You are currently viewing Φάνης Κωστόπουλος:    ΠΕΤΡΟΣ  ΠΙΚΡΟΣ. Το αστικό μυθιστόρημα του υπόκοσμου στην ελληνική λογοτεχνία.

Φάνης Κωστόπουλος:    ΠΕΤΡΟΣ  ΠΙΚΡΟΣ. Το αστικό μυθιστόρημα του υπόκοσμου στην ελληνική λογοτεχνία.

 

Το  αστικό μυθιστόρημα, του οποίου εισηγητής στη λογοτεχνία μας θεωρείται δικαίως ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, προσδιορίζει το μυθιστόρημα της αστικής τάξης. Το αστικό μυθιστόρημα του υπόκοσμου θεωρήθηκε ανέκαθεν υποδεέστερο, τουλάχιστον λογοτεχνικά. Τα πρώτα  μυθιστορήματα αυτού του είδους, με την προσωνυμία απόκρυφα, εντάχθηκαν συλλήβδην στα λαϊκά αναγνώσματα. Το αστικής παραβατικότητας μυθιστόρημα κάνει σταδιακά την εμφάνισή του, όταν οι «βασιλείς των ορέων», για να θυμηθώ τον Εντμόντ  Αμπού, κατέβαιναν να εγκλιματιστούν στο κλεινόν άστυ. Σαράντα χρόνια χωρίζουν τον Θάνο Βλέκα από τους  Αθλίους των Αθηνών του Κονδυλάκη, που θα μπορούσε να θεωρηθεί ο εισηγητής αυτού του λογοτεχνικού είδους. Προηγείται, όμως, το μυθιστόρημα  Η μάγκα του Ωρολογίου του Νικολάου Β. Βωτυρά, που ίσως μένει, ακόμα και τώρα γραμματολογικά, μια αφανής περίπτωση.

Το πέρασμα από τη φυλακή του Μεντρεσέ της  Αθήνας, όπου «φιλοξενούνταν» μοσχόμαγκες και κουτσαβάκια (μια φυλακή της οποίας ο πλάτανος στο προαύλιο έγινε σύμβολο τυραννίας και ενέπνευσε στον Αχιλλέα Παράσχο το περίφημο  ποίημα με τίτλο  Στον πλάτανο του Μενδρεσέ που συγκίνησε τότε τις λαϊκές ψυχές.  Παραθέτω τους πρώτους και τελευταίους στίχους του ποιήματος :

                Ω πλάτανε του Μενδρεσέ, στοιχειό καταραμένο,

                    της τυραννίας τρόπαιο, στη φυλακή υψωμένο,

                   συμμάζεψε τα φύλλα σου τα δακρυραντισμένα

                  να ιδώ κομμάτι ουρανό και τ’ άστρα τα καημένα.

                 ……………………………………………………………………

                Θα έλθει η ώρα πλάτανε, αλλόθρησκη Βαστίλλη,

            που ξυλοκόπους η οργή του Έθνους θα σου στείλει.           

Επί τουρκοκρατίας ο Μεντρεσές ήταν ισλαμική θεολογική σχολή.

Σήμερα μόνο η εξώθυρα σώζεται για να τον θυμίζει) το πέρασμα λοιπόν από τούτη τη φυλακή στις φυλακές  Συγγρού των εγκληματιών και των πρώτων πολιτικών κρατουμένων και από τα «καλά σπίτια»  στη Γούβα του Βάβουλα – όπου εκτυλίσσεται το δράμα της Μαριώρας, της τηνιακιάς ηρωίδας του Κονδυλάκη στο βιβλίο του Οι Άθλιοι των Αθηνών  -, στα  αθηναϊκά «σπίτια» του κέντρου γίνεται με το Τουμπεκί, που διεκδικεί μια μοναδική θέση στο μυθιστόρημα του αθηναϊκού υπόκοσμου. Επίσης, μοναδική θέση στο λογοτεχνικό στερέωμα του Μεσοπολέμου διεκδικεί και ο συγγραφέας αυτού του βιβλίου, που δεν είναι άλλος από τον Πέτρο Πικρό, λογοτεχνικό ψευδώνυμο που φέρνει στη μνήμη εκείνων που γνωρίζουν τη ρωσική γλώσσα  τον συγγραφέα της  Μάνας  Μάξιμ Γκόρκι, του οποίου το επώνυμο στα ελληνικά θα ήταν  Πικρός.  Ο  Πέτρος Πικρός γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, το πραγματικό του επώνυμο ήταν, όπως τουλάχιστον  έχει καταχωριστεί σε εγκυκλοπαίδειες και γραμματολογίες, Γεναρόπουλος, μεγάλωσε στη Γενεύη και σπούδασε στο Παρίσι. Ως προς τις πολιτικές του πεποιθήσεις ήταν αριστερός και μάλιστα καταταγμένος στο πιο ριζοσπαστικό τμήμα της κομμουνιστικής Αριστεράς. Και γιατί όχι και στο πιο ριζοσπαστικό και ενδιαφέρον κεφάλαιο της ρεαλιστικής πεζογραφίας.

