You are currently viewing Φάνης Κωστόπουλος: Μπορίς Βιάν (1920-1959) – Μια πολύπλευρη προσωπικότητα που ανακάτεψε με όλο της το πάθος τη Γαλλική μεταπολεμική πραγματικότητα.

Φάνης Κωστόπουλος: Μπορίς Βιάν (1920-1959) – Μια πολύπλευρη προσωπικότητα που ανακάτεψε με όλο της το πάθος τη Γαλλική μεταπολεμική πραγματικότητα.

     Ήταν στη δεκαετία του ‘60, τη δεκαετία της σεξουαλικής απελευθέρωσης και του παρισινού Μάη, όταν διάβασα το πιο δημοφιλές μυθιστόρημα του Μπορίς Βιάν Θα φτύσω στους τάφους σας. Ήταν ακόμη η δεκαετία που έφερε πάλι στο φως της δημοσιότητας και διαβάζονταν τότε σε όλο τον κόσμο τα γεμάτα ερωτισμό και πάθος βιβλία αυτού του Γάλλου συγγραφέα. Και το λέω αυτό γιατί το εν λόγω βιβλίο που διάβασα πρωτοδημοσεύτηκε  το 1946, δεκατέσσερα δηλαδή χρόνια πριν μπούμε στη δεκαετία του ’60.

Ο Μπορίς  Βιάν, ο άνθρωπος που αναστάτωσε με το πάθος του τη μεταπολεμική Γαλλία,  γεννήθηκε στη Βιλ ντ’ Αβραί και σπούδασε  στη Σχολή Εφαρμοσμένων Τεχνών, απ’ όπου πήρε πτυχίο  μηχανολόγου μηχανικού το 1942. Αν και ασκούσε  αυτό το επάγγελμα, ο Μπορίς Βιάν δεν ήταν μόνο αυτό που σπούδασε× ήταν ακόμη μυθιστοριογράφος, ποιητής και θεατρικός συγγραφέας, τραγουδοποιός και τραγουδιστής, ηθοποιός και τρομπετίστας, και βέβαια δεν πρέπει να παραλείψω ότι ήταν και ζωγράφος. Είναι αυτός που συνέθεσε το τραγούδι Λιποτάκτης, ένα τραγούδι αντιμιλιταριστικό για όλες τις εποχές.

Ο Μπορίς Βιάν, με το συγγραφικό του έργο, είναι  στη γαλλική λογοτεχνία δημιουργός μιας γλώσσας σύμπαντος, όπως το 1951 ο Τσάλιντζερ με τον Φύλακα στη σίκαλη στην αμερικανική. Η εικονοκλαστική του σχέση με τη γλώσσα και τους θεσμούς, η πολυπραγμοσύνη του, η πολύκροτη δικαστική του περιπέτεια για το  βιβλίο του Θα φτύσω στους τάφους σας και γενικά ο μύθος της προσωπικότητάς του δεν επέτρεψαν στον Βιάν να έχει τη θέση που του άρμοζε στον καιρό του. Στα χρόνια της Απελευθέρωσης και του Υπαρξισμού ήταν γνωστός στην παρισινή ιντελιγκέντσια ως πρίγκιπας του Σαιν Ζερμαίν ντε Πρε και  είχε στενές φιλίες με τον Ζαν- Πολ Σαρτρ , τη Σιμόν ντε Μποβουάρ και  τον Ρεϊμόν Κενώ, που ήταν και  μέντοράς του.

Εκείνη την εποχή ετοιμαζόταν να επινοήσει τα πολλά του δημόσια πρόσωπα και τις ισάριθμες υπογραφές του.  Κανείς δεν θα μάθει ποτέ γιατί  ο συγγραφέας αυτός διάλεξε να είναι  πολλές φορές (περίπου 30) κάποιος άλλος.  Τα βιβλία του – όσα δημοσίευε με ψευδώνυμο –  τα δημοσίευε  συνήθως με αυτό τον παράξενο τρόπο: συγγραφέας Βέρνον Σάλιβαν (ψευδώνυμο), τίτλος του βιβλίου: Θα φτύσω στους τάφους σας, μεταφραστής από τα αγγλικά  Μπορίς Βιάν. Ο πραγματικός δηλαδή συγγραφέας  παρουσιαζόταν στο βιβλίο του ως μεταφραστής.

