You are currently viewing Φάνης Κωστόπουλος: ΟΔΥΣΣΕΑΣ  ΕΛΥΤΗΣ – Ο γιος  του Ήλιου …  ο μόνος δρόμος είναι η ανατολή !  (Οδ. Ελύτης  Ήλιος ο πρώτος)

Φάνης Κωστόπουλος: ΟΔΥΣΣΕΑΣ  ΕΛΥΤΗΣ – Ο γιος  του Ήλιου …  ο μόνος δρόμος είναι η ανατολή !  (Οδ. Ελύτης  Ήλιος ο πρώτος)

 Ήταν το 1939 που ο φοιτητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Οδυσσέας Αλεπουδέλης  αποφάσισε να εγκαταλείψει οριστικά τις σπουδές του προς μεγάλη απογοήτευση της οικογένειάς του. Η χρονιά αυτή ήταν σημαδιακή κι από μια ακόμη πλευρά: ο Οδυσσέας  Αλεπουδέλης θα καθιερωνόταν στα Γράμματα με το ψευδώνυμό του: Οδυσσέας  Ελύτης. Όσο για την απόφαση που πήρε, τα χρόνια που ακολούθησαν έδειξαν ότι ήταν σωστή: ο μόνος δρόμος ( γι΄αυτόν ) είναι η ανατολή! Τότε εκδόθηκε  η πρώτη του ποιητική συλλογή  Προσανατολισμοί, συλλογή που θα τον κατέτασσε αμέσως σε ποιητή πρώτης γραμμής , μετά τις δημοσιεύσεις ποιημάτων και μεταφράσεών του στο λογοτεχνικό περιοδικό Νέα Γράμματα., όταν τέσσερα χρόνια νωρίτερα οι φίλοι του, με προεξάρχοντα τον Κατσίμπαλη, πρωτοδημοσίευσαν, σχεδόν εκβιαστικά, ποιήματά του φέροντάς τον προ τετελεσμένου γεγονότος.

Ή γενιά του ’30 ήταν μια γενιά λίγο-πολύ με κοινές απόψεις : η Ελλάδα θα έπρεπε να πάψει να είναι τμήμα των  Βαλκανίων και να ενσωματωθεί στην Ευρώπη. Επίσης ο πολιτισμός της να αξιοποιήσει την αρχαία και βυζαντινή παράδοση μαζί με τις νέες ευρωπαϊκές κατακτήσεις. Ο Ελύτης,  – ο πιο μικρός αδελφός της γενιάς του 30, ο Βενιαμίν, θα λέγαμε –  ανακαλύπτοντας τον Υπερρεαλισμό, βρήκε τη δυνατότητα να  αναπτύξει μια άγνωστη ως τότε εικονοποιία, έναν κόσμο «πολυπρισματικό», όπως έλεγε, και λαμπερό συνάμα. Τον αντίκρισε μέσα στη διαφάνεια και το φως ονομάζοντας τις αισθήσεις που αποκόμιζε «η λ ι α κ ή   μ ε τ α φ υ σ ι κ ή», η οποία παρέπεμπε στον Εμπεδοκλή. Με πιο απλά λόγια,  ένας ποιητής με του οποίου το έργο μπήκε στην ελληνική ποίηση κάτι καινούργιο, αν και τόσο φανερό και ευεργετικό στη χώρα μας, ο Ήλιος, που έφερε στο φως το Αιγαίο και τα νησιά του, αυτά που  τραγούδησε κάποτε ο Μπάιρον και έκανε την Ευρώπη να παραμιλάει, και ακόμα ένας ποιητής, που, όπως έλεγαν οι Λατίνοι για τα ηλιακά ωρολόγια, sine sole sileo ( δίχως ήλιο σιωπώ ). Oι αντίπαλοί του τον κατηγορούσαν  – τι άλλο θα μπορούσαν να πουν; –  ότι ήταν ένας ποιητής της χαράς που αδιαφορούσε για τον πόνο.  Την απάντησή του την έδωσε στας δυσμάς του βίου του με την συγκλονιστική ποιητική συλλογή Τα Ελεγεία της Εξώπετρας.

