Καταργήσατε όλα τα προνόμια,
καταργήστε τώρα και τα προνόμια του αντρικού φύλου…
( Ένα από τα αιτήματα των αστών κυριών του Παρισιού προς την ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ )
Με αφορμή την παγκόσμια ημέρα της γυναίκας, ανατρέχω στην ιστορική περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης, μια περίοδο αγαπητή και ενδιαφέρουσα στους πιο πολλούς από τα μαθητικά χρόνια. Η χρονιά του 1793, τέταρτη για την Επανάσταση και δεύτερη για την πρώτη δημοκρατία, άρχισε με απανωτές αποτυχίες. Το Παρίσι απειλεί η πείνα και οι στρατιές στα μέτωπα, κατακλεμμένες από τους απατεώνες της τροφοδοσίας, είναι ξυπόλυτες και θεονήστικες. Η συμβιβαστική πολιτική των Γιρονδίνων, οι προδοσίες των στρατηγών, ο πληθωρισμός με τον πλουτισμό των κερδοσκόπων συνθλίβουν φοβερά τη Γαλλία. Το τέταρτο έτος της Επανάστασης δεν είχε δυστυχώς φέρει αισθητή ανακούφιση στους φτωχούς των προαστίων. Έτσι, το μίσος του λαού στρεφόταν ενάντια στους κερδοσκόπους. Ο Ζακ Ρου, ο ικανός ηγέτης των «λυσσασμένων» ( enragés ), όπως τους αποκαλούσαν, και ορκισμένων εχθρών των κερδοσκόπων, είπε από το βήμα της Συμβατικής: «Η ελευθερία είναι κούφια αυταπάτη, αν μια τάξη ανθρώπων μπορεί, ατιμώρητα, να υποβάλλει μια άλλη τάξη στο μαρτύριο της πείνας. Η ισότητα είναι κούφια αυταπάτη, αν ο πλούσιος με το μονοπώλιο κρατεί στα χέρια του την εξουσία ζωής και θανάτου των συνανθρώπων του. Η δημοκρατία είναι κούφια αυταπάτη, αν βοηθάνε, μέρα με τη μέρα, με τέτοιες τιμές στα τρόφιμα την αντεπανάσταση, που είναι απρόσιτες για τα τρία τέταρτα όλων των πολιτών. Για να τραβήξουμε τους αβράκωτους (sans-culottes ) στην επανάσταση και στο σύνταγμα, είναι ανάγκη ν’ απαγορεύσουμε το ληστρικό εμπόριο που φυσικά πρέπει να το ξεχωρίζουμε από το τίμιο εμπόριο, και να μειώσουμε τις τιμές στα τρόφιμα » .
Λίγο πριν από αυτή την αγόρευση του Zak Ρου, οι γυναίκες των παρισινών προαστίων, που ανάμεσά τους μεγάλωσε γρήγορα η επιρροή των enragés, οργάνωσαν ένα συλλαλητήριο διαμαρτυρίας εναντίον των κερδοσκόπων και των μονοπωλητών που ρουφάνε το αίμα του λαού. Οι πολίτισσες πλύστρες έστειλαν τότε μια επιτροπή στη Συμβατική. Οι τιμές στο σαπούνι και στο λουλάκι είχαν ανεβεί τόσο ψηλά που από το μεροκάματό τους δεν έμενε τίποτα. Βασανισμένη και κόκκινη από την ταραχή της , η εκπρόσωπός τους περιγράφει στη Συμβατική την άθλια κατάσταση που βρίσκονται οι πλύστρες του Παρισιού, και ζητάει να καταδικάζονται σε θάνατο οι κερδοσκόποι. «Πολύ γρήγορα», είπε ακόμα, «η πιο φτωχή τάξη δεν θα είναι σε θέση να φοράει καθαρά ρούχα. Και ο λόγος δεν είναι γιατί λείπουν τ’ απαραίτητα υλικά, αυτά είναι άφθονα, αλλά γιατί οι κερδοσκόποι ανεβάζουν τις τιμές».
