You are currently viewing Γεωργία Παπαδάκη:   ΧΕΙΡΟΠΛΗΘΗΣ κ. ά.

Γεωργία Παπαδάκη:   ΧΕΙΡΟΠΛΗΘΗΣ κ. ά.

 

Το παραπάνω εύηχο επίθετο χειροπληθής-ὲς είναι άλλη μία λέξη αγαπημένη της πλούσιας συνθετικής αρχαίας ελληνικής γλώσσας, αγαπημένη γιατί αποδίδει μονολεκτικά ό, τι η αναλυτική νέα Ελληνική με περίφραση.

Το σύνθετο αυτό επίθετο έχει σχηματιστεί από το ουσιαστικό ἡ χεὶρ (→ μεταγ. χέριον, υποκοριστικό τού χείρ, από το οποίο προήλθε το «χέρι») και το ρήμα πλήθω= είμαι γεμάτ(ος), και δηλώνει αυτό που γεμίζει το χέρι, που έχει τόσο μέγεθος, ώστε να γεμίζει τη χούφτα τού χεριού, κάτι ανάλογο με το λαϊκό «χερόβολο» που χρησιμοποιούμε για τα στάχυα.

Από το χεὶρ η ελληνική γλώσσα, τόσο η αρχαία όσο και η νέα, σχημάτισε έναν μεγάλο αριθμό παραγώγων: χειρ-αψίαχειρ-ιδωτός (← χειρίς-ῖδος= μανίκι)∙ ὑπο-χείρ-ιος∙ χειρ-ισμός∙ χειρο-πέδη (←πέδη=δεσμός)∙ χειρο-λάβη, χειρολαβή∙ χειρό-μακτρον (μάκτρον←μάσσω= ζυμώνω, τρίβω)= κομμάτι υφάσματος που χρησιμοποιείται για το σκούπισμα των χεριών, πετσέτα χεριών∙ χειρο-δίκης (→χειρο-δικῶ)∙ χειρο-μύλη (→ χε(ι)ρόμυλος)∙ χειρο-νομέω-ῶ∙ χειρο-ποίητος-ον∙ χειρο-τέχνης∙ χειρ-ῶναξ (→χειρώνακτας) δηλ. ο ἄναξ τῶν χειρῶν, ο κύριος των χεριών του, αυτός που χρησιμοποιεί τα δικά του χέρια∙ χειρο-τονέω-ῶ (από τη φράση χεῖρα τείνω= τεντώνω ή υψώνω το χέρι.1 χειρ-ουργός 2 (← χείρ + ἔργον )= α) ο εργαζόμενος με τα χέρια και β) ο γιατρός που εκτελεί εγχειρήσεις∙ χειρ-ουργέω-ῶ∙ χειρ-αγωγέω-ῶ= οδηγώ κάποιον από το χέρι, γενικά καθοδηγώ, αυτόχειρ -oς , εξού αυτόχειρας, χειροκροτώ και πολλά άλλα. ΄Οσο για το ρήμα πλήθω, ομόρριζά του είναι οι λέξεις: πλῆθ-ος, πληθ-ώρη (α), πληθ-ύνω, πληθ-ωρικός, πληθ-υντικός, ἄ-πλη-στος, πλησ-ίστιος-ον (← πλησ- + ἱστίον= αυτ(ός) που φουσκώνει τα ιστία, αλλά και αυ(τός) που έχει φουσκωμένα τα ιστία), πληθ-υσμός, πληθ-ωρισμός κ. ά.

 

Ας ξεκινήσουμε τώρα τη συνηθισμένη παρουσίαση των λέξεων από τον πολυάνθεμο κήπο των αρχαίων κειμένων.

