρυθμό των γεγονότων που συνθέτουν τον αφηγηματικό καμβά. Τέλος, λέγεται ακόμη ότι έδωσε μαθήματα δημιουργικής γραφής στον νομπελίστα συγγραφέα Αλμπέρ  Καμύ.

                                                        *

Ο  Αντρέ Μαλρό γεννήθηκε στο Παρίσι το 1901 και ήταν γόνος εύπορης οικογένειας. Όταν  οι γονείς του χώρισαν, πέρασε τα παιδικά του χρόνια με τη μητέρα του και τη γιαγιά του. Μετά την αποφοίτησή του από το Λύκειο, άρχισε να σπουδάζει γλώσσες της Ανατολής, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του. Μεγάλο μέρος της ευρυμάθειάς του το οφείλει στα προσωπικά του διαβάσματα και στις καθημερινές του επισκέψεις στις βιβλιοθήκες και τα μουσεία. Σε ηλικία 21 ετών συνοδευόμενος από τη συγγραφέα Κλάρα Γκόλτσμιτ (1897- 1982 ), που ήταν η πρώτη του σύζυγος, εγκατέλειψε τη Γαλλία και πήγε στην Ινδοκίνα για να μελετήσει τον ναό Μπαντέι Σρέι, για την ανακάλυψη του οποίου είχε διαβάσει σε κάποιο αρχαιολογικό περιοδικό. Διασχίζοντας το Καμποτζιανό δάσος, έφτασε στον εν λόγω ναό, αφαίρεσε από κει ορισμένα ανάγλυφα και τα πήρε μαζί του στην Πνομ Πενχ, την πρωτεύουσα της Καμπότζης. Εκεί συνελήφθη και καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Με τη μεσολάβηση όμως  της γαλλικής  Κυβέρνησης αφέθηκε τελικά ελεύθερος. Μόλις ξέσπασε η επανάσταση στη Νοτιανατολική Ασία και την Κίνα στα μέσα της δεκαετίας του 1920 και η παλιά τάξη άρχισε  να κλονίζεται, ο  Μαλρό, αφού κατήγγειλε την αποικιοκρατία στην περιοχή, οργάνωσε την Ένωση Νέων του Αννάμ ( τον πρόδρομο των Βιετμίνχ ή την Ένωση για την Ανεξαρτησία του Βιετνάμ ) και ίδρυσε την εφημερίδα Η αλυσοδεμένη Ινδοκίνα ( LIndochine enchainée )  στη Σαϊγκόν, στην οποία αρθρογραφούσε μαχητικά. Στα Αντι-απομνημονεύματα κάνει λόγο για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε η έκδοση αυτής της εφημερίδας: « Η αποικιακή διοίκηση είχε πετύχει να εμποδίσει όλα τα τυπογραφεία της Σαϊγκόν να τυπώνουν την εφημερίδα του Νιου  Αννάμ, την Ινδοκίνα, τον καιρό των λεηλασιών του Μπακλιέ. Οι αγωνιστές είχαν ξαναμοντάρει κάτι πιεστήρια  παλιατσούρες,  κι ήρθα για ν’ αγοράσω στοιχεία από το μόνο στοιχειοχυτήριο που υπήρχε, από την Κεϋλάνη ίσαμε τη Σαγκάη. Είχα ξαναγυρίσει στη Σαϊγκόν με αγγλικούς χαρακτήρες , χωρίς τόνους. Αδύνατο να τυπώσουμε την εφημερίδα. Μια μέρα μπήκε ένας ανναμίτης στοιχειοθέτης., έβγαλε από την τσέπη του ένα μαντίλι δεμένο σαν πουγκί, με τις μύτες του όρθιες σαν αφτιά κουνελιού.  ‘Είν’ όλα é .Υπάρχουν οξείες, βαρείες και περισπωμένες. Για τα διαιρετικά θα ‘ναι πιο δύσκολο. Ίσως να    μπορείτε να κάνετε και χωρίς αυτά. Αύριο μερικοί εργάτες θα σας φέρουν όσες οξείες μπορέσουν’. Άδειασε πάνω στο μάρμαρο τ’ ανάκατα στοιχεία σαν μικρά σπιρτόξυλα, τα  ‘βαλε σε γραμμή  με την άκρη του έμπειρου στοιχειοθετικού δαχτύλου του,  κι έφυγε. Οι συνάδελφοί του ακολούθησαν: Όλοι τους ήξεραν πως αν τους έπιαναν, θα καταδικάζονταν όχι σαν επαναστάτες, αλλά σαν κλέφτες ». Διασχίζοντας την Κίνα ο Μαλρό γνώρισε ( ή τουλάχιστον άφησε να γίνει πιστευτό ότι γνώρισε ) τον Μιχαήλ Μποροντίν, τον ρώσο κομμουνιστή σύμβουλο του Σον Γιατ Σεν και του Τσανγκ Κάι Σεκ, ο οποίος προαισθάνθηκε την επανάσταση που θα ξέσπαγε στην Κίνα και προέβλεψε τη διαφορά της ένοπλης επανάστασης του Μάο Τσε Τουνγκ και της σοβιετικής ορθοδοξίας. Μετά την επιστροφή του στη Γαλλία, έμελλε να ξαναπάει πολλές φορές στη Ασία. Το 1927 έκανε μάλιστα σημαντικές ανακαλύψεις έργων ελληνο-βουδιστικής τέχνης στο Αφγανιστάν και στο Ιράν, ενώ τον Ιούλιο  του 1934 πέταξε πάνω από τη Ρουμπ αλ Χάλι στην Αραβία και ανακάλυψε αρχαιολογικό χώρο που ίσως ήταν η θρυλική πόλη της βιβλικής βασίλισσας του Σαβά που, εντυπωσιασμένη από τη φήμη της σοφίας του βασιλέα Σολομώντα, τον επισκέφτηκε επίσημα και με πλούσια δώρα.