 Ίσως τώρα να μην έχει νόημα να μάθουμε για τις προσωπικές  αλληγορίες ή για τις ανασφάλειες του λογοτέχνη Μπορίς Βιάν, ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που τα έβαλε με την «ανεγκέφαλη κριτική» που ήταν αρνητική απέναντι στο έργο του. «Είστε ένα μάτσο ηλίθιοι» έλεγε «που δεν μπορείτε να καταλάβετε πώς είναι δυνατόν ένας που γράφει στο Les temps modernes (περιοδικό που διηύθυνε ο Ζαν-Πολ Σατρ)  να μην είναι υπαρξιστής».

Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι υποστήριξε με πάθος τους επινοημένους εαυτούς του, ιδιαίτερα τον Βέρνον Σάλιβαν, ψευδώνυμο με το οποίο  πρωτοεμφανίστηκε υπογράφοντας το καλύτερο μυθιστόρημά του Θα φτύσω στους τάφους σας και στη συνέχεια κυκλοφόρησε με αυτό το ψευδώνυμο τα άλλα πασίγνωστα πλέον και πολυδιαβασμένα μυθιστορήματά του, τα μόνα, απ’ ό,τι φαίνεται, που του έχουν εξασφαλίσει μια θέση, έστω κι αν όχι στις πρώτες σειρές, στο πάνθεον της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Το 1946 εκδίδεται το Ο σκουληκοσκανταλιάρης και το πλαγκτόν, επηρεασμένο από τον δάσκαλό του  Ρεϊμόν Κενώ, γεμάτο από γαργαλιστικές, ερωτικές περιγραφές.

 

Την επόμενη χρονιά έρχονται ακόμα δυο μυθιστορήματα:  Ο αφρός των ημερών  και  Φθινόπωρο στο Πεκίνο που χαρακτηρίζονται ομόφωνα από την κριτική ως ε ν ο χ λ η τ ι κ ά. Και τα τρία αυτά βιβλία τα υπογράφει με το πραγματικό του όνομα.

Το πιο «καταραμένο» βιβλίο του Βέρνον Σάλιβαν και βέβαια το πιο αντιπροσωπευτικό του Μπορίς Βιάν θα μείνει, για πάντα, το Θα φτύσω στους τάφους σας, γραμμένο, όπως είπα πιο πάνω, το 1946. Στο μυθιστόρημα αυτό, ένας « ξανθός νέγρος », που το χρώμα της φυλής του θα μπορούσε να ανιχνευτεί μόνο στον γενετικό του κώδικα, εκμεταλλεύεται τη λευκή εμφάνισή του, για να εκδικηθεί τον φόνο του  μικρότερου νέγρου αδελφού του από τους ρατσιστές, αποπλανώντας και σκοτώνοντας τα δυο ανήλικα κορίτσια της οικογένειας Άσκουιθ, μιας οικογένειας ρατσιστών και ιδιοκτητών μιας φυτείας  ζαχαροκάλαμου στην Αϊτή. Όσο για το πώς δικαιολογεί ο βιαστής και δολοφόνος των δυο αδελφών την απόφαση που πήρε για την αντιρατσιστική του  εκδίκηση φαίνεται στην σκέψη που έκανε προτού ακόμα προβεί στις εγκληματικές του πράξεις: «Γνώριζα ανθρώπους», λέει μεταξύ άλλων, «περίπου στη δική μου θέση, που ξεχνούσαν το αίμα που έρεε μέσα τους, που έπαιρναν το μέρος των λευκών σε κάθε περίπτωση και δε δίσταζαν να χτυπήσουν τους νέγρους όταν παρουσιαζόταν η ευκαιρία. Αυτούς τους τύπους θα τους σκότωνα με κάποια ευχαρίστηση, αλλά έπρεπε να πάρω τα πράγματα ένα ένα. Πρώτα απ’ όλα οι κόρες Άσκουιθ. Θα είχα ένα σωρό ευκαιρίες να ξεπαστρέψω άλλους: τους τύπους που έκανα παρέα, την Τζούντι, την Τζίκι, τον Μπιλ και την Μπέτι, αλλά αυτό δεν είχε ενδιαφέρον. Ελάχιστα αντιπροσωπευτικοί. Οι Άσκουιθ θα ήταν το δοκιμαστικό μου χτύπημα. Έπειτα, πιστεύω ότι με λίγη καλή θέληση θα κατάφερνα να καθαρίσω κανένα μεγάλο λαβράκι».