Στη ραψωδία δ της Οδύσσειας ο Τηλέμαχος μαζί με τον Πεισίστρατο, τον γιο τού Νέστορα, φθάνει στη Σπάρτη, στο ανάκτορο του Μενέλαου, για να μάθει νέα για τον πατέρα του. Ο Μενέλαος τους φιλοξενεί χωρίς να γνωρίζει ποιοι είναι οι ξένοι και στο πλούσιο γεύμα που τους παραθέτει τους μιλάει για τις χώρες που περιπλανήθηκε επιστρέφοντας από την Τροία. Θυμάται όμως με θλίψη και τους συμπολεμιστές του που χάθηκαν στον πόλεμο, ωστόσο, προσθέτει, περισσότερο πονάει όταν σκέφτεται τον Οδυσσέα, για τον οποίο κανείς δεν ξέρει αν ζει ή αν πέθανε και θα τον κλαίνε οι δικοί του, ο γερο-Λαέρτης, η Πηνελόπη, ο Τηλέμαχος. Τα τελευταία του λόγια προκαλούν τη συγκίνηση του Τηλέμαχου, που ο ποιητής την περιγράφει με τους παρακάτω παραστατικούς στίχους (113-116):

                                            Ὣς φάτο, τῷ δ’ ἄρα πατρὸς ὑφ’ ἵμερον ὦρσε γόοιο.

                                            Δάκρυ δ’ ἀπὸ βλεφάρων χαμάδις βάλε πατρὸς ἀκούσας,

                                            χλαῖναν πορφυρέην ἄντ’ ὀφθαλμοῖιν ἀνασχὼν

                                            ἀμφοτέρῃσιν χερσί.

                      ΄Ετσι μιλούσε [εκείνος], και όπως ήταν φυσικό πόθο τού άναψε

                       για τον γονιό του να θρηνήσει. Σαν άκουσε λοιπόν για τον πατέρα του,

                      έχυσε δάκρυ από τα βλέφαρά του καταγής και με τα δυο του χέρια

                      μπροστά στα μάτια του την πορφυρή χλαμύδα σήκωσε.

Ο Τηλέμαχος στο παλάτι τού Μενέλαου ξεσπά σε κλάματα, ακούγοντας τον τελευταίο να μιλά για τον πατέρα του. Lagrenne Jean Jacqes (1795)

 

Αφήνουμε το ομηρικό τραγούδι, για να αφουγκραστούμε τη γοητευτική ηροδότεια αφήγηση. Στο κεφάλαιο όπου ο ιστορικός μιλάει για τη χώρα της Λυδίας, αναφερόμενος στον τάφο τού Αλυάττη, του πατέρα τού Κροίσου, γράφει (Ι 93):

                                                     Ἐξεργάσαντο δε μιν οἱ ἀγοραῖοι ἄνθρωποι καὶ οἱ χειρώνακτες

                                                     καὶ αἱ ἐνεργαζόμεναι παιδίσκαι. 

                                      Τον έφτιαξαν με δικά τους έξοδα οι άνθρωποι της αγοράς

                                      και οι χειρώνακτες και τα εκπορνευόμενα κορίτσια.3

 

Παραμένουμε στον Ηρόδοτο και στο δεύτερο βιβλίο των Ἱστοριῶν του, όπου περιγράφει την Αίγυπτο και διηγείται την ιστορία της χώρας. Σε έναν από τους πιο αξιόλογους τελευταίους Αιγύπτιους βασιλιάδες, στον Μοίριν, αποδίδει την κατασκευή μιας τεχνητής λίμνης, της Μοίρινας, που τη θεωρεί θαυμαστό έργο. Μας πληροφορεί εκτός των άλλων ότι  η περίμετρός της ήταν τρεις χιλιάδες εξακόσια στάδια (670 χιλιόμετρα), ότι το μεγαλύτερο βάθος της ήταν πενήντα οργιές (96 μ.) και παρατηρεί (ΙΙ 149):

                                                                    Ὅτι δὲ χειροποίητός ἐστι καὶ ὀρυκτή, αὐτὴ δηλοῖ. 

                          Ότι είναι, δε, φτιαγμένη από ανθρώπινα χέρια και σκαμμένη επί τούτου

                           το φανερώνει η ίδια.