Μια άλλη φάση της ζωής του είναι αυτή που  τον Ιούλιο του 1936  ξέσπασε ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος. Ο Μαλρό διέσχισε τότε τα Πυρηναία και οργάνωσε μέσα σε μια  μόνο εβδομάδα μια διεθνή μοίρα αεροπλάνων της οποίας έγινε μοίραρχος . Μετά από διάφορες αποστολές στο μέτωπο της Μαδρίτης, επισκέφτηκε τις ΗΠΑ, προκειμένου να συγκεντρώσει χρήματα για τους ηρωικά μαχόμενους  δημοκρατικούς.  Το άλλο αριστούργημά του, η Ελπίδα,  είναι βασισμένο στις εμπειρίες του από τον Ισπανικό Εμφύλιο. Δημοσιεύτηκε το1937.Μια κινηματογραφική ταινία, βασισμένη στο βιβλίο του, της οποίας ήταν παραγωγός και σκηνοθέτης στη Βαρκελώνη το 1938, δεν προβλήθηκε στη Γαλλία παρά μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Κατά τη διάρκεια αυτού  του πολέμου  — δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς – μετέχει και στην Αντίσταση. Και ξαφνικά, μετά την απελευθέρωση, όλο αυτό το παρελθόν με τις επαναστάσεις και την αντιστασιακή του δράση  διαγράφεται και στη θέση του παρισινού δανδή του ‘20, του ευρωπαίου τυχοδιώκτη, του διανοούμενου,  του  ερασιτέχνη αρχαιολόγου , του νεαρού επαναστάτη και του αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης εξαφανίζεται και έρχεται στο προσκήνιο  ένας άλλος Μαλρό, ο υπουργός του πολιτισμού της Κυβέρνησης Ντε Γκολ, ο οποίος, καθώς λέει πολύ εύστοχα ο Τζόν Λέοναρντ, αντικατέστησε το σφυροδρέπανο με τον σταυρό της Λωραίνης.

Είκοσι χρόνια μετά τον θάνατό του,  το 1996 , η σποδός του Μαλρό θα μεταφερθεί στο Πάνθεον και τον τιμητικό λόγο θα εκφωνήσει ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Ζακ  Σιράκ. Λίγα χρόνια αργότερα, το 2002, ο ίδιος Πρόεδρος θα εκφωνήσει τον  τιμητικό λόγο και για τη μεταφορά της σποδού του Αλεξάνδρου Δουμά, του συγγραφέα του μυθιστορήματος Οι Τρεις Σωματοφύλακες. Σύμφωνα με τις γαλλικές εφημερίδες, ο Μαλρό είναι ο πέμπτος συγγραφέας που εισέρχεται στο Πάνθεον μετά τον Βολταίρο, τον Ρουσό, τον Ουγκό και το Ζολά. Αναρωτιέται, ωστόσο, κανείς γιατί όχι και ο Προυστ, ο Μπαλζάκ ή ο Σταντάλ.

                                             ——————————–

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.