You are currently viewing Γεωργία Κοκκινογένη: Για την ποίηση του Νίκου Παπάνα :Έρως ημιτελής, νικηφόρος, ζείδωρος

Γεωργία Κοκκινογένη: Για την ποίηση του Νίκου Παπάνα :Έρως ημιτελής, νικηφόρος, ζείδωρος

Έχοντας μπροστά μας τις τρεις ποιητικές συλλογές του Νίκου Παπάνα, σχηματίζουμε την εικόνα του έρωτα, που πλάθεται ήδη από την πρώτη, με τίτλο Πρώτη Δημοτικού και άλλα (Εκδόσεις Ιωλκός, 2019), και διασαφηνίζεται στα ποιήματα της τρίτης, Σας αρέσουν τα σονέτα; (Εκδόσεις Ιωλκός, 2023).

Ο τίτλος της πρώτης συλλογής δεν παραπέμπει απαραίτητα στον έρωτα. Ωστόσο, ο μικρός μαθητής, όπως εμφανίζεται το λυρικό υποκείμενο, θαρραλέος, μιλάει για αφοσίωση, προδοσία, μετάνοια, χτυποκάρδια, ερωτικές εξομολογήσεις, υποσχέσεις, απογοητεύσεις, αναγνωριστικές προσεγγίσεις του άλλου φύλου, ατυχίες, τολμήματα, πτώσεις και απογειώσεις. Τελικά, η Πρώτη Δημοτικού και άλλα είναι συλλογή ερωτικών ποιημάτων, όπου περιγράφεται ο νεανικός έρωτας. Ο ποιητής δέχεται πως αντίπαλος του ψυχρού εξορθολογισμού είναι η μεταφορική διάσταση του βίου: ένας ανάποδος συλλογισμός/…/ ορμητικός/σαν το ποτάμι που κυλάει στη θάλασσα//ή σαν το ιπτάμενο/χαλί του έρωτα. Σε κάποια σημεία μιλάει αφοριστικά για αυτόν: πλάνη, εμμονή, απεξάρτηση, ανωριμότητα, αυταπάτη, τη στιγμή που είναι σίγουρος ότι θα βρούμε κάτι σαν αιωνιότητα, αναζητώντας μιαν άφθαρτη παρουσία στην καθημερινή φθορά, όπως ο ποιητής θα τη διδάσκεται μέσα στο σχολείο του ανήλικου χρυσάνθεμου.

Στην επόμενη συλλογή ποιημάτων με τίτλο Σε ανακηρύσσω νικήτρια (Εκδόσεις Ιωλκός, 2021), η χρήση του δεύτερου ενικού, ήδη από τον τίτλο, μας οδηγεί στον δυϊσμό έρωτας/πάθος. Οι εικόνες εδώ είναι πιο αισθησιακές: αισθαντικά πλησιάσματα βάζουν το λυρικό εγώ σε τραγικά διλήμματα, αυτοτιμωρία, ματαίωση και αυτάρεσκο σαρκασμό. Στο πρώτο ραντεβού: Κι αν δεν έρθεις εσύ, θα έρθω κι αύριο/μήπως έκανα λάθος τη μέρα. Και αλλού: δεν προλαβαίνω ούτε λίγο ν’ αυτοσαρκαστώ.

Χωρίς έρωτα θεωρεί τον εαυτό του άχρηστο στο ποίημα «ΑΧΡΗΣΤΙΑ»: Κι εγώ προσπαθώ να συνεχίσω/περιχαρής και πολυάσχολος/…/το αυστηρό μου πρόγραμμα/αν κι αισθάνομαι πια τόσο άχρηστος/και τόσο περιττός…

Ανακηρύσσει την αγαπημένη του νικήτρια για πάντα και ο ίδιος παραδίδεται στη δύναμη του έρωτα, έχοντας πλήρη συνείδηση ότι δεν υπάρχει ευτυχισμένος έρωτας: όπως γράφει, Il n’ y pas d’ amour heureux.