Το αιτιολογεί, δε, ως εξής: «Γιατί στη μέση της λίμνης στέκονται δύο πυραμίδες που υψώνονται πάνω από το νερό κατά πενήντα οργιές η καθεμιά, και άλλο τόσο είναι κτισμένες κάτω από το νερό, είναι λοιπόν εκατό οργιές (192 μ.) ψηλές. Και πάνω στην καθεμιά στέκεται κολοσσιαίο λίθινο άγαλμα καθισμένο σε θρόνο». […] 4

       Αλλάζουμε ατμόσφαιρα και μεταφερόμαστε μέσω τού συγγράμματος Κύρου Ἀνάβασις του Ξενοφώντος5 στο 401 π. Χ. και κοντά στη Βαβυλώνα, όπου βρίσκεται εγκλωβισμένο το ελληνικό μισθοφορικό στρατόπεδο μετά τη μάχη στα Κούναξα. Ο Κύρος έχει σκοτωθεί, και οι ΄Ελληνες, οι Μύριοι, μετά και τη δόλια σφαγή των στρατηγών τους από τον σατράπη Τισσαφέρνη έχουν περιέλθει σε δυσχερή θέση. Εκλέγουν νέους στρατηγούς και μεταξύ αυτών και τον Ξενοφώντα, και σε συγκληθείσα συνέλευση λαμβάνει τον λόγο πρώτος ο Χειρίσοφος ο Λακεδαιμόνιος, ο οποίος προσπαθεί να εμψυχώσει τους στρατιώτες, τονίζοντας ότι «πρέπει να είμαστε γενναίοι, να μην περιπέσουμε σε αδράνεια και να προσπαθούμε νικώντας να σώζουμε τη ζωή μας∙» Και συνεχίζει (3. 2,3):

                                                     εἰ δὲ μή, ἀλλὰ καλῶς γε ἀποθνῄσκωμεν, ὑποχείριοι δὲ μηδέποτε

                                                       γενώμεθα ζῶντες τοῖς πολεμίοις. 

                              ειδεμή, τουλάχιστον ας πεθαίνουμε τιμημένα και ποτέ να μη γίνουμε

                              υποχείριοι των εχθρών.

Για τον Αθηνίωνα, τον σοφιστή και τύραννο των Αθηνών κατά τον Α΄ Μιθριδατικό πόλεμο (88-86 π. Χ. ) δίνει πληροφορίες ο Αθήναιος, τις οποίες αντλεί από τον στωικό φιλόσοφο Ποσειδώνιο τον Απαμέα. Σύμφωνα λοιπόν με τον τελευταίο, ένας Αθηναίος πολίτης ονόματι Αθηνίων ζούσε με μία Αιγύπτια υπηρέτρια την οποία είχε αγοράσει. Αυτή απέκτησε έναν γιο που τον ονόμασε επίσης Αθηνίωνα (τον μετέπειτα τύραννο) και ο οποίος ανατράφηκε κοντά στον  αφέντη του. Η συνέχεια στο πρωτότυπο (211f):

                             γράμματα δὲ μαθὼν καὶ πρεσβύτην γενόμενον τὸν δεσπότην μετὰ

                              τῆς μητρὸς ἐχειραγώγει καὶ ἀποθανόντα κληρονομήσας παρέγγραφος

                              Ἀθηναίων πολίτης ἐγένετο. 

             Αφού έμαθε γράμματα, και ο αφέντης του γέρασε, τον οδηγούσε

             μαζί με τη μητέρα του από το χέρι και, όταν πέθανε, τον κληρονόμησε

            και έγινε παράνομα Αθηναίος πολίτης.

Ο Ιπποκράτης, τέλος, στο έργο Περὶ ἰητροῦ δίνει οδηγίες, κάποιους κανόνες που πρέπει να διέπουν τον γιατρό στην άσκηση του λειτουργήματός του. Μεταξύ των άλλων συνιστά (14):

                      Τὸν μὲν οὖν μέλλοντα χειρουργεῖν στρατεύεσθαι δεῖ καὶ παρηκολουθηκέναι

                       στρατεύμασι ξενικοῖς∙ οὕτω γὰρ ἂν εἴη γεγυμνασμένος πρὸς ταύτην τὴν χρείαν. 

           Aυτός λοιπόν που πρόκειται να κάνει εγχειρήσεις πρέπει να συμμετέχει

           σε εκστρατείες και να ακολουθεί τα μισθοφορικά στρατεύματα∙ γιατί έτσι

           θα μπορούσε να εξασκηθεί στο έργο του αυτό.

