You are currently viewing Φάνης Κωστόπουλος: Ο Γιώργος Σεφέρης και η «αντιπάθειά του» για τον Ουγκό

Φάνης Κωστόπουλος: Ο Γιώργος Σεφέρης και η «αντιπάθειά του» για τον Ουγκό

       Η ιδέα μοιάζει με τη βίδα× κάθε χρόνο βυθίζεται κατά μια στροφή.

                      Β. ΟΥΓΚΟ, ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ

 

Θυμάμαι μια φράση από το Υπόγειο του Ντοστογιέφσκι που λέει: «Είμαι βέβαιος πως πρέπει να κρατούν πολύ σφιχτά το χαλινάρι στους ανθρώπους που ζουν σε υπόγειο, όπως εγώ».  Και μας το λέει αυτό γιατί, άμα βγει αυτός ο άνθρωπος του υπογείου στο φως της ημέρας, ανοίγει το στόμα του και βγαίνουν όλα στη φόρα.  Το «υπόγειο », αν το καλοεξετάσεις, υπάρχει σε όλους τους ανθρώπους, ακόμα και σ’ αυτούς που ζουν σε ρετιρέ και σε παλάτια. Εκεί είναι αποθηκευμένα τα πάθη και οι ιδιοτροπίες τους. Να λοιπόν γιατί χρειάζεται, όπως λέει ο ρώσος συγγραφέας, να κρατάς «σφιχτά το χαλινάρι». Πάντως, είναι αλήθεια ότι πολλοί άνθρωποι καταφέρνουν και συγκρατούν το θηρίο μέσα τους, στο «υπόγειο», δηλαδή, της ύπαρξής τους. Αυτό,  όμως δεν σημαίνει ότι μερικές φορές – μερικές, λέω – οι βρυχηθμοί του θηρίου δεν ακούγονται ακόμα και μέσα απ’ το «υπόγειο». Τότε δίνεται η δυνατότητα σε μερικούς, όχι σε όλους, να καταλάβουν τι κουβαλάς μέσα σου. Από αυτό τον κανόνα βέβαια δεν αποτελούν εξαίρεση οι ποιητές, οι καλλιτέχνες και οι άλλοι μεγάλοι του πνεύματος, αν και τους επιτρέπει, ως ένα βαθμό, η πνευματική τους καλλιέργεια κι ευαισθησία να διατηρούν κρυφές τις ανθρώπινες αδυναμίες τους.

Στα Ανοιχτά χαρτιά, για παράδειγμα, ο Ελύτης ανοίγει το… «υπόγειο» του Κάλβου και βγάζει στο φως της ημέρας τον «αχαλίνωτο» άνθρωπο που υπήρχε μέσα. Νεαρός,«εικοσιτεσσάρω χρονών ακόμη», λέει ο Ελύτης, «παρατά με σκληρότητα και αδικαιολόγητη βιασύνη την ερωτική περιπέτειά του με  μιαν Ιταλίδα κοπέλα», ενώ με «αγνωμοσύνη το ίδιο αδικαιολόγητη» εγκαταλείπει στο Λονδίνο «τον πιο στενό φίλο κι ευεργέτη του, τον ποιητή Ούγο Φώσκολο». Ακόμα και σε αυτή την πατρίδα του, τη Ζάκυνθο, που υμνεί στις ωδές του,  επιστρέφοντας εκεί δημιουργεί «μια σειρά ολόκληρη από επεισόδια», ενώ ξεπέφτει ακόμα πιο χαμηλά, υποβάλλοντας την παραίτησή του στην Ιόνιο Ακαδημία, «μόνο και μόνο επειδή κάποτε χειροκροτήθηκε περισσότερο απ’ αυτόν ο προσωπικός του εχθρός Οριόλι». Δεν είναι λοιπόν οι ποιητές και οι συγγραφείς όπως ο πάπας, για να φέρω ένα παράδειγμα από την Καθολική Εκκλησία. Έχουν κι αυτοί τα λάθη τους και τις ανθρώπινες αδυναμίες τους.

