Το βιβλίο Χαραγμένα σε πηλό (εκδ. Πηγή, 2020), αποτελείται από δύο αφηγήματα, της Ρένας Κύρκα με τίτλο «Ο φίλος του Θαλή» και της Χρυσούλας Βαρδαλή, με τίτλο «Για το Θησαυρό της Παλμύρας». Οι δύο ιστορίες αποτελούν τα δύο μέρη ενός μυθιστορήματος. Η καρδιά του βιβλίου, ο συνεκτικός κρίκος, είναι μια πήλινη πινακίδα και το μήνυμα που φέρνει για ολόκληρη την ανθρωπότητα, ανεξάρτητα από χρονολογίες, τόπους και κοινωνικοπολιτικά πλαίσια.
Το πρώτο αφήγημα, της Ρένας Κύρκα, τοποθετείται γεωγραφικά στην περιοχή που εκτείνεται μεταξύ Βαβυλώνας και Ιωνίας τον 6ο αιώνα π.Χ. Είναι ένα ιστορικό παραβολικό μυθιστόρημα, με πολλά φλας μπακ και εγκιβωτισμούς, όπου πρωταγωνιστούν ο έμπορος Λαλίγια, ο Ουμπάρ, ο βοηθός του γραφιά και η Μπελίτ, η κόρη του αστρονόμου. Η περιπλάνηση σε αρχαίους πολιτισμούς, οι φόβοι, η ανασφάλεια, τα μυστήρια της ερήμου, οι εχθροπραξίες, η βία, η καταστροφή, στήνονται μπροστά στα μάτια του αναγνώστη σαν σκηνές από ταινία. Η ατμόσφαιρα παραμυθένια με τα πρόσωπα συμβολικά, να κυοφορούν ένα ολόκληρο σύμπαν αλληγοριών για την ανθρώπινη κατάσταση.
Σε πολλά σημεία του βιβλίου, ο φακός εστιάζει σε τρυφερές λεπτομέρειες. Για παράδειγμα, στο κυνήγι, όταν ο Ουμπάρ παρατηρεί ένα δάκρυ να κυλάει από το μάτι μιας γαζέλας, κατεβάζει το κοντάρι και την αφήνει ελεύθερη. Η συγγραφέας με αυτήν την περιγραφή, μεταφέρει μηνύματα σε πολλαπλά επίπεδα. Με την πράξη του ήρωα, που επαναστατεί απέναντι στην οικογενειακή παράδοση που τον θέλει κυνηγό και μαχητή, παράλληλα, τίθενται ερωτήματα για τη διαιώνιση της βίας σ’ αυτόν τον κόσμο. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ολοζώντανους διαλόγους που διατρέχουν όλο το βιβλίο. Μέσα από την έκφραση σκέψεων των χαρακτήρων, ξετυλίγονται ενδιαφέροντες στοχασμοί όπως ότι: «…πέρα από τον αναίμακτο, ιδεατό κόσμο των αριθμών, αλλιώτικα γίνονται τα πράγματα στον κόσμο των ανθρώπων».
Ο έρωτας ανάμεσα στον Ουμπάρ και την Μπελίτ, ανομολόγητος στην αρχή, πλατωνικός, είναι συντονισμένος με τις δονήσεις της ερήμου. Κοινά σημεία των δύο χαρακτήρων, η αγάπη για τα μαθηματικά και η μελέτη των αστεριών, με σημαίνοντα και σημαινόμενα σε έναν αέναο παιχνίδι συμβολισμών. Ακόμα και στο παιχνίδι των αριθμών, οι πίνακες της Μπελίτ έχουν χαραγμένους πολλαπλασιασμούς, για να υποδηλώσουν τη γυναίκα- σύμβολο της γέννησης, της δημιουργίας ζωής.
Οι εναλλαγές στην αφήγηση κρατάνε αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Μετά το περίτεχνο στήσιμο του ειρηνικού σκηνικού, ακολουθεί η ανατροπή. Όλα συντονισμένα με τους κύκλους της ζωής, με τα δίπολα δημιουργία-καταστροφή, ειρήνη-πόλεμος, να κυριαρχούν. Μετά τις περιγραφές της ομορφιάς στο πλαίσιο ειρηνικής συνύπαρξης, περνάμε στη βία και την καταστροφική μανία των ανθρώπων, με τους εισβολείς να πλησιάζουν και τον πόλεμο να ξεσπάει. Ή έρχονται φυσικές καταστροφές, με την οργή της φύσης να φέρνει τον θάνατο ξαφνικά και απρόβλεπτα, όπως περιγράφεται στη σελίδα 88: «οι στιγμές έμοιαζαν με χρόνο, οι κραυγές με κραυγές αγριμιών και όσοι στην όχθη πάτησαν κουφάρια έμοιαζαν παραλυμένα από τον τρόμο και την απελπισία. Δύο φορτωμένα ζωντανά, δύο αχθοφόροι και ο γραφέας για πάντα χάθηκαν, δυσαναπλήρωτο κενό δημιουργώντας στο καραβάνι. Και ήτανε σαν κορμιά και ψυχές να μην μπορούσαν πια να ξεκολλήσουν από τη λάσπη».
Στο ίδιο πλαίσιο, μοτίβα παραμυθιού, με αρπαγές της πεντάμορφης και τον ήρωα αγαπημένο της να τη σώζει από τους κακούς, λειτουργούν σαν το αλατοπίπερο της πλοκής. Και εκεί ανάμεσα, οι διάλογοι να συνεχίζονται, φέρνοντας στο προσκήνιο θέματα για τον χρόνο, την υστεροφημία, την αθανασία, μέσα από αναφορές στους νόμους του Χαμουραμπί, τις αφηγήσεις του Λαλίγια για τη ζωή του Θαλή του Μιλήσιου και τις εγκιβωτισμένες ιστορίες από τον κόσμο των αρχαίων φιλοσόφων.
Οι περιγραφές του τοπίου, περιέχουν ένα στοιχείο υπερβατικό. Ο αναγνώστης διαβάζοντας την εξιστόρηση του παντογνώστη αφηγητή, κοινωνεί τη ματιά του απόκοσμου, αλλά ταυτόχρονα αισθάνεται τους παλμούς της φύσης, των κτιρίων, των ανθρώπινων δημιουργημάτων. Άλλοτε στέκεται με δέος μπροστά στα επιτεύγματα και άλλοτε αφουγκράζεται τη ροή της ενέργειας που κάνει κύκλους γύρω από τον πλανήτη μας. Οι άνθρωποι μετακινούνται, θαυμάζουν το μεγαλείο της φύσης, ερωτεύονται, βιώνουν κινδύνους και απώλειες, φτάνουν στο χείλος του θανάτου, καταδιωγμένοι από πολέμους και κακουχίες.
Ο πηλός είναι το υλικό των φιλοσοφικών εννοιών, των μαθηματικών πράξεων, της γνώσης. Χαραγμένα σε πηλό είναι τα ιστορικά αποτυπώματα του ανθρώπου. Τα πήλινα πινακίδια έχουν σχέση με την επιστήμη αλλά και με τη δημιουργία. Όταν σπάνε τα πλακίδια κατακερματίζεται ολόκληρη η αξία της ζωής. Με τις πινακίδες ξεκινάει η αφήγηση και εκεί τελειώνει, με τον θάνατο του Λαλίγια, που εστιάζει στην πιο σημαντική φράση από όλες τις χαραγμένες στον πηλό: «Τον εαυτόν γνώναι, τον εαυτόν γνώναι» θα τονίσει ο σοφός έμπορος αφήνοντας την τελευταία του πνοή.
Συνολικά, το αφήγημα της Ρένας Κύρκα πατάει σταθερά σε μελέτη των πηγών και αναθέτει στον αναγνώστη-κοινωνό πολλαπλούς ρόλους, φροντίζοντας πάνω απ’ όλα για την απόλαυση της ανάγνωσης σε όλο το πρώτο μέρος του βιβλίου.
Στο δεύτερο μέρος, η Χρυσούλα Βαρδαλή, παίρνοντας τη σκυτάλη, μας προσφέρει ένα εξ’ ίσου ενδιαφέρον και πολύπλευρο αφήγημα, τοποθετημένο στον σύγχρονο κόσμο. Ακολουθεί σημεία αναφοράς-σύμβολα ιστορικά που έχουν ήδη στηθεί στο πρώτο μέρος, για να μας ταξιδέψει πλέον σε έναν ευρύτερο κόσμο παγκοσμιοποίησης, πάλι με αφετηρία τον πολύπαθο κόσμο της ανατολής. Η αφήγησή της είναι γεμάτη ευαισθησία για όλα τα ανθρώπινα εστιάζοντας στους κατατρεγμένους της κοινωνίας μας.
Πρωταγωνίστρια η Δάφνη, μια νεαρή προσφυγοπούλα-αρχαιολόγος από τη Συρία, που πρέπει να φέρει εις πέρας μια σημαντική αποστολή. Κουβαλώντας πάνω της ένα γράμμα και ένα κομμάτι από τις αρχαίες πινακίδες, βρίσκεται στις ακτές της Σάμου, εκεί που είχε βρεθεί κάποτε και ο Ουμπάρ. Θα αναζητήσει έναν καθηγητή που αναμένεται να αποκαλύψει στην επιστημονική κοινότητα και κατ’ επέκταση σε όλο τον πλανήτη τη σοφία των χαραγμένων πήλινων πινακίδων.