 

Kρανίο άντρα που είχε υποστεί χειρουργική επέμβαση με τη μέθοδο τού τρυπανισμού (250 π. Χ.). Αρχαιολογικό Μουσείο Χίου

 

Σε ένα προγενέστερο άρθρο μας ασχοληθήκαμε με τις φράσεις «Το ’να χέρι νίβει τ’ άλλο και τα δυο το πρόσωπο ⸺ ΄Ερχομαι στα χέρια» (17/10/2020). Υπάρχουν όμως και άλλες εκφράσεις της αρχαίας Ελληνικής με τη λέξη χεὶρ που έχουν επιβιώσει ώς τις μέρες μας, άλλη παραλλαγμένη, άλλη αυτούσια. Πιο συγκεκριμένα: λέμε «βάζω χέρι σε κάτι» και εννοούμε ότι αποκτώ κάτι που δεν μου ανήκει.

Στον Διόδωρο τον Σικελιώτη και στο δέκατο έκτο βιβλίο όπου εκτίθενται τα γεγονότα του τρίτου Ιερού ή Φωκικού πολέμου (356-346 π. Χ.) τον οποίο πυροδότησε ο Φιλόμηλος από τη Φωκίδα,6 διαβάζουμε ότι ο τελευταίος, όταν έμαθε ότι οι Βοιωτοί επρόκειτο να επιτεθούν κατά των Φωκέων, αποφάσισε να συγκεντρώσει πολλούς μισθοφόρους. Παραθέτουμε τη συνέχεια στο πρωτότυπο  (ΙΣΤ 30.1):

                           Προσδεομένου  δὲ τοῦ πολέμου χρημάτων πλειόνων ἠναγκάζετο  τοῖς ἱεροῖς  

                           ἀναθήμασιν ἐπιβάλλειν τὰς χεῖρας καὶ συλᾶν τὸ μαντεῖον. 

              Επειδή όμως ο πόλεμος απαιτούσε περισσότερα χρήματα, αναγκάστηκε

               να βάλει χέρι στα ιερά αναθήματα και να συλήσει το μαντείο.

Χρησιμοποιούμε επίσης την έκφραση «πέφτω στα χέρια κάποιου», για να δηλώσουμε ότι είμαι υπό την εξουσία κάποιου, είμαι δέσμιος κάποιου. Ο γνωστός μας σατιρικός Αλκίφρων σε μία επιστολή του παρουσιάζει έναν παράσιτο,7 ονόματι Οινοχαίρων, να διεκτραγωδεί σε έναν άλλον ομοιοβίοτο το κακό που του προξένησε μια ζηλιάρα σύζυγος, η Φανομάχη, και πώς γλίτωσε την τελευταία στιγμή από μεγάλο κίνδυνο. Ο Οινοχαίρων, λοιπόν, αρχίζει την επιστολή του προς τον Ραφανοχόρτασο8 γράφοντας (Ἐπιστολαὶ παρασίτων 36):

                                          Οὐχ οὕτως οἱ τοὺς Ἑρμᾶς περικόψαντες ἢ τὰ τῆς θεοῦ ἐν Ἐλευσῖνι

                                         μυστήρια ἐξορχησάμενοι τὸν περὶ ψυχῆς ἀγῶνα ὑπέμειναν, ὡς ἐγὼ

                                          εἰς χεῖρας ἐμπεσών, ὦ θεοί, τῆς μιαρωτάτης Φανομάχης. 

                        Ούτε αυτοί που ακρωτηρίασαν τις Ερμές ή αυτοί που χόρεψαν

                         μιμούμενοι περιπαικτικά τα μυστήρια της θεάς στην Ελευσίνα9

                          υπέμειναν σε τέτοιο βαθμό την αγωνία ψυχής όπως εγώ που έπεσα,

                          ω θεοί, στα χέρια της σιχαμερής Φανομάχης.

Αυτούσιες έχουν διασωθεί ώς σήμερα οι φράσεις: α) «Συν Αθηνά και χείρα κίνει» από τον μύθο τού Αισώπου Ἀνὴρ ναυαγός, και λέγεται ως παραίνεση σε άνθρωπο που περιμένει βοήθεια μόνο από τον Θεό ή από κάπου αλλού. Στον μύθο ένας πλούσιος Αθηναίος ταξίδευε με πλοίο, που από δυνατή κακοκαιρία ανατράπηκε. ΄Ολοι οι άλλοι κολυμπούσαν, ενώ αυτός παρακαλούσε τη θεά Αθηνά να τον σώσει. Και ένας από τους συναυαγούς του που κολυμπούσε κοντά του τού είπε:

                                                                   Σὺν Ἀθηνᾷ καὶ  σὺ χεῖρα κίνει. 