Είναι όμως αλήθεια ότι δεν συμπαθούν όλες οι γυναίκες το φεμινιστικό κίνημα. Η Μανόν Ρολάν, για παράδειγμα, που η μόρφωσή της, η ευστροφία της και η προνοητικότητά της ξεχωρίζουν στον γενικό φόντο, δεν θεωρεί υποχρεωτική την ισότητα των δύο φύλων. Βλέποντας ποιο ρόλο παίζουν οι γυναίκες σε κάθε εξέγερση, προτιμάει να τις προστατέψει από τους πειρασμούς των δημαγωγών. Και για ποιο λόγο να σκοτίζεται για την ισότητα, αφού μπορεί να διευθύνει – μέσω του υπουργού συζύγου της και φίλου των Γιρονδίνων – το Υπουργείο Εσωτερικών και να επηρεάζει, μέσω του Μπιζό, του εραστή της, τις αποφάσεις της Συμβατικής; Έτσι η σύζυγος του υπουργού καταφέρνει, κολακεύοντας τους άντρες, να επιτυγχάνει τους σκοπούς της. « Κυβερνάτε εσείς τον κόσμο… εμείς θέλουμε να κυριαρχούμε στις καρδιές σας», γράφει, με κάποια δόση ειρωνείας βέβαια, η Μανόν Ρολάν. Μια άλλη, η Τερέζα Καμπαρίς, άλλοτε μαρκησία Φοντενέ, που προσποιόταν τώρα πολύ καλά την Ιακωβίνα, υποστήριζε ότι «οι γυναίκες δεν πρέπει να ανταγωνίζονται τους άντρες». Και οι δυο αυτές κυρίες λατρεύονταν από τους άντρες και προτιμούσαν να «κυβερνούν», με τον μικρότερο κίνδυνο, μέσω των καρδιών των ανδρών, δηλαδή με τον «παλιό προεπαναστατικό τρόπο».
Τον Απρίλη, όμως , του 1793, η άλλοτε θεατρίνα Κλαιρ Λακόμπ και η εργάτρια Πωλίνα Λεόν, μια από τις προπαγανδίστριες των «ταγμάτων αμαζόνων», άρχισαν να οργανώνουν τη λέσχη των πληβείων γυναικών. Αυτό ήταν εύκολο, γιατί οι πολίτισσες των φτωχότερων τομέων προσπαθούσαν οι ίδιες αυθόρμητα, κατά τον τρόπο των πλουσίων γυναικών, να συσπειρωθούν, για να «κατανοήσουν τη θέση τους, ν’ ανατρέψουν τους εχθρούς και να βοηθήσουν τους φίλους του λαού». Στις 10 του Μάη ο Μηνύτωρ πληροφορεί: «Αρκετές πολίτισσες παρουσιάστηκαν στη γραμματεία της δημαρχίας και, σύμφωνα με τον νόμο για τη δημοτική αστυνομία, δήλωσαν ότι σκοπεύουν να συσσωματωθούν και να ιδρύσουν μια εταιρεία όπου μέλη της θα μπορούν να εγγράφονται μόνο γυναίκες. Σκοπός της εταιρείας αυτής θα είναι η εξέταση των μέσων, των ικανών να παραλύσουν τα σχέδια των εχθρών της δημοκρατίας. Θα ονομάζεται Εταιρεία των δημοκρατικών γυναικών της επανάστασης και θα συνέρχεται στη βιβλιοθήκη των Ιακωβίνων στην οδό Σαιν Ονορέ».
Τα εγκαίνια της Εταιρείας των δημοκρατικών γυναικών της επανάστασης έγιναν πανηγυρικά. Αρκετές εκατοντάδες καινούργια μέλη (ράφτρες, λαντζέρισσες, πλύστρες, παλιατζούδες, σύζυγοι ή μητέρες χειροτεχνών, βιοτεχνών και εργατών) έφεραν μαζί τους συζύγους, αδέρφια, πατεράδες. Πολλοί από τους άντρες κρυφογελούσαν ειρωνικά, άλλοι παρακολουθούσαν περίεργοι και λογάριαζαν τι θα βγει από αυτή την ιδέα. Τις μητέρες είχαν ακολουθήσει και τα παιδιά, γιατί δεν είχαν με ποιον να τ’ αφήσουν στο σπίτι. Οι συγκεντρωμένοι τραγούδησαν μ’ ενθουσιασμό αρκετά επαναστατικά τραγούδια και με λίγο φάλτσο τη Μασσαλιώτιδα, την έξοχη δημιουργία του Ρουζέ ντε Λιλ, που εδώ και λίγο καιρό είχε κατακτήσει τους Παριζιάνους.
