Το βιβλίο της Rumena Buzarovska από τη Βόρεια Μακεδονία, με τίτλο Ο άντρας μου (εκδ. Gutenberg, 2022-μετάφραση Αλεξάνδρας Ιωαννίδου) περιλαμβάνει έντεκα αφηγήσεις από την οπτική γωνία γυναικών, προβάλλοντας όψεις της πατριαρχίας στον σύγχρονο κόσμο. Οι χαρακτήρες στις ιστορίες είναι δέσμιοι των παραδοσιακών ρόλων. Οι γυναίκες, αποτυγχάνουν να ανταποκριθούν στα πρότυπα του τέλειου θηλυκού, της τρυφερής μητέρας, της επιτυχημένης επαγγελματία και, παρ’ όλο που δεν είναι ικανοποιημένες από τις σχέσεις τους, ακινητοποιούνται και αδυνατούν να επαναστατήσουν. Έχοντας μαζέψει τόσο θυμό μέσα τους, γιατί για άλλα ξεκίνησαν και αλλού τους έβγαλε η ζωή, παραμένουν εκεί, στις αποτυχημένες σχέσεις, με καταπιεστικούς άντρες, με συζύγους που σιχαίνονται, για να μη διαλύσουν τις δήθεν τακτοποιημένες ζωές τους.
Οι αφηγήσεις της Buzarovska είναι απολαυστικές, εμποτισμένες με απίστευτο χιούμορ και θεατρικότητα. Οι γυναικείοι χαρακτήρες στήνονται μπροστά μας ολοζώντανοι, γκροτέσκοι, αντιφατικοί, ανασφαλείς. Συνήθως δεν ακολούθησαν στη ζωή αυτό που ήθελαν πραγματικά, αγνόησαν τις κλίσεις τους , έθαψαν τα ταλέντα τους στον βωμό του γάμου και των παιδιών. Οι άντρες πάλι ξεχειλίζουν από εγωπάθεια, αυτοθαυμάζονται και η συμπεριφορά τους προς τις γυναίκες είναι υποτιμητική και ελεγκτική. Δημιουργούν παράλληλες σχέσεις, αλλά ταυτόχρονα δεν εγκαταλείπουν τη συζυγική εστία. Ιδιαίτερα καυστική είναι η σκιαγράφηση των δήθεν διανοούμενων αντρών, του ποιητή που απαγγέλει τους επιφανειακούς στίχους του για να προκαλεί τον θαυμασμό των γυναικών και ενός γυναικολόγου που καμώνεται τον ζωγράφο, ζωγραφίζοντας αιδοία, εκφράζοντας απαράδεκτες θεωρίες που εξαιρούν τις γυναίκες από την τέχνη. Λέει χαρακτηριστικά: «Οι άντρες είναι το πνεύμα και οι γυναίκες το σώμα. Οι άντρες είναι δημιουργικοί, οι γυναίκες πρακτικές…Οι γυναίκες δεν μπορούν να είναι καλλιτέχνες, δεν το έχουν από τη φύση τους».
Η συγγραφέας ωστόσο, ρίχνει μεγάλο μερίδιο ευθύνης για τη διαιώνιση των αρρωστημένων, αναχρονιστικών ρόλων και στις ίδιες τις γυναίκες, που παρουσιάζονται ανταγωνιστικές μεταξύ τους, χωρίς ενσυναίσθηση, φοβισμένες και αποπροσανατολισμένες. Στην περίπτωση του μοιχού άντρα, η γυναίκα του θα στραφεί εναντίον της ερωμένης του συζύγου, θα δηλώσει ότι φταίνε οι γυναίκες που παρασέρνουν τους παντρεμένους και θα προσπαθήσει να τον διεκδικήσει για να σώσει τον αποδομημένο γάμο της. Ενώ παράλληλα, μια μητέρα θα τα βάλει με την καθηγήτρια εικαστικών που έβαλε χαμηλό βαθμό στο παιδί της και θα τη χλευάσει για την εξωτερική της εμφάνιση.
Η Rumena Buzarovska θα ασχοληθεί και με τον τρόπο που μεγαλώνουν τα παιδιά τους οι νέοι γονείς και θα εστιάσει στα λάθη που μπορούν να διαμορφώσουν έναν τοξικό χαρακτήρα. Στο διήγημα με τίτλο «Γονίδια», οι ρατσιστικές αντιλήψεις του πατέρα καθώς και οι τιμωρητικές τακτικές διαπαιδαγώγησης, με τη μάνα άβουλη και αμίλητη, θα οδηγήσουν στη διαιώνιση των στερεοτύπων και του ρατσισμού.
Η συγγραφέας ζωγραφίζει με έντονα χρώματα τον ψυχισμό των χαρακτήρων και κατά συνέπεια δημιουργεί έντονα συναισθήματα στις αναγνώστριες που κυμαίνονται μεταξύ αγανάκτησης και μελαγχολίας. Γιατί η σαρκαστική ματιά της συγγραφέως, μπορεί σε πρώτο επίπεδο να προκαλεί το γέλιο, αλλά τελικά μένουμε με μιαν έντονη αίσθηση μοναξιάς και αδιεξόδων και με μια μελαγχολία για την αντιφατικότητα αυτού του κόσμου, καθώς και για τους υπερβολικά αργούς ρυθμούς που κινείται η κοινωνία προς το ζητούμενο της γυναικείας χειραφέτησης.