                                        Με τη βοήθεια της Αθηνάς κούνα κι εσύ το χέρι σου.

           Ο σκελετός του αρχαίου ναυαγισμένου πλοίου της Κερύνειας (345-313 π. Χ.)

 

β) «΄Ηρξατο10 χειρών αδίκων», που σημαίνει κάνει κάποιος αρχή τής αδικίας πρώτος, πρώτος αδικεί. Σε έναν λόγο τού Δημοσθένη, τον Κατ’ Ἀριστοκράτους, γίνεται αναφορά σε έναν νόμο της αθηναϊκής δημοκρατίας (50):

                                    «ἄν τις τύπτῃ τινά» φησὶν «ἄρχων χειρῶν ἀδίκων,» ὡς, εἴ γ’ ἠμύνατο,

                                      οὐκ ἀδικεῖ. 

              «Αν κάποιος κτυπήσει», λέει, « έναν άλλον διαπράττοντας πρώτος εις βάρος

               του αδικία», αυτός που θα αντιδρούσε αμυνόμενος δεν διαπράττει αδίκημα.

 

Περνάμε στα δύο ομόρριζα τού πλήθω, πλησίστιος και πληθυντικός (ἀριθμός).

Το πρώτο θα το δούμε εδώ σε μία άλλη ραψωδία της Οδύσσειας, στη λ, όπου ο Οδυσσέας ευρισκόμενος ανάμεσα στους Φαίακες συνεχίζει τη διήγηση των περιπετειών του.  Αφήνοντας το νησί τής Κίρκης, ιστορεί, σύραμε το πλοίο στη θάλασσα, σηκώσαμε πανιά ⸺ και ακολουθούν οι στ. 6-9:

                                                                   Ἡμῖν δ’ αὖ κατόπισθε νεὸς κυανοπρώροιο

                                                                  ἴκμενον οὖρον ἵει πλησίστιον, ἐσθλὸν ἑταῖρον,

                                                                  Κίρκη ἐϋπλόκαμος, δεινὴ θεὸς αὐδήεσσα. 

                            Και πίσω από το μελανόπλωρο το πλοίο πάλι για χάρη μας

                           έστελνε αγέρα ούριο που τα πανιά τα φούσκωνε,

                           σύντροφο διαλεκτό, η Κίρκη η καλλιπλόκαμη,

                           η τρομερή θεά με την ανθρώπινη λαλιά.

Η λέξη πληθυντικός μάς φέρνει πάλι στον Αθήναιο, όπου ένας από τους συνδαιτημόνες των Δειπνοσοφιστών επισημαίνει (Θ 373 d-e):

                                        ὅτι δὲ καὶ ἐπὶ τοῦ πληθυντικοῦ ὄρνις λέγουσι πρόκειται τὸ Μενάνδρειον

                                          μαρτύριον· 

                          Και για το ότι και στον πληθυντικό λένε τον τύπο ὄρνις11 υπάρχει

                           η μαρτυρία τού Μενάνδρου.

 

Τελειώνουμε όπως αρχίσαμε, με το επίθετο χειροπληθής.

Στον διάλογο τού Λουκιανού Ἀνάχαρσις ἢ περὶ γυμνασίων συνομιλούν ο Αθηναίος νομοθέτης Σόλων και ο Σκύθης Ανάχαρσης,12 με θέμα τον τρόπο διαπαιδαγώγησης των νέων και κυρίως τον αθλητισμό. Μιλώντας ο Σόλων απαριθμεί τα διάφορα αγωνίσματα που ενδυναμώνουν τους νέους. Τους ασκούμε, λέει, στο τρέξιμο […] (27):

                                […] ἀλλὰ καὶ ὑπεράλλεσθαι τάφρον, εἰ δέοι, ἢ εἰ τι ἄλλο ἐμπόδιον, καὶ πρὸς

                                       τοῦτο ἀσκοῦνται ἡμῖν, ἔτι καὶ μολυβδίδας χειροπληθεῖς ἐν ταῖν χεροῖν

                                      ἔχοντες. 