*

Τα χειμωνιάτικα βράδια μ’ αρέσει να ξεφυλλίζω τις ημερολογιακές σημειώσεις του Σεφέρη. Δεν είναι μόνο ο  πακτωλός  γνώσεων που υπάρχει σ’ αυτές τις σελίδες× είναι και η κριτική στάση που κρατάει ο ποιητής απέναντι στα γεγονότα της προσωπικής του ζωής και κυρίως στα  σημαίνοντα πρόσωπα  με τα οποία ήρθε σε επαφή. Επιπλέον, σπάνια η πρόζα ενός ποιητή μπορεί να σε καθηλώσει όπως η πρόζα του Σεφέρη. Και αυτό γιατί ακόμα κι εκεί ο Σεφέρης είναι συχνά αινιγματικός όπως στην ποίησή του. Όσο για του λόγου μου το ασφαλές, το δείχνει και το φωνάζει ο πλούσιος σχολιασμός των βιβλίων με αυτές τις σημειώσεις.

Εκείνο το βράδυ, που έχω τώρα στη σκέψη μου, ξεφύλλιζα τις Μέρες : Ζ΄, 1η Οκτώβρη 1956- 27 Δεκέμβρη 1960. Στις σελίδες αυτές, ανάμεσα σε τόσα άλλα, κάνει λόγο και για το ταξίδι του στο Guernsey, το νησί όπου έζησε αυτοεξόριστος ο Βίκτωρ Ουγκό και όπου εμπνεύστηκε και έγραψε το μυθιστόρημα Οι εργάτες της θάλασσας, ένα από τα καλύτερα βιβλία που έχουν γραφτεί πάνω σ’ αυτό το θέμα. Εκεί μεταξύ άλλων ο συγγραφέας λέει: «Η θαλασσοπορία εκπολιτίζει τους άγριους και ο πόλεμος εξαγριώνει τους πολιτισμένους». Νομίζω ότι η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στη Γάζα και την Ουκρανία επαληθεύει την  άποψή του. Πάντως, από τα όσα μας λέει ο Σεφέρης, φαίνεται ότι δεν πήγε με καλή διάθεση στο «νησί  του Ουγκό». Μάλιστα, αντί για μια βιογραφία του Ουγκό, όπως θα ήταν λογικό, πήρε μαζί του  Αριστοφάνη να διαβάσει. Όλα εκεί του φταίνε… και, καθώς  είναι δύσκολος ταξιδιώτης, η αγανάκτησή του χτυπάει κόκκινο: «Δε μας καλοδέχτηκε το νησί του Ουγκό», λέει με αγανάκτηση, «θορυβώδες δωμάτιο στα πισινά του ξενοδοχείου και πολύ κακό φαΐ. Αποφασίσαμε να φύγουμε για το Jersey, κι ό,τι βγει». Και τα λέει αυτά, αφού βέβαια είχε επισκεφτεί την κατοικία του Ουγκό. Αλλά κι εκεί ακόμα δεν έμεινε ευχαριστημένος. Ίσως δεν τη βρήκε όπως τη φανταζόταν. Λέει λοιπόν μεταξύ άλλων στις 24 Απρίλη 1959: «Το σπίτι θυμίζει το άλλο της place des Vosges: ίχνη αυτού του ανθρώπου με περισσεύματα ζωτικότητας στους τοίχους, στα έπιπλα, παντού× ’’on dirait qu’il apparaitra’’1 έλεγε η κερά από το Amiens  που φύλαγε μαζί με τον άντρα της το σπίτι. Το εργαστήρι του× ένα θερμοκήπι για ντοματιές× απίστευτο× μου έγινε εφιάλτης – ( έγραψα γι’ αυτό στον Μπεράτη ). Η κρεβατοκάμαρά του× πάνω από το προσκέφαλό του στον τοίχο το σπαθί του (του ακαδημαϊκού). Ο κρυμμένος νιπτήρας× άμα τέλειωνε τη δουλειά του, ο Τιτάνας γδυνότανε κι έκανε γυμνός το ψυχρό λουτρό του κάνοντας νόημα στη Juliette Drouet  να βγει να τον καμαρώσει από το παράθυρό της – έμενε στο γειτονικό σπίτι. ’’Vous savez c’ était un petit polisson’’2 παρατήρησε η κερά από το Amiens. ’’On pait pas dire petit en parlant de Victor Hugo, madame; tout ce gu’il faisait était grand’’3 της είπα. ’’Oui, mais les jeunes, la jeunesse estudiantine ne l’ estime plus beaucoup’’4 είπε  περίλυπα και σοβαρά εκείνη».