      Στον πόλεμο της Αλβανίας η Ελλάδα κινδύνευσε να χάσει έναν από τους κορυφαίους της ποιητές του 20ου αιώνα. Ο Ελύτης  στάλθηκε ως έφεδρος ανθυπολοχαγός τον Δεκέμβριο του   1940  στην πρώτη γραμμή τού μετώπου και τον Φεβρουάριο της επόμενης χρονιάς μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο των Ιωαννίνων με σοβαρότατο κρούσμα κοιλιακού τύφου. Στη διάρκεια της Κατοχής και  μετά την απελευθέρωση συνέχισε να γράφει ποιήματα και δοκίμια. Μετά τη δεύτερη ποιητική του συλλογή, Ήλιος ο Πρώτος ( 1943 ), δεν εξέδωσε άλλο βιβλίο μέχρι το 1959. ‘Ο, τι είχε ως τώρα κατατεθεί πήρε συνθετική μορφή στο έργο που θα τον κατέτασσε σχεδόν αμέσως στη χορεία των μεγάλων ποιητών, το ‘Αξιον εστί. Σε μια συνέντευξη το 1979, δήλωσε πως χρειάστηκε τέσσερα χρόνια για να συνθέσει αυτό το έργο. Πάντως το έργο δεν σηματοδοτεί την αρχή μιας  νέας δημιουργικής περιόδου του Ελύτη, αλλά μαζί με τα λιγοστά ποιήματα της συλλογής Έξι και μία τύψεις για τον Ουρανό ( που κυκλοφόρησαν ταυτόχρονα με το Άξιον εστί ) ολοκληρώνει την πρώτη φάση της ποιητικής του δημιουργίας.

Ο Οδυσσέας Ελύτης άρχισε να γράφει το Άξιον εστί τον Νοέμβριο του  1950 στο Παρίσι. Το έργο θα τελειώσει το 1959 και θα κυκλοφορήσει σε βιβλίο το 1960 με μια λιθογραφία, εκτός κειμένου, του Γιάννη Μόραλη και με εξώφυλλο φιλοτεχνημένο από τον ζωγράφο Γιάννη Τσαρούχη. Το Άξιον εστί είναι ένα ιστορικό φαινόμενο για την ελληνική ποίηση και την ελληνική μουσική. Η μορφοποίηση της μουσικής του μοιάζει να πηγάζει αβίαστα από τον μεγαλόπνοο ποιητικό λόγο του Οδυσσέα Ελύτη. Στους ήχους του η παράδοση σμίγει αρμονικά με τη σημερινή πραγματικότητα και ενσωματώνει και συνοψίζει συνάμα ό,τι πιο αληθινά ελληνικό υπάρχει σήμερα. Το σημαντικότερο γνώρισμα στο Άξιον εστί είναι η σοφή και άκρως μελετημένη αρχιτεκτονική που διακρίνει τα τρία μέρη του έργου ( η  Γένεση, τα Πάθη και το Δοξαστικό ).  Η απόλυτη μεταξύ τους ισομέρεια, η αρμονική διάταξη των στίχων, οι τομές στα ημιστίχια, η κατά τακτά διαστήματα παρεμβολή των πεζών κειμένων και οι επαναλήψεις στιχουργικών μορφών, αν αποτυπωθούν σε σχέδιο, αποδίδουν έναν  επίπονα επεξεργασμένο  συνδυασμό αρμονίας και ρυθμού. Πάντως, η μεγαλειώδης σύνθεση μαζί με έναν λόγο υπερυψωμένο προβάλλει τη σημερινή Ελλάδα η οποία με αυτό το έργο βγαίνει από το σκοτάδι της ιστορίας στο φως του παρόντος. Το Άξιον εστί  ενέπνευσε στον Μίκη  Θεοδωράκη το πιο σπουδαίο μουσικό του έργο. Θα έλεγε μάλιστα κανείς ότι ο συνθέτης βρέθηκε στην πιο ευτυχισμένη του στιγμή και κατάφερε να απελευθερώσει τη μουσική που περιείχε το έργο του Ελύτη. Άρχισε να συνθέτει τη μουσική την άνοιξη του 1961. Τον Μάρτιο του 1964 θα αρχίσει η ηχογράφηση του μελοποιημένου έργου, που έχει την αισθητική, τη δομή και τη μορφολογία ενός λαϊκού ορατορίου. Η πρώτη δημόσια εκτέλεση του έργου θα γίνει στις 19 Οκτωβρίου 1964 στο θέατρο Κοτοπούλη (Ρεξ).

