You are currently viewing Φάνης Κωστόπουλος: Οσίπ Μαντελστάμ (1891-1938)                 Ένας από τους μείζονες ρώσους ποιητές του  Ακμεϊσμού.                

Φάνης Κωστόπουλος: Οσίπ Μαντελστάμ (1891-1938)                Ένας από τους μείζονες ρώσους ποιητές του  Ακμεϊσμού.               

 

Μόνο στη Ρωσία δίνουν μεγάλη σημασία στην ποίηση :

                       σκοτώνουν ανθρώπους γι’ αυτή. ΟΣΙΠ  ΜΑΝΤΕΛΣΤΑΜ

                       

Στα χρόνια τα δικά μας τα σακάτικα —

                       είθισται  να δολοφονούν τους ποιητάς. Ν. ΕΓΓΟΝΌΠΟΥΛΟΣ  

 

Στις  αρχές του περασμένου αιώνα, το 1911 για την ακρίβεια, ο Ακμεϊσμός (από την ελληνική λέξη «ακμή») ήταν ένα κίνημα που άνθισε και αναπτύχθηκε στην Αγία Πετρούπολη. Στις τάξεις του περιλαμβάνονταν μερικοί από τους μείζονες ρώσους ποιητές : ο Μιχαήλ Κουζμίν, ο Νικολάι Γκουμιλιόφ, ο Γκιόργκι Ιβανόφ, η Άννα Αχμάτοβα και ο Οσίπ Μαντελστάμ. Πρέπει ακόμα να πούμε ότι ο Μαντελστάμ έγραψε το μανιφέστο του νέου ποιητικού κινήματος με τίτλο Το ξημέρωμα του Ακμεϊσμού, που ολοκληρώθηκε  το 1913 και δημοσιεύτηκε έξι χρόνια αργότερα. Πρόκειται για μια ποιητική γενιά που το σταλινικό καθεστώς έκανε ό,τι μπορούσε για να την εξαφανίσει. Ήταν, θα έλεγε κανείς, οι πιο ευρωπαίοι λογοτέχνες της Ρωσίας. Και αυτό γιατί δεν ήταν μόνο ποιητές, αλλά και εξαιρετικοί δοκιμιογράφοι και μεταφραστές, με ένα λόγο βαθείς γνώστες της ευρωπαϊκής κουλτούρας.  Ο  Ακμεϊσμός  στις απαρχές του  ξεκίνησε σαν αίρεση του Συμβολισμού, αλλά γρήγορα πήρε τα δικά του χαρακτηριστικά  γνωρίσματα, βασικότερο από τα οποία είναι ο «λόγος», η συνειδητή και περιεκτικότερη έκφραση της «λέξης». Ο Μαντελστάμ ανάγει τον «λόγο»  στο ίδιο υψηλό επίπεδο που ανάγουν οι συμβολιστές τη μουσική.  Το ξημέρωμα του Ακμεϊσμού, που όπως είπα πιο πάνω έγραψε ο Μαντελστάμ, καθώς  το αντίστοιχο κείμενο του Γκουμιλιόφ ανήκουν στα δυο σημαντικότερα μανιφέστα  του Ακμεϊσμού. Το πολιτικό κλίμα στο οποίο ζούσε η ποιητική γενιά του Ακμεϊσμού δίνεται στους πρώτους στίχους με τους οποίους αρχίζει η Ωδή στον Στάλιν που έγραψε ο Μαντελστάμ:

Ζούμε χωρίς να νιώθουμε τη χώρα κάτω απ’ τα πόδια μας,

             τα λόγια μας δεν ακούγονται πέρα από δέκα βήματα,

            και όταν τολμάμε να πούμε μισόλογα,

            στον αγροίκο του Κρεμλίνου αναφερόμαστε.

           Ο Οσίπ Εμιλίεβιτς Μαντελστάμ γεννήθηκε στη Ρίγα της Λετονίας από γονείς που ήταν πλούσιοι Πολωνοεβραίοι. Ο πατέρας του ήταν δερματέμπορος και η μητέρα του καθηγήτρια πιάνου.  Τελικά η οικογένεια αποφάσισε, λίγο μετά τη γέννηση του Οσίπ, να εγκατασταθεί  στην Αγία Πετρούπολη.