Σ’ έναν κόσμο καζάνι που βράζει, ακολουθώντας τα μονοπάτια των αρχαίων φιλοσόφων, η ταλαιπωρημένη Δάφνη, θα συνεχίσει ν’ αναρωτιέται για την ανθρώπινη δυστυχία, όπως και οι χαρακτήρες του πρώτου μέρους του βιβλίου, ενώ οι περιπέτειές της θα μοιάζουν να μην έχουν τέλος: «Πώς μπορείς να δεχτείς αδιαμαρτύρητα τη δυστυχία σου, όταν όλοι οι άλλοι ευτυχούν; Πόση δύναμη να έχεις, για να μη νιώθεις αδικημένος; Πώς να μη νιώθεις ζήλια και μίσος, κακία και εκδικητικότητα; Η αλήθεια είναι ότι όλα τα είχε νιώσει. Φεύγοντας από την πατρίδα, ήταν γεμάτη θυμό για τη χαμένη της ζωή…Ήταν έτοιμη να θυσιαστεί για να εκδικηθεί για τη δυστυχία της. Στη συνέχεια όμως, όλα άλλαξαν. Σιγά-σιγά. Η απόγνωση έγινε συνήθεια και η συνήθεια ζωή. Ζωή απρόσωπη, χωρίς χαρακτηριστικά» (σελ. 232).
Από την άλλη πλευρά, ο καθηγητής Θαλής Πολίτης, για τον οποίον προορίζεται το γράμμα και το δείγμα της πινακίδας, ταξιδεύει και η συνάντησή του με τη Δάφνη φαίνεται ανέφικτη. Ωστόσο, οι σοφές σκέψεις των δύο χαρακτήρων συναντιούνται, δημιουργώντας έναν κοινό τόπο αντιλήψεων και ερμηνειών για τα ανθρώπινα. Ο καθηγητής περπατώντας στους κήπους του Λουξεμβούργου, εστιάζει στο άγαλμα «Η Λήδα και ο κύκνος» στο κέντρο ενός σιντριβανιού. Και κοιτώντας το αφηρημένος προσπαθεί να ερμηνεύσει τις αιτίες της τραγικής μοίρας των ανθρώπων: «Από εκεί ξεκίνησαν όλα. Η Ελένη, ο μεγάλος πόλεμος στην Τροία, η καταστροφή. Το αιώνιο ξεγέλασμα των ανθρώπων από τους θεούς. Η αδυσώπητη εξαπάτηση των λαών από τους ισχυρούς. Ο πόλεμος, ο θάνατος, το μίσος, η καταστροφή, επαναλαμβανόμενη τόσες φορές, μοιάζει με μοίρα των ανθρώπων. Όταν είσαι μακριά από τον πόλεμο μοιάζει τόσο ανόητος και παράλογος και όταν μπαίνεις σε αυτόν τόσο επιτακτικός και απαραίτητος» (σελ. 244).
Παράλληλα με τους στοχασμούς, στο γαϊτανάκι της μυθοπλασίας, θα μπλεχτούν κι άλλοι χαρακτήρες: Απλοί άνθρωποι και εξτρεμιστές, ισλαμιστές αντάρτες και αρχαιοκάπηλοι και θα κρατήσουν αμείωτο το ενδιαφέρον, ενώ στο βάθος της αφήγησης θα υπάρχει πάντα η μάχη του καλού με το κακό, με τις δυνάμεις της γνώσης και της δημιουργίας να αντιμάχονται τις δυνάμεις της καταστροφής. Μια υπόσχεση, διλήμματα, η αρπαγή του αδερφού, κακουχίες και περιπέτειες μέσα σε εμπόλεμες καταστάσεις, θα οδηγήσουν την ηρωίδα ένα σκαλοπάτι πριν την πραγμάτωση, πριν την ολοκλήρωση της αποστολής. Θα φτάσει στην πηγή και δεν θα πιει νερό, πάντα με την πολύτιμη πινακίδα επάνω της: «Η πολύτιμη αρχαία πινακίδα, τυλιγμένη και σφιχτά δεμένη στην κοιλιά της, είχε γίνει αναπόσπαστο μέρος του σώματός της. Απρόσμενα παρηγορητική, δεχόταν το χάδι και τη ζεστασιά της σάρκας, μεταβαλλόταν μέρα με τη μέρα σε στήριγμα ψυχής, στο πιο σταθερό σημείο στη ζωή της Δάφνης τους τελευταίους μήνες» (σελ. 367).
Μέσα στη βία και την καταστροφή, τα πανέμορφα τοπία της ανατολής θα βομβαρδιστούν και το Χαλέπι θα αποτελέσει ορόσημο καταστροφής.
Κλείνοντας, η Χρυσούλα Βαρδαλή, αφού έχει στήσει αριστοτεχνικά το οικοδόμημα της μυθοπλασίας, στηριγμένη σε πηγές και ιστορικές γνώσεις, θα αφήσει τον αναγνώστη να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα, να φανταστεί την εξέλιξη και να δώσει τις δικές του ερμηνείες. Γιατί θα ήταν άδικο και κοινότοπο για ένα τόσο ενδιαφέρον παραβολικό μυθιστόρημα να προσφέρει ένα κλειστό τέλος.
Συνολικά, το βιβλίο Χαραγμένα σε πηλό είναι ένα άρτιο, πολυεπίπεδο αφήγημα, γεμάτο δράση, φλογερούς χαρακτήρες και με ένα πλήθος αναφορών και περιγραφών, που οδηγούν τους αναγνώστες σε ολοζώντανες διαδρομές ευαισθησίας και στοχασμού.