Στα χρόνια που ακολούθησαν ο «ηλιοπότης»  ποιητής συνέχισε να γράφει, αλλά συνάμα και να απέχει από αυτό που αποκαλούμε   δημόσια ζωή. Πέραν των πολύ στενών του φίλων, έβλεπε ελάχιστους.  Το 1969, δυο χρόνια μετά την  δικτατορία των συνταγματαρχών, έφυγε για την Πόλη  του φωτός, γιατί, όπως είπε αργότερα, στην Ελλάδα δεν μπορούσε πια να γράψει. Εκεί, θα ‘λεγε κανείς, ξαναβρήκε το νήμα που είχε κοπεί. Επιστρέφοντας το 1971, άρχισε  να εκδίδει ένα βιβλίο σχεδόν κάθε δυο χρόνια. Η φήμη του είχε περάσει από καιρό τα ελληνικά σύνορα και η απονομή του Νόμπελ απλώς το επιβεβαίωσε .  Θα έλεγα ακόμη ότι, ενώ άλλοι ποιητές μετά το Νόμπελ δεν έγραψαν σημαντικά έργα, δυο από τα πιο σπουδαία βιβλία του Ελύτη  ανήκουν σε αυτή την όψιμη περίοδο της ποιητικής του δημιουργίας. Πρόκειται για το Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου (1984)  και Τα Ελεγεία  της  Εξώπετρας  (1991).  Αυτό που  επισημάνθηκε πιο πάνω για τον Ελύτη μας επιτρέπει να πούμε ακόμη ότι ποιητής που στα ογδόντα του χρόνια να έχει γράψει μείζονα έργα δεν υπάρχει στην παγκόσμια λογοτεχνία — με εξαίρεση τον Γκαίτε.

Ο  «γιος του Ήλιου» , όπως τον χαρακτηρίζει  ένα σημαντικό μέρος του έργου του, σε ερώτηση που του έκαναν σε μια συνέντευξη το 1979 για τους ποιητές που τράβηξαν περισσότερο το ενδιαφέρον του και διάβασε, είπε: «Οι ποιητές που μ’ ενδιαφέρουν περισσότερο είναι από την Αγγλία ο Blake, o Shelley, o T. S. Eliot και Dylan Thomas. Aπό τη Γερμανία ο Holderlin και o Rilke. Aπό  την Ισπανία ο Lorca. Aπό τη Ρωσία ο Μaiakovski  και ο Voznessenski. Aπό την Ιταλία ο Ungaretti και από τη Γαλλία ο Beaudelaire, o Rimbaud, o Mallarmé και οι υπερρεαλιστές. Ο Οδυσσέας Ελύτης χρειάστηκε να περάσει από Κύκλωπες  και Λαιστρυγόνες, από το αδιάφορο μεγάλο κοινό και τα εμπόδια της εχθρικής εξουσίας, όμως δεν ήταν μόνος του και δεν ήταν άοπλος.  Το πιο  αξιόπιστο  όπλο  του  και  όργανο  πλεύσης  στο έργο του  ήταν ο  Η λ ι ο κ ε ν τ ρ ι κός  Λ υ ρ ι σ μ ό ς   τ ο υ.

 

—————————

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.