Το 1900, στο κατώφλι του 20ου αιώνα, έγινε μαθητής στο περίφημο τότε σχολείο Tenishevsky,  όπου η κλασική μόρφωση που πήρε τον έκανε ν’ αγαπήσει την αρχαία Ελλάδα τόσο πολύ, ώστε να γράψει ακόμη και ελληνικά ποιήματα. Σημαντικό ρόλο για την κλασική του παιδεία έπαιξε ο Βλαντιμίρ  Χίππιους, γυμνασιάρχης του σχολείου,  ελληνομαθής ποιητής και μεταφραστής της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας (όλος περίπου ο Ευριπίδης).  Ο Μήτσος Αλεξανδρόπουλος στο βιβλίο του Στην Πετρούπολη θα ξανασμίξουμε πάλι, γράφει για τον φιλέλληνα ποιητή: «Έβλεπε τον εαυτό του μόνο στην Ευρώπη των Ελλήνων και των Ρωμαίων με τον αρχαίο και τον νεώτερο χριστιανικό πολιτισμό, όπου τον κύριο τόνο τον έδινε η προσωπική ανθρώπινη παρουσία με την ελεύθερη δημιουργικότητά της, αντί το απρόσωπο σύνολο της Ανατολής».

Το απόσπασμα αυτό μου φέρνει στη μνήμη μερικούς στίχους του Μπωντλαίρ, ενός ποιητή που είχε επίσης ελληνορωμαϊκή παιδεία . Σε δική μου απόδοση οι στίχοι λένε:

Πάνω από την κούνια μου   είν’ η βιβλιοθήκη,

Εκεί το μυθιστόρημα, ο μύθος κι η επιστήμη,

 Όλα ανακατώνονταν με στάχτη λατινική

 Και σκόνη απ΄την Ελλάδα σε σκοτεινή Βαβέλ.

                                                       (    La  Voix  )

Ένα από τα ελληνικά ποιήματα που έγραψε επιγράφεται ‘Για την ποίηση’ και δίνεται εδώ σε μετάφραση Γιάννη Σουλιώτη :

       Κι εκείνο τον καιρό,

                               όταν οι ποιητές συλλήφθηκαν,

                               στίχοι κατασχέθηκαν,

                               διάβασε κάποιος πραγματικά το βιβλίο σου

                               όπου τα σημεία  συζήτησης ήταν:

                              Τι σημαίνει «Ελληνισμός»

                              ( λέξη υπογραμμισμένη εδώ ),

                              πώς αξιολογείς άλλους «  –ισμούς »

                              τώρα που έχουν εξαφανιστεί;

                              Η ηλικία από μόνη της φωνάζει.  

 

Τελικά είναι ο ρώσος ποιητής που, σ’ένα άλλο ποίημα του, φώναξε σε ολόκληρη την Ευρώπη:

                          Ω Ευρώπη, νέα Ελλάδα,

                         Φυλάξτε  τον Πειραιά και την Ακρόπολη !

                                        

Το 1908 ο δεκαεφτάχρονος τότε Οσίπ ήθελε να σπουδάσει φιλολογία και φιλοσοφία στη Σορβόννη, στο Παρίσι. Άλλαξε όμως γνώμη και πήγε στη Γερμανία, στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης. Το 1911 πήρε την απόφαση να συνεχίσει  τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης, όπου (μεγάλο εμπόδιο γι’αυτόν) δεν γίνονταν δεκτοί φοιτητές με εβραϊκό θρήσκευμα. Ξεπέρασε το εμπόδιο αλλάζοντας θρήσκευμα – έγινε μεθοδιστής.

Ο Οσίπ  Μαντελστάμ δεν ήταν μόνο μείζων ποιητής , αλλά και σπουδαίος δοκιμιογράφος. Στα δοκίμια του Μαντελστάμ φωτίζεται η βαθύτερη σχέση του ποιητή με την τέχνη του και το κοινό, και ακόμα η ουσία και το περιεχόμενο του Ακμεϊσμού. Αποδεικνύεται επίσης και η ευρωπαϊκή (κυρίως γαλλική) παιδεία του Μαντελστάμ, την οποία, όπως είπα και πιο πάνω, είχαν και άλλοι ακμεϊστές. Είναι, λόγου χάρη , εντυπωσιακή η σύγκριση, στην οποία προβαίνει ο Μαντελστάμ, του Φρανσουά Βιγιόν με έναν κατεξοχήν ποιητή του συμβολισμού, τον Πωλ Βερλαίν. Πρέπει εδώ να επισημάνουμε ότι οι ακμεϊστές  γνώριζαν άριστα τον Φρανσουά Βιγιόν πολύ πιο πριν τον ανακαλύψει ο Έζρα  Πάουντ. Ο Γκομιλιόφ  – που ήταν σύζυγος της  Αχμάτοβα – είχε μεταφράσει τη Διαθήκη του Βιγιόν και ο Μαντελστάμ, που ήταν τότε 29 ετών, τον ανέλυσε με βαθιά γνώση κι ευαισθησία. Στο δοκίμιο Φρανσούα Βιγιόν συναντάει κανείς  τα μείζονα θέματα που απασχόλησαν τον Μαντελστάμ στη λογοτεχνική του ζωή: τη σχέση ανάμεσα στην εμπειρία του αναγνώστη με την αντίστοιχη του ποιητή, το ποιητικό κίνητρο, την αιχμηρή ειρωνεία και ακόμα το ενδιαφέρον του ποιητή για την Ιστορία και ειδικότερα την πρόκληση για την  «κατάκτηση» του χρόνου.