O Σεφέρης δεν συνηθίζει να μεταφράζει τις ξενόγλωσσες φράσεις που χρησιμοποιεί στα κείμενά του. Τη μεταφραστική αυτή αγγαρεία την αφήνει στον σχολιαστή του βιβλίου. Προς ευκολία του αναγνώστη έχω αριθμήσει αυτές τις φράσεις και δίνω τη μετάφραση που υπάρχει στα σχόλια: « θα έλεγε κανείς ότι θα εμφανιστεί μπροστά μας »1. « Ήταν ένας μικρός μόρτης, ξέρετε »2. « Δεν μπορεί να χρησιμοποιεί κανείς τη λέξη μικρός όταν αναφέρεται στον Βίκτορ Ουγκό, κυρία μου× ό,τι έκανε ήταν μεγάλο »3, « Ναι, αλλά οι νέοι, η σπουδάζουσα νεολαία, δεν τον έχουν σε μεγάλη εκτίμηση »4.

Αν και ο Σεφέρης είναι από τους λίγους ανθρώπους που  προσέχουν τι λένε και τι γράφουν και που κρατούν καλά κλειδωμένο το «υπόγειο» της ύπαρξής τους, στην προκειμένη περίπτωση φαίνεται ότι κάποιοι «βρυχηθμοί» του θηρίου, που μόλις  ακούγονται μέσα  απ’ το «υπόγειο», δείχνουν στον προσεκτικό αναγνώστη ότι ο νομπελίστας ποιητής δεν τον πάει καθόλου τον συγγραφέα των Αθλίων. Στο απόσπασμα που παρέθεσα πιο πάνω δεν υπάρχει ούτε μια καλή λέξη για τη μεγάλη αυτή μορφή των γαλλικών γραμμάτων. Πρέπει όμως να είσαι πολύ προσεκτικός για να πιάσεις την ανεπαίσθητη ειρωνεία που αποπνέει αυτό το απόσπασμα, ενώ ο διάλογος με τη γυναίκα-φύλακα του σπιτιού φαίνεται περισσότερο φανταστικός παρά αυθεντικός, γιατί έτσι εξυπηρετείται ο σκοπός του:  βάζει στο στόμα της γυναίκας αυτά που θέλει να πει ο ίδιος για τον Ουγκό.  Δεν του αρέσει το «εργαστήρι» του Γάλλου συγγραφέα και το χαρακτηρίζει «θερμοκήπι για ντοματιές», κι ας ξέρει ότι εκεί ολοκληρώθηκαν Οι Άθλιοι, ένα βιβλίο που, εδώ στον τόπο μας τουλάχιστον, διαβαζόταν επί εκατό περίπου χρόνια από μικρούς και μεγάλους ( 1862-1960).

Μάλιστα στη δεκαετία του 1950 το έγκυρο τότε επιστημονικό περιοδικό Ήλιος το δημοσίευε σε συνέχειες. Από τα εκθέματα του σπιτιού-μουσείου αναφέρει μόνο «το σπαθί του». Και αυτό γιατί το είδε να κρέμεται στον τοίχο πάνω από το μαξιλάρι του και να θυμίζει στον επισκέπτη  τη  σ π ά θ η  τ ο υ  Δ α μ ο κ λ έ ο υ ς.  Δεν το λέει βέβαια, αλλά ο επαρκής αναγνώστης πιάνει τον υπαινιγμό του.