Αν και πάλι οι συναντήσεις είναι ανολοκλήρωτες, το σμίξιμο είναι ημιτελές και ο τόνος δοξαστικός, ο ποιητής διαχειρίζεται το συναίσθημα με ρεαλισμό. Προκειμένου να αποδώσει την πραγματική διάσταση της έλξης, πότε χρησιμοποιεί απλές εκφράσεις (να σου μιλώ μ’ ένα χαζό χαμόγελο) και πότε καταφεύγει στον επιστημονικό λόγο των μαθηματικών: θα διατυπώσω ένα αιχμηρό ολοκλήρωμα/μήπως η δόξα της γίνει δική μου.

Κάνοντας απολογισμό, επιβεβαιώνει την καταλυτική παρουσία του έρωτα, δοξολογεί την έντασή του, αναζητώντας μέσα από τις στάχτες μια καινούργια αρχή. Διαλεκτική η σχέση του ύψους και του βάθους: Αρχή και τέλος/καίω πεσμένα φύλλα /και τα χαρτιά μου.

Άλλωστε, στο χαρακτηριστικό ποίημα της συλλογής «ΤΟ ΡΟΛΟΪ ΜΟΥ», η αναμονή και η αναζήτηση Εκείνης, παρότι μάταιη, είναι επίμονη και σταθερή: Ωστόσο, το κουρντίζω κάθε μέρα/το ρολόι μου.

Στο τρίτο βιβλίο έχουμε την παρουσία εικαστικών έργων, που εναλλάσσονται με τις σελίδες των ποιημάτων και σχετίζονται θεματικά μαζί τους. Ο ποιητής αποφασίζει να αναπαραστήσει κάποια νοήματα μέσα από τα εξαιρετικά χαρακτικά της ζωγράφου Ρένας Ανούση-Ηλία. Η έκδοση στο σύνολό της είναι εντυπωσιακή, καθώς ο δημιουργός διαλέγει την πειθαρχημένη στιχουργική μορφή των σονέτων. Ο Έρωτας τιθασεύεται από την Ποίηση και παίρνει μορφή στις μετρημένες συλλαβές και τους προσεγμένους στίχους του σονέτου. Γίνεται υψηλή Τέχνη και φαίνεται ελκυστικός, ως θέμα, λόγω της ομορφιάς του λογοτεχνικού αυτού έργου στο σύνολό του. Ο αναγνώστης απολαμβάνει ήδη από το εξώφυλλο την τιμή που αποδίδεται στον έρωτα.

Όμως, η ψυχή του ποιητή δεν ησυχάζει. Αναπολεί αλλοτινούς έρωτες, τους αξιολογεί, σαν να κάνει τον απολογισμό του: (Ό,τι κι αν είχα να σου δώσω μια μικρή παρένθεση).

Από την άλλη, ο Έρωτας ταυτίζεται με τη γυναικεία μορφή, που τον εμπνέει να ονειρευτεί και να πετάξει ως τα σύννεφα. Επιχειρεί ν’ απαρνηθεί τη γυναικεία ύπαρξη, που τον ακολουθεί σαν μνήμη και ν’ αφοσιωθεί στην ποίηση. Εντούτοις, δεν είναι σίγουρος πως ο Έρωτας είναι Ιδέα και Φαντασία. Πολύ περισσότερο, δεν είναι άψυχο έργο τέχνης (αγάλματα).

Η εικόνα Εκείνης είναι χαραγμένη στην ψυχή του σαν τατουάζ. Αυτό είναι ο Έρωτας, περιουσία και φυλακτό που προστατεύει, καθοδηγεί, ζεσταίνει την καρδιά. Είναι Άγγελος-Φύλακας και θιασώτης του Ωραίου (το οποίο, άλλωστε, δηλώνεται στην Μπωντλαιρική προμετωπίδα της συλλογής).

Τελικά, και στις τρεις συλλογές, ο έρωτας παραμένει κυρίαρχο θέμα. Αυτή η διαπίστωση προκύπτει, αν δούμε τα κοινά χαρακτηριστικά τους. Ως τέτοια θα επισημάνουμε το γαλάζιο, την απελευθέρωση της φαντασίας, τον χορό, τη μελωδία του βιολιού.

Ξεχωρίζει η παρουσία του γαλάζιου δίπλα σε ανορθόδοξες θάλασσες: γαλάζια τριαντάφυλλα, γαλάζια χείλη αυτόφωτα, «ΑΝΥΠΑΡΚΤΕΣ ΘΑΛΑΣΣΕΣ», «ΓΑΛΑΖΙΟ ΑΔΙΕΞΟΔΟ», «ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΩΝ ΓΡΕΒΕΝΩΝ», ατέλειωτο πέλαγος, ιδιωτική γαλάζια αιωνιότητα. Εκεί βρίσκεται η προοπτική ενός άλλου έρωτα ή η κάθαρση του υπάρχοντος. Όσο αιθέριος εμφανίζεται ο έρωτας, τόσο ένυλος δίνεται: άσπρο πουκάμισο, στενό μαύρο φουστάνι, σπαθάτο βλέμμα, τι χρώμα έχουν τ’ ανεξιχνίαστα μάτια σου, Negroni, αδειανά ποτήρια, το λυκόφως των μαλλιών σου, μαυρομαλλούσα.

Τα σύννεφα αποτελούν την υπέρβαση της στερεοτυπικής πραγματικότητας ως τρόπος αποστασιοποίησης και πεδίο ελευθερίας. Ο Νίκος Παπάνας στο τελευταίο ποίημα της τρίτης συλλογής του καλεί το κοινό του να συμφωνήσει πως με την ποίηση και με τ’ όνειρο ανεβαίνουμε ψηλότερα. Πράγματι, με την ερωτική ποίηση καταξιώνεται η άλογη πλευρά της ζωής και αποδεσμεύεται η φαντασία. Συστατικά του έρωτα είναι η αγνότητα και το κάλλος.

Χορός για δύο σε αστραφτερό παρκέ είναι ο έρωτας. Στις τρεις ποιητικές συλλογές, ο χορός αποσπά τον άνθρωπο από την κυριολεκτική χρήση του βηματισμού. Οι δυο τους βρίσκονται σε διαφορετικό χώρο-χρόνο, στο πνευματικό σύμπαν. Σύμφωνα με τον Πωλ Βαλερύ, η ποιητική μορφή του λόγου είναι ό,τι και η καλλιτεχνική έκφραση της κίνησης σε σχέση με το βάδισμα. Ένας διάλογος χωρίς ομιλία, συνταίριασμα του σώματος, του νου και της ψυχής: όπως και ο χορός, έτσι είναι κι ο έρωτας.

Ακόμα, σταθερά παρόν είναι το βιολί: βιολοντσέλο, ήχος βιολιού, νοερά βιολιά. Στη μουσική και τον χορό δοκιμάζεται η αρμονία και η ισορροπία, το λεπτό φάλτσο γίνεται αισθητό, η επιτέλεση βασίζεται στον ενθουσιασμό, η λεπτομέρεια είναι σημαντική: θέση μπαλέτου. Μία ανεπαίσθητη κίνηση επηρεάζει το αποτέλεσμα. Στον έρωτα το τυχαίο γίνεται μοίρα και η στιγμή αιωνιότητα. Από το υποκείμενο θα εξαρτηθεί πως και ποιος θα είναι ο δικός του χορός: να δραπετεύω για μιαν ώρα από τη φυλακή μου,/ευλαβικά να σ’ αγκαλιάζω/και να σε παρασέρνω στο ρυθμό κάποιου χορού/που άλλος κανείς ποτέ δεν θα γνωρίσει.

Έτσι, λοιπόν, χορογραφία ζωής, αυτός είν’ ο έρωτας, όπως ξεδιπλώνεται στις τρεις ποιητικές συλλογές του Νίκου Παπάνα. Και η ποιητική του διάσταση; Αέναη πεισματική εκδρομή/στο νηπιαγωγείο των λέξεων.

 

 

 

Γεωργία Κοκκινογένη

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.