Το μυθιστόρημα αυτό – που ο Ρεϊμόν Κενώ θα χαρακτηρίσει ως «ως συμβολή του συγγραφέα στην υπόθεση των ανθρώπινων δικαιωμάτων» – μάλλον θα καταχωρηθεί αυθαίρετα από την κριτική  στα κείμενα της «ερωτικής λογοτεχνίας». Ο Μπορίς Βιάν θα το εκμεταλλευτεί και, σε μια  διάλεξή του το 1948, με θέμα «τη χρησιμότητα της ερωτικής λογοτεχνίας», θα  επαναφέρει το βιβλίο του στο προσκήνιο. Ακριβώς ένα χρόνο αργότερα το βιβλίο θα απαγορευθεί με υπουργική απόφαση βασισμένη στον νόμο «περί προστασίας της δημοσίας τάξεως». Ο εισαγγελέας, για να δικαιολογήσει την απαγόρευση του βιβλίου, δήλωσε ότι το βιβλίο απαγορεύτηκε «όχι για τον ερωτισμό του, αλλά για τον ερωτικό του σαδισμό!». Και για να δικαιολογήσει την άποψή του, διάβασε μέσα στο δικαστήριο τις πιο σκληρές και άσεμνες σελίδες του βιβλίου.  Όσο για την περίπτωση των «νέγρων» για τους οποίους γίνεται λόγος στο απόσπασμα, πρόκειται γι’ αυτούς που οι ξεσηκωμένοι Αφροαμερικανοί στον περασμένο αιώνα αποκαλούσαν «μπαρμπα- Θωμάδες»,  ονομασία που  προέρχεται από το γνωστό μυθιστόρημα Η καλύβα του μπαρμπα-Θωμά της Αμερικανίδας συγγραφέα Χάριετ Μπίτσερ Στόου.

 

Μια άλλη πλευρά του εαυτού του, εξ ίσου σημαντική με τη λογοτεχνική του ιδιότητα, είναι η σχέση του με τη μουσική τζαζ, που αποτελεί ένα σίγουρο τρόπο για να εξηγήσουμε τη θριαμβευτική υποδοχή της αφροαμερικάνικης μουσικής στην Ευρώπη.

 

Υπήρξε μάλιστα και διευθυντής μιας εταιρείας δίσκων με μουσική τζαζ, ενώ σημαντικά θεωρούνται και  τα κείμενα που έγραψε για τη μουσική τζαζ (Écrits sur le jazz), γιατί  κι αν ακόμα διαφωνεί κανείς με τη «διαχρονικότητά» τους, οφείλουμε στον Μπορίς Βιάν, αν μη τι άλλο, το γεγονός ότι συνέβαλε στην εξοικείωση της ευρωπαϊκής ηπείρου με μια μουσική φιλοσοφία που διαδραματίζει  έναν σημαντικό ρόλο στον σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτισμό.

Το 1959, τη χρονιά του θανάτου του, απογοητευμένος και σε οικονομικό αδιέξοδο, εγκατέλειψε, οριστικά και αμετάκλητα, το γράψιμο. Είχε ωστόσο προλάβει να δημοσιεύσει μια ποιητική συλλογή και δυο θεατρικά έργα. Έζησε με τον τρόπο που πάντοτε ονειρευόταν: έπαιξε στον κινηματογράφο, έγινε κριτικός της τζαζ και έκανε περιοδείες στην επαρχία, τραγουδώντας δικά του τραγούδια.

—————————

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.