You are currently viewing Φλάβιος Φιλόστρατος, Τὰ ἐς τὸν Τυανέα Ἀπολλώνιον (Β’ V). Μετάφραση: Βασίλης Πανδής.

Φλάβιος Φιλόστρατος, Τὰ ἐς τὸν Τυανέα Ἀπολλώνιον (Β’ V). Μετάφραση: Βασίλης Πανδής.

[Όπου ο Απολλώνιος και ο μαθητής του Δάμις ανεβαίνουν τον Καύκασο]

 

Καθώς ανέβαιναν πεζοί την κορυφή του όρους και επειδή ο δρόμος ήταν απότομος, [ο Απολλώνιος] ρώτησε τον Δάμι: «Πες μου», είπε, «πού ήμασταν χθες;»

Κι εκείνος είπε: «Στην πεδιάδα».

«Και σήμερα, Δάμι, πού;»

«Στον Καύκασο», του απάντησε, «αν δεν λαθεύω».

«Πότε λοιπόν ήσουν κάτω;», τον ξαναρώτησε.

Κι εκείνος απάντησε: «Αυτό δεν είναι άξιο απορίας, αφού χθες περνούσαμε την κοιλάδα, και σήμερα βρισκόμαστε κοντά στον ουρανό».

«Λες λοιπόν,  Δάμι” του είπε, “πως χθες οδοιπορούσαμε κάτω και σήμερα πάνω;»

«Μά τον Δία, ναι», απάντησε, «αν δεν έχω παραλογίσει για τα καλά».

«Και τι λοιπόν», του είπε, «ξεχωρίζει τους δύο δρόμους ή τι έχεις σήμερα παραπάνω από όσο χθες;»

«Χθες», είπε, «βάδιζα εκεί όπου βαδίζουν οι πολλοί, και σήμερα εκεί όπου βαδίζουν λίγοι».

«Γιατί, Δάμι;» του είπε. «Αν παρακάμψεις τις λεωφόρους, δεν θα βαδίζεις πλάι στους λίγους και μέσα στην πόλη;»

«Δεν είπα αυτό, αλλά ότι χθες περνούσαμε τις κωμοπόλεις των ανθρώπων, και σήμερα ανεβαίνουμε έναν τόπο άβατο και θείο· ακούς τι λέει ο οδηγός, ότι οι βάρβαροι θεωρούν αυτόν τον τόπο κατοικία των θεών», απάντησε, και κοίταζε την κορυφή του όρους.

Ο δε [Απολλώνιος] τον επανέφερε στο αρχικό του ερώτημα: «Μπορείς λοιπόν να μου πεις, Δάμι, τι κατάλαβες για το θείο βαδίζοντας κοντά στον ουρανό;»

«Τίποτα», είπε.

«Κι ωστόσο έπρεπε», του αντιγύρισε εκείνος, «εφόσον στέκεσαι πάνω σε αυτόν τον τόσο μεγάλο και θείο μηχανισμό, να εκφέρεις σαφέστερες γνώμες για τον ήλιο και την σελήνη, που ίσως και με το ραβδί σου να μπορείς να αγγίξεις, τόσο κοντά που βρίσκεσαι στον ίδιο τον ουρανό».

«Όσα χθες γνώριζα για το θείο» είπε, «γνωρίζω και σήμερα, και δεν μου δημιουργήθηκε κάποια άλλη γνώμη».

«Άρα, Δάμι», του είπε, «κάτω βρίσκεσαι ακόμη και τίποτα δεν σου προσέφερε το ύψος, και απέχεις από τον ουρανό όσο και χθες· και ήταν δίκαιο το αρχικό μου ερώτημα, που το θεώρησες γελοίο».

«Και όμως», είπε, «νόμιζα πως θα κατέβω σοφότερος, επειδή έχω ακούσει, Απολλώνιε, πως ο Αναξαγόρας ο Κλαζομένιος ερευνούσε τον ουρανό από τον Μίμαντα της Ιωνίας, και ο Θαλής ο Μιλήσιος από την όμορη Μυκάλη, και λέγεται πως ορισμένοι χρησιμοποιούσαν ως μελετητήριό τους το Παγγαίο και τον Άθωνα. Εγώ δε, μολονότι ανέβηκα τόσο ψηλά, δεν θα κατέβω καθόλου σοφότερος».

«Ούτε κι εκείνοι», του είπε, «επειδή από εδώ ψηλά ο ουρανός φαίνεται γλαυκότερος και μεγαλύτερα τα αστέρια και ο ήλιος να αναδύεται μέσα από την νύχτα· αυτά τα βλέπουν και οι βοσκοί. Πώς οι θεοί φροντίζουν το ανθρώπινο γένος και πώς χαίρονται την λατρεία τους, τι είναι η αρετή και τι η δικαιοσύνη και η σωφροσύνη, μήτε ο Άθως θα το φανερώσει στους αναρριχητές του μήτε και ο θαυμαζόμενος από τους ποιητές Όλυμπος, αν δεν τα διακρίνει αυτά η ψυχή, η οποία, αν τα πλησιάσει καθαρή και αμόλυντη, θα έλεγα ότι μπορεί να εξυψωθεί περισσότερο και από τον ίδιο τον Καύκασο».

 

 

 

Ο Φλάβιος Φιλόστρατος ή Φιλόστρατος ο Αθηναίος (Λήμνος 160/170 – Αθήνα 244/249 μ.Χ.), αποτελεί εξέχουσα μορφή της Δεύτερης Σοφιστικής. Το παραπάνω απόσπασμα προέρχεται από «Τὰ ἐς τὸν Τυανέα Ἀπολλώνιον», όπου εξιστορείται ο βίος του νεοπυθαγόρειου σοφού Απολλώνιου (Τύανα 15 – Ποτίολοι 98 μ.Χ.).

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.