Πρόεδρος της λέσχης εκλέχτηκε η Πωλίνα Λεόν και γραμματέας η Κλαίρ Λακόμπ, που οι γυναίκες των συνοικιών την ήξεραν με το παρατσούκλι ‘Το κόκκινο τριαντάφυλλο’. Με θαυμάσια ρητορική τέχνη η γραμματέας διάβασε το μακροσκελές καταστατικό και υπογράμμισε πως η παραβίαση της ευπρέπειας και της αρετής θα συνεπάγεται τον άμεσο αποκλεισμό από την Εταιρεία. Τη διαφθορά θεωρούσαν ελάττωμα που χαρακτήριζε μόνο τους αριστοκράτες. Στο τέλος, κάμποσες ηλικιωμένες σεβαστές πολίτισσες παρέδωσαν στη λέσχη τη σημαία και τη συμβολική παράσταση Το άγρυπνο μάτι (της Ελευθερίας).
Το 1793 στο Παρίσι λειτουργούσαν πολλά σωματεία γυναικών της αστικής τάξης, αλλά οι γυναίκες της φτωχολογιάς του Παρισιού πρώτη φορά οργάνωναν το σωματείο τους, κι αυτό έβαλε σε ανησυχία όλους εκείνους που είχαν λόγους να φοβούνται τη λαϊκή οργή. Πρώτοι τρόμαξαν οι Γιρονδίνοι. Ο σοφός και φιλελεύθερος Κοντορσέ (μέλος της Νομοθετικής και της Συμβατικής Εθνοσυνέλευσης), με την επιρροή της νεαρής και μορφωμένης γυναίκας του, παρουσιαζόταν υπερασπιστής των δικαιωμάτων των γυναικών, αλλά οι απλές γυναίκες του λαού, οι φτωχές και αγράμματες, κατά τη γνώμη του, δεν έμπαιναν στο λογαριασμό. Η Εταιρεία των δημοκρατικών γυναικών της επανάστασης πολύ γρήγορα βρέθηκε σε στενή επαφή με τους enragés , που ήταν φανατικοί εχθροί των κερδοσκόπων και των Γιρονδίνων βουλευτών της δεξιάς . Από τότε οι Γιρονδίνοι προσπαθούσαν, με κάθε τρόπο μαζί με τους βασιλόφρονες, να δυσφημήσουν τους οργανωμένους sans culottes λέγοντας: «Όλες οι δημοκράτισσες της Επανάστασης είναι τερατόμορφες. Οι Ιακωβίνοι, με το να δέχονται να υπερασπίζουν τη δημοκρατία τέτοιες άσχημες γριές, δεν καταλαβαίνουν το συμφέρον τους».
Η Κ λ α ι ρ Λ α κ ό μ π, πρώτα γραμματέας και λίγο μετά πρόεδρος της Εταιρείας δημοκρατικών γυναικών της επανάστασης, ήταν – θέλουν δεν θέλουν οι Γιρονδίνοι – όμορφη. Είχε μελαψό πρόσωπο κοπέλας της Μεσογείου, μαύρα μαλλιά και μάτια, ανασηκωτή όμορφη μυτούλα και δεν της έλειπε ούτε η λυγεράδα ούτε η χάρη στις κινήσεις. Ήταν ηθοποιός. Από μικρή έπαιζε στο θέατρο τραγικούς ρόλους και λίγο καιρό πριν από την Επανάσταση έπαιζε στα μεγάλα επαρχιακά θέατρα της Μασσαλίας και της Λυών. Κρατούσε μάλιστα τους κύριους ρόλους στις τραγωδίες του Ρακίνα και του Κορνέιγ – χωρίς αυτό να σημαίνει πως ήταν μια μεγάλη ηθοποιός. Για πρώτη φορά πρόσεξαν την Κλαιρ μια ζεστή μέρα του Ιουλίου του 1792 μπροστά στο κιγκλίδωμα της Νομοθετικής συνέλευσης. Η άγνωστη γυναίκα-ρήτορας, με μια σκόπιμα δονούμενη φωνή, φωνή που φανέρωνε καλλιτέχνιδα της καριέρας, άρχισε να διαβάζει την από πριν έτοιμη αγόρευση, όταν ο πρόεδρος Μπιενό ντε Μπολμπάν της έδωσε τον λόγο.