                     Αλλά και στο να πηδούν πάνω από τάφρο, εάν χρειαστεί ή, εάν υπάρχει

                     κάποιο άλλο εμπόδιο, και σ’ αυτό τους ασκούμε, έχοντας επιπλέον

                     στα δυο τους χέρια και μολυβένια βάρη μεγάλα όσο να γεμίζουν

                     τις χούφτες τους.13    

  

                                                     Παράσταση  νεαρού αθλητή που κρατά άλτήρες.

 

 

 

1)Η αρχική σημασία τού ρήματος «υψώνω το χέρι» σχετίζεται με την ψηφοφορία στην αθηναϊκή εκκλησία τού δήμου. Βλ. και σχετικό άρθρο μας με τον τίτλο «Ψηφίζω κ. ά» (16/9/2023).

2)Η λέξη είναι οξύτονος, τονίζεται στη λήγουσα. Παροξύτονα σε –ουργος, δηλαδή τονιζόμενα στην παραλήγουσα, είναι τα έχοντα κακή σημασία: κακούργος, πανούργος, ραδιούργος.

3)Στη Λυδία και σε άλλα μέρη τής Ανατολής, ασκούνταν η ιερή πορνεία, που συνδεόταν με τις λατρείες ορισμένων θεοτήτων, οι οποίες στη συνέχεια ταυτίστηκαν με την Αφροδίτη. Οι κοπέλες αφιερώνονταν στη θεότητα και έφτιαχναν την προίκα τους ασκώντας το επάγγελμα της πόρνης, ώσπου να παντρευτούν. Αυτή η μορφή της ιερής πορνείας εισήχθη από την Ανατολή και στην Ελλάδα, όπου μαρτυρείται στην Κόρινθο, στην Πάφο και ακόμη δυτικότερα, στο όρος ΄Ερυξ της Σικελίας. Ειδικά η Κόρινθος, ευρισκόμενη κοντά στον Ισθμό και με δύο λιμάνια ⸺ το ένα, το ανατολικό λιμάνι των Κεγχρεών, ήταν προσιτό σε όσους έρχονταν από την Ασία, και το άλλο, το βορειοδυτικό Λέχαιο, στους ερχόμενους από τη Δύση⸺ αναπτύχθηκε, όπως έχουμε ξαναπεί, σε σπουδαία εμπορική πόλη, πυκνοκατοικημένη και εξαιρετικά πλούσια. Ο Στράβων μαρτυρεί ότι το ιερό της Αφροδίτης είχε περισσότερες από χίλιες ἱεροδούλους ἑταίρας, οι οποίες προσείλκυαν πλήθος ανθρώπων, συντελώντας έτσι στον πλουτισμό της πόλης· και επειδή οι καραβοκύρηδες εύκολα καταστρέφονταν οικονομικά παραδιδόμενοι στις ηδονές, γι’ αυτό γεννήθηκε και η παροιμία « οὐ παντὸς ἀνδρὸς ἐς Κόρινθον ἐσθ’ ὁ πλοῦς», που σημαίνει πως δεν είναι για τον καθένα η πλεύση στην Κόρινθο.

4)Από την περαιτέρω περιγραφή προκύπτει ότι η λίμνη πρέπει να λειτουργούσε ως ένα τεράστιο αντιπλημμυρικό έργο για τον έλεγχο της στάθμης τού Νείλου.

5)Για την ἀνάβασιν, όπως τιτλοφόρησε ο Ξενοφών την ιστορία τής εκστρατείας τού Κύρου με τους ΄Ελληνες μισθοφόρους κατά του Αρταξέρξη, και για την επακολουθήσασα Κάθοδο των Μυρίων, βλ. σχ. 2 και 3 του άρθρου μας με άλλο ένα μεταφρασμένο απόσπασμα (4. 7 21-26) από το εν λόγω έργο τού Αθηναίου ιστορικού (23/10/2021).

6)Τα βαθύτερα αίτια αυτού του πολέμου πρέπει να αναζητηθούν στην έχθρα μεταξύ των Θηβαίων και των γειτόνων τους, των Φωκέων. Οι Θηβαίοι κατηγόρησαν τους Φωκείς στο συνέδριο των Αμφικτυόνων ότι καλλιέργησαν γη που ανήκε στον ιερό χώρο των Δελφών. και το συνέδριