ΠΑΤΡΙΚΟ
Στέκεσαι τρίζοντας
πατάς προσεκτικά
-όχι πάλι βουτιές
σε θάλασσες που παραφυλάνε
κάτω απ το πάτωμα. –
Τώρα και πάντα ,
τα μεσημέρια κατακαλόκαιρο
έρχονται.
Όλοι αποσύρονται στους ίσκιους
αδειάζει ο δρόμος.
Αυτά τα σπίτια τα πατρικά στην εξοχή
πού έχεις χρόνια να πας
ανοίγεις με βαρύ κλειδί
γυρνάει δύσκολα.
Κάθε γωνιά και ενσταντανέ
η μάνα σερβίρει αναστενάζοντας
-πάλι στο δρόμο είναι όλοι-
η πίσω πόρτα να βροντάει
χτυπώντας ο άνεμος ανάμεσα
στα δέντρα (της μνήμης);
Σπασμένα καπνά πατάς
και τα κυδώνια χάμω σαπισμένα
μυρίζουν ζαχαρωμένη απόγνωση.
Η τριανταφυλλιά δεν πέθανε
σε περιμένει
κάτω απ’ τις ρίζες το λίπασμά
όλοι είναι κει
και τα σκουλήκια στις ρίζες
στο ίδιο χώμα
κάτω απ’ τα πόδια σου.
Και η στέγη ακόμα
μπάζει φλύαρους ανέμους
απ’ τα σπασμένα κεραμίδια της.
Γιατί δεν βρήκες ακόμα τα λεφτά
να τα αλλάξεις.
ΣΚΑΣΕ ΚΑΙ ΚΟΛΥΜΠΑ
Ο γιατρός έκανε μερικές εύκολες ερωτήσεις.
‘’Τρως καλά;
Κοιμάσαι καλά;
Βλέπεις όνειρα;
Σου αρέσει η ποίηση;’’
Νομίζω τον μπέρδεψα
όταν του εξήγησα
τη σχετικότητα της λέξης
καλά.
Και τέλος πάντων γιατρέ,
είπα στα σωθικά μου,
έχει διαφορά
η ψητή συναγρίδα σου
από τη καρμπονάρα μου
μα δεν το κάνω θέμα!
Ύστερα, έδωσε κάποιες συμβουλές.
Μα πάνω απ’ όλα, είπε,
αυτή η δυσάρεστη κατάσταση
είναι στα χέρια μου.
Εγώ τότε είπα…
δεν θέλω να βουλιάξω
κι εκείνος είπε,
είναι απλό.
Με το πρώτο κύμα,
γυρνάς την πλάτη και
κοιτάς αλλού.
Κάπου να μην υπάρχει νερό,
να μην χρειαστεί να κολυμπήσεις.
Κατόπιν ελευθέρωσε
τις σκέψεις σου και
περπάτησε δίπλα τους.
Με διαβεβαίωσε ξανά πως
αυτή η υπόθεση πάνω απ όλα,
είναι δική μου.
Μάλιστα γιατρέ.
Δική μου υπόθεση η θάλασσα
δική σου η συναγρίδα.
ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Θέλουν ταλέντο οι Κυριακές.
Μικρές γυμναστικές ασκήσεις βίας
μέχρι να συνηθίσεις.
Μια σιδερένια πεταλούδα
καρφώνεις το χάραμα στη πλάτη,
κουρντίζεις τέρμα.
Παιχνιδάκι.
Αλλού θέλουν,
αλλού πάνε τα βήματα
στο ένα χέρι μια κλωστή
στο άλλο ένα ψαλίδι.
Βασίλισσα μέλισσα
τσιμπάει τη γλώσσα σου.
Μέλι γίνονται οι λέξεις,
οι λογοκριμένες σου σκέψεις.
Το αίμα σου φράουλα
μπαβαρουάζ κυριακάτικη.
Πλυντήριο σιωπηλό το μεσημέρι,
μακρύ καλώδιο πού πνίγει τη βδομάδα.
Όλα τα ‘ναι’ ,
στη σαπουνάδα.
Αόρατη συνήθως το βραδάκι,
θα σκαρφαλώσεις σ’ ένα συννεφάκι,
θα γράψεις κι άλλο ποιηματάκι,
θα πεις το πόνο σου στο φεγγαράκι.
Θέλουν ταλέντο οι Κυριακές.
Σου ψιθυρίζει το γατάκι.
Και σε πονάνε οι γρατζουνιές.
Απ το γατάκι.
BIOΓΡΑΦΙΚΟ
Γεννήθηκα στην Αθήνα την άνοιξη του 1964. Απόφοιτος μέσης εκπαίδευσης, ιδιωτικής σχολής δομικών, σχολής κεραμικής και φανατική αναγνώστρια λογοτεχνίας. Έχω παρακολουθήσει τρεις κύκλους σεμιναρίων δημιουργικής γραφής του πολιτιστικού κέντρου Εξαρχείων, σε πρόγραμμα του ΟΠΑΝΔΑ. Ποιήματα μου έχουν δημοσιευθεί στα διαδικτυακά περιοδικά Χάρτης, fractal, Ασσόδυο, και στον έντυπο Μανδραγόρα. Είμαι ιδιωτική υπάλληλος. Ζω και εργάζομαι στην Αθήνα.