«Νομοθέτες!». Προφέροντας αυτή τη λέξη η γυναίκα-ρήτορας σήκωσε ψηλά το κεφάλι και κοίταξε, με θάρρος, το πλήθος που γέμιζε την αίθουσα. Μολονότι η αγόρευση γυναικών μπροστά στο ιστορικό κιγκλίδωμα δεν ήταν κάτι καινούργιο, η νεαρή αμαζόνα μπόρεσε να επιβάλει προσοχή στα λεγόμενά της. «Νομοθέτες! Είμαι γαλλίδα καλλιτέχνιδα και τώρα βρίσκομαι χωρίς δουλειά, μα εκείνο που θα ‘πρεπε να με κάνει ν’ απελπιστώ γεμίζει την ψυχή μου από την πιο αγνή χαρά. Μια και δεν μπορώ να βοηθήσω με χρήματα την πατρίδα μου που την κηρύξατε σε κίνδυνο, θέλω να της αφιερώσω το άτομό μου. Είμαι γεννημένη με την ανδρεία Ρωμαίας και με μίσος προς τους τυράννους, και θα είμαι ευτυχής αν συντελέσω στην εκμηδένισή τους!… Νομοθέτες ! Έχετε κηρύξει την πατρίδα σε κίνδυνο, μα αυτό δεν αρκεί× αφαιρέστε την εξουσία από εκείνον που είναι ο μόνος υπεύθυνος για τον κίνδυνο που παρουσιάστηκε και που έχει ορκιστεί να καταστρέψει τη Γαλλία… Διορίστε αρχηγούς που θα μπορούμε να τους έχουμε εμπιστοσύνη, αποφασίστε εσείς και οι εχθροί θα εξαφανιστούν». Ο λόγος της θυμίζει σε εκείνους που έχουν διαβάσει την ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης τον λόγο του Δαντών για το ίδιο θέμα.
Στους κύκλους των enragés η Κλαιρ Λακόμπ συνάντησε τον Ζακ- Τηεοφίλ Λεκλέρκ, είκοσι δύο χρονών, νεαρό δημοσιογράφο, φανατικό επαναστάτη. Μολονότι ήταν νεαρός ο Λεκλέρκ, είχε ζήσει και δει πολλά. Οι συναρπαστικές αφηγήσεις του συγκινούσαν βαθιά την Κλαιρ. Της μιλούσε για την άγρια τροπική ομορφιά της Γουαδελούπης και της Μαρτινίκας, όπου είχε ταξιδέψει μετά το 1789. Στη Μαρτινίκα πήρε μέρος στην εξέγερση των έγχρωμων σκλάβων, διεύθυνε τον αγώνα τους και τη απαλλαγή τους από τη δουλοπαροικία. Το 1793 ο Λεκλέρκ είναι ώριμος επαναστάτης. Η φιλία του με την Κλαιρ γρήγορα θα μεταβληθεί σε αίσθημα. Την άνοιξη του 1793 άρχισαν κοινή ζωή. Ο Λεκλέρκ βοηθάει την Κλαιρ στην οργάνωση της Εταιρείας και γράφει άρθρα στις εφημερίδες υπέρ του κινήματος των δημοκρατικών γυναικών. Στις 3 Απριλίου του 1793 η Κλαιρ Λακόμπ μιλάει στη λέσχη των Ιακωβίνων και ζητάει να συλληφθούν οι αριστοκράτες, ενώ η λέσχη των γυναικών που καθοδηγεί διεξάγει λυσσώδη μάχη εναντίον των Γιρονδίνων.