 

Εντυπωσιακές  είναι και οι παρατηρήσεις του  που κάνει, στο δοκίμιο Το τέλος του μυθιστορήματος, για το μυθιστόρημα, κέντρο  του οποίου είναι επίσης η Γαλλία, και η άποψή του ότι αναπτύχθηκε εκεί εξαιτίας της βοναπαρτικής εποποιίας. Επίσης δεν πρέπει να παραλείψουμε  τα εξαίσια κείμενα που έγραψε στη δεκαετία του 1930 για διάσημους φυσιοδίφες όπως ο Μπιφόν, ο Λιναίος και ο Λαμάρκ, και τις εντυπωσιακές παρατηρήσεις του για το ύφος και την τεχνική των κειμένων του  Δαρβίνου. Στο δοκίμιο Κόσμος και πολιτισμός λέει ο Μαντελστάμ μεταξύ άλλων: «Ποίηση είναι το άροτρο που γυρίζει τον χρόνο, έτσι ώστε το βαθύτερο στρώμα, το μαύρο χώμα, να είναι στην κορυφή ».

Στο Κοκτεμπέλ της Κριμαίας — όπου κατέφυγε να ζήσει μια ήσυχη ζωή μαζί με τη γυναίκα του Nadezhda μακριά από την τύρβη και τους κινδύνους της Μόσχας – έγραψε το εξαίσιο δοκίμιο για τον Δάντη το 1933, τέσσερα χρόνια μετά τη δημοσίευση του αντίστοιχου του Τόμας  Έλιοτ. Όποιος το διαβάσει σήμερα συγκριτικά θα διαπιστώσει πόσο σημαντικότερο είναι το κείμενο του Ρώσου, το οποίο δημοσιεύτηκε στη Ρωσία μόλις το 1967, τρεις δεκαετίες μετά τον τραγικό θάνατο του Μαντελστάμ στα Γκουλάγκ, όπου το σταλινικό καθεστώς τον είχε καταδικάσει να εκτίσει την ποινή που του επέβαλε ως  «εχθρού του λαού».

Κλείνοντας αυτό το κείμενο, θα έλεγα ακόμη ότι είναι δύσκολο να μεταφερθεί σε άλλη γλώσσα η ποίηση ενός δυσκολομετάφραστου ποιητή όπως αυτή του Μαλντεστάμ. Τίποτα όμως δεν είναι αδύνατο, αν λάβει κανείς  υπόψη του τα λίγα ποιήματα που μετάφρασε θαυμάσια στη γλώσσα μας ο Άρης Αλεξάνδρου.

Πέθανε, λένε, από πείνα και κρύο στο στρατόπεδο Βτόραγια Ριέτσκα το 1938 και τάφηκε σε ομαδικό τάφο.

Κατά τη διάρκεια της εξορίας του  και μέχρι τον θάνατό του, έγραφε μανιωδώς, ενώ η υπέροχη γυναίκα του, η Nadezhda,  όχι μόνο απομνημόνευε τα  έργα του, για την περίπτωση που τα κείμενά του θα καταστρέφονταν ή θα χάνονταν, αλλά και τα μετέφερε κρυφά στην Ευρώπη, όπου, μεγάλο μέρος τους, κατάφερε να δημοσιεύσει.

 

Το 1956, επί Χρουστσώφ, αποκαταστάθηκε εν μέρει η μνήμη του. Αποκαταστάθηκε πλήρως επί Γκορμπατσώφ, το 1987.

Το 1977, όμως, έλαβε το όνομά του ο αστεροειδής 3461 Μάντελσταμ (που ανακαλύφτηκε από τον Νικολάι Τσερνίχ).

————————

 

 

 

 

 

 

                  

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.