Δεν διστάζει ακόμα, με αφορμή τον «κρυφό νιπτήρα», να αναφέρει και μια πολύ προσωπική συνήθεια του Γάλλου συγγραφέα,  την οποία μάλιστα  θεωρεί κατάλληλη  στιγμή να τον αποκαλέσει ειρωνικά Τιτάνα. Σε αυτό το σημείο, όπου κάνει λόγο για το λουτρό, είναι απρόσεκτος και λέει: «άμα τέλειωνε τη δουλειά του, ο Τιτάνας γδυνότανε κι έκανε γυμνός το ψυχρό λουτρό του κάνοντας νόημα στη Juliette Drouet να βγει να τον καμαρώσει από το παράθυρό της – έμενε στο γειτονικό σπίτι». Για να γίνει συνεννόηση με νοήματα, πρέπει, νομίζω, να βλέπει ο ένας τον άλλο. Πώς λοιπόν της «έκανε νόημα» να βγει στο παράθυρο, αφού εκείνη ήταν μέσα στο απέναντι σπίτι; Aχ, ποιητή, με κάνεις να λέω πράγματα που δεν πρέπει: Μόνο αν την έπαιρνε στο «κινητό» θα μπορούσε να γίνει αυτό, ή να την ειδοποιούσε με κάποιο πρόσωπο. Μάλλον κάπως αλλιώς θα ήταν τα πράγματα. Πάντως, η φράση που σαρκάζει και ειρωνεύεται τον Ουγκό δεν είναι η τελευταία που λέει η γυναίκα στον Σεφέρη για τη «σπουδάζουσα νεολαία», γιατί αυτό  είναι κάτι που πραγματικά συμβαίνει σήμερα. Η φράση που ξεσκεπάζει τη λεπτή ειρωνεία του Σεφέρη για τον Ουγκό, είναι αυτή: «Δεν μπορεί κανείς να χρησιμοποιεί τη λέξη μικρός όταν αναφέρεται στον Βίκτορ Ουγκό, κυρία μου× ό,τι έκανε ήταν μεγάλο». Ο Σεφέρης είναι έξυπνος άνθρωπος και ξέρει πολύ καλά ότι σε κανέναν άνθρωπο – όσο μεγάλος και τρανός κι   αν   είναι  – δεν  είναι   όλες   οι πράξεις του μεγάλες. Με τον ισχυρισμό του, όμως, πως «ό,τι έκανε είναι μεγάλο», υπαινίσσεται ότι ο Ουγκό δεν ήταν ένας «μικρός μόρτης», όπως λέει εδώ η γυναίκα, αλλά ένας μεγάλος «μόρτης», μόρτης ολκής. Φυσικά δεν το υπονοεί αυτό για να αμαυρώσει τη λογοτεχνική  φήμη του Ουγκό. Απλώς υποκύπτει στον πειρασμό και  «παίζει» με τον χαρακτηρισμό που απέδωσε στον Ουγκό η γυναίκα-φύλακας του σπιτιού. Πάντως,  είναι, όπως   είπα, έξυπνος άνθρωπος και δεν λέει μόνο «μικρές κακίες» στο βιβλίο του.

Στις 26 του Απρίλη, δυο μέρες αργότερα από την επίσκεψη στο σπίτι-μουσείο, στέκεται μπροστά στον ανδριάντα του Ουγκό, που τον δείχνει να πορεύεται κόντρα σε δυνατό άνεμο, τον θαυμάζει και τον περιγράφει: «Ο Hugo εν κινήσει, παλτό με πελερίνα ( Javert )× με τ’ αριστερό χέρι ακουμπώντας σε χοντρό ραβδί (πάλι Javert)× κρατώντας με το ίδιο πλατύγυρο καπέλο× ο γέρος προχωρεί κόντρα στον αγέρα καθώς το παλτό του ανεμίζει ξεκούμπωτο× Θυμήθηκα τη ρεντιγκότα  του Bolivar   (Εγγονόπουλος  και γέλασα ».

—————————-

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.