Η ζωή, όμως, είναι μπαμπέσα και ό,τι σου δίνει το παίρνει πίσω διπλό, είτε έρωτας είναι αυτό είτε πολιτική. Στις αρχές του Σεπτέμβρη ο Ζακ Ρου κηρύχθηκε ύποπτος, ενώ ταυτόχρονα άρχισε η διάσπαση στην Εταιρεία δημοκρατικών γυναικών της επανάστασης. Η Γκομπέν , μέλος της λέσχης και σύζυγος μετριοπαθούς Ιακωβίνου, γυναίκα καβγατζού και κακόγλωσση, προσπάθησε να κριτικάρει με εμπάθεια τον Λεκλερκ. Οι γυναίκες που ακολουθούσαν την γραμμή των enragés διαγράφουν την «προδότισσα» από μέλος της Εταιρείας. Η πολίτισσα Γκογκέν φόρεσε τότε τη φανταχτερή, τρίχρωμη κονκάρδα και έτρεξε στη λέσχη των Ιακωβίνων (τώρα τα μέλη της Εταιρείας συνέρχονταν στην εκκλησία του Αγίου Ευσταθίου) να παραπονεθεί. Η αντιπαράθεση ανάμεσα στη λέσχη των Ιακωβίνων και την Εταιρεία δεν άργησε να φουντώσει, με αποτέλεσμα να αναφερθεί και το όνομα της Κλαιρ Λακόμπ. Την κατηγορούσαν οι Ιακωβίνοι αόριστα ότι είχε μεγάλη αδυναμία στους άντρες αριστοκράτες. Η θέση της Εταιρείας ήταν αβέβαιη, γιατί οι Ιακωβίνοι θεωρούσαν την Εταιρεία και την πρόεδρο Λακόμπ έναν από τους προμαχώνες των enrages, με τους οποίους ήταν επίσης σε αντιπαράθεση. Έτσι, τα πράγματα για την Εταιρεία και τη Λακόμπ πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο. Δεν άργησε αυτή η αντιπαράθεση να απασχολήσει και τον Ροβεσπιέρο: Τον Αύγουστο του 1793 ο «Αδιάφθορος» της Γαλλικής Επανάστασης δήλωσε αγανακτισμένος : « Αυτή η εταιρεία πρέπει να πάψει να υπάρχει… Αρχίζει να προκαλεί τον γέλωτα και να δίνει αφορμή για κακά συμπεράσματα ».
Η σύλληψη του Λεκλέρκ έκανε τους εχθρούς του να θέλουν τώρα να βάλουν στη φυλακή και τη Λακόμπ, πράγμα που δεν άργησε να γίνει. Αφού έκαναν πρώτα έρευνα στο σπίτι της , στη συνέχεια την οδήγησαν, με συνοπτικές διαδικασίες, στις φυλακές του Λουξεμβούργου. Η σκανδαλοθηρική Γαλλική εφημερίς έσπευσε τότε να πληροφορήσει τους αναγνώστες της πως «η κυρία ή δεσποινίς Λακόμπ φυλακίστηκε επιτέλους και έχασε τη δυνατότητα να βλάπτει. Τώρα η επαναστατική αυτή βακχίδα πίνει μόνο νεράκι. Είναι γνωστό ότι της άρεσε πολύ το κρασί και όχι λιγότερο το καλό τραπέζι και οι άντρες, όπως δείχνουν οι φιλίες της με τον Ζακ Ρου, τον Λεκλέρκ και άλλους». Η ειρωνική έκφραση «κυρία ή δεσποινίς» είναι υπαινιγμός στην ε ρ ω τ ι κ ή π ρ ο δ ο σ ί α του Λεκλέρκ: Πράγματι, ο Λεκλέρκ, λίγο πριν από τη σύλληψή του, άφησε την Κλαιρ και παντρεύτηκε την Πωλίνα Λεόν. «Προδότες» στον έρωτα δεν μπορεί να είναι, βέβαια, μόνο οι αριστοκράτες, αλλά όλοι οι άνθρωποι, ακόμα και οι Sans culottes.
Η Κλαιρ άντεξε με γενναιότητα το χτύπημα και δεν του κράτησε κακία. Θυμήθηκε ότι κάτω από την επιρροή του είχε διαβάσει πολλά βιβλία και είχε αναπτυχθεί διανοητικά. Ο χωρισμός αυτός δεν άλλαξε τη δράση της και τη συμπεριφορά της να είναι φιλική απέναντί του.
Ο καιρός περνούσε και έφτασε η μέρα του θερμιντοριανού πραξικοπήματος. Οι αδειασμένες, τώρα, φυλακές γεμίζουν γρήγορα από οπαδούς του Ροβεσπιέρου, από μέλη της παρισινής Κομμούνας και από τους «τομεακούς». Στη φυλακή του Λουξεμβούργου η Κλαιρ Λακόμπ βρισκόταν, τώρα, μαζί με τις αδερφές Ντιπλέ, την Αιμιλία, αρραβωνιαστικιά του Ροβεσπιέρου, και την Ελιζαβέτα, σύζυγο του Φιλίπ Λεμπά. Βγαίνοντας για τελευταία φορά, το φθινόπωρο του 1795, από την πύλη της φυλακής, η Κλαίρ Λακόμπ χάθηκε μέσα στο πλήθος των δρόμων του Παρισιού και από τότε κανείς δεν έμαθε ποτέ τίποτα γι’ αυτή τη γυναίκα, που προδόθηκε όχι μόνο από τον εραστή της, αλλά και από τους ομοϊδεάτες της.
——————————