Το Τουμπεκί θα μπορούσε να έχει τίτλο «σκηνές από τη ζωή ενός εγκληματία». Και αυτό λόγω της θεατρικής εντύπωσης που δημιουργούν οι εκτενείς διάλογοι, αλλά και της αφηγηματικής ασυνέχειας  από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, η οποία, ωστόσο, δεν διαταράσσει τη χρονική αλληλουχία των συμβάντων. Το μυθιστόρημα χωρίζεται σε δέκα κεφάλαια, όπου στα πρώτα εννέα πρωταγωνιστεί ο Αράπης, ένας  σκληρός και βίαιος άντρας. Ως προς τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα θα πρέπει να αποτελεί έναν από τους πιο καλοσχεδιασμένους χαρακτήρες του ελληνικού υπόκοσμου.  Στη σημερινή συγκυρία, που η βία, ως θέμα μυθιστορήματος, δελεάζει όλο και περισσότερους συγγραφείς, αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Όσο για τις περιγραφές φόνων και άλλων εγκληματικών πράξεων,   δίνονται   εκεί     με    τόσο     εξονυχιστικές   λεπτομέρειες     που, μπροστά τους,  ωχριούν   οι  αντίστοιχες περιγραφές της τρέχουσας μυθιστοριογραφίας.  Τεχνίτης στη δουλειά του ο Αράπης , αναπτύσσει το σκεπτικό του παλιού μάστορα. Από τη μια πλευρά ο σεβασμός στην παράδοση της τέχνης του, που περνάει από το αφεντικό στον παραγιό, και από την άλλη το δέος μπροστά στην τεχνολογική πρόοδος, που δυστυχώς καθιστά παρωχημένα τα δικά του τεχνικά μέσα.

Πυρήνας στο μυθιστόρημα είναι η διάρρηξη  μιας πλούσιας κατοικίας στο Κολωνάκι, που καταλήγει σε  ληστεία μετά δύο φόνων. Απρόβλεπτες συγκυρίες εξωθούν σ’ αυτό το τελευταίο, αλλά και γιατί ο συνήθως προνοητικός μάστορας έχει χάσει την αυτοπεποίθησή του, καθώς αναμετριέται νοερά με τους γραμματισμένους, που ανοίγουν νέους ορίζοντες στο επάγγελμα. Αυτός είναι ο λόγος που βάζει στην επιχείρηση έναν αμούστακο φοιτητή. Λάθος, μεγάλο λάθος, για το οποίο δεν θα πληρώσει, αφού το μυθιστόρημα θέλει τις ανακριτικές αρχές να εκπροσωπούνται θεόστραβες από έναν «κορδωμένο» ανακριτή εξ Εσπερίας ερχόμενο. Ωστόσο, θα συλληφθεί, αφού η κατεξοχήν επικράτεια, που ζητά να περιγράψει το μυθιστόρημα,  είναι αυτή της φυλακής. Μόνο που η σύλληψή του θα γίνει για άλλο έγκλημα από εκείνο πού διέπραξε, οπότε είναι σίγουρο ότι τελικά θ’ αθωωθεί, καθώς η Δικαιοσύνη είναι πολλαπλώς χειραγωγούμενη. Το μυθιστόρημα πάντως καταλήγει με τον Αράπη στη φυλακή. Δυστυχισμένος όχι γιατί βρίσκεται πίσω απ’ τα κάγκελα, αλλά γιατί διαβάζει στις εφημερίδες για τη βιομηχανική  επέλαση. Επωδός του μυθιστορήματος είναι ο καημός του τεχνίτη που καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί πια να είναι ο πρώτος και ο καλύτερος.

Αυτή είναι η πλευρά της ελληνικής κοινωνίας την επομένη του Α΄ Παγκοσμίου  Πολέμου, που επιχειρεί να σκιαγραφήσει το μυθιστόρημα του Πέτρου Πικρού. Μια άλλη πλευρά είναι η παρουσίαση της εξουσίας  ως πυραμίδας, που στοχεύει σε ένα και μοναδικό στοιχείο, το χρήμα.  Η πρωτοτυπία βρίσκεται στο ότι, αντί να δείξει κεφαλαιοκράτες και προλετάριους ,  προβάλλει το αντεστραμμένο, αλλά πιστό  είδωλό τους στη διαστρωμάτωση του υπόκοσμου. Όταν ο εγκληματίας αντιλαμβάνεται  την ηθική μόνο ως  επαγγελματική ηθική, δεν απέχει  και πολύ από οποιονδήποτε επιχειρηματία, που θεωρεί ηθικό  καθετί που δεν απαγορεύει ο νόμος. Αυτή την επίκαιρη, ιδίως σήμερα, κοινωνική αντίληψη την αποδυναμώνει ο συγγραφέας κάπως  με τις  αφηγηματικές του παρεκβάσεις.  Το Τουμπεκί  αποτελεί μαρτυρία, εκτός όλων των άλλων, για τα ήθη, τις νοοτροπίες και τις πρακτικές της εποχής. Το παράδοξο είναι ότι αυτή η μαρτυρία  δεν έχει μόνο ιστορική αξία. Τρόφιμος των φυλακών ο συγγραφέας,  ως πολιτικός κρατούμενος, αλλά και δημοσιογράφος επιδιδόμενος  από τους πρώτους στο κοινωνικό ρεπορτάζ, κατορθώνει να δώσει με το βιβλίο του μια εκ των ένδον εικόνα του υπόκοσμου.

                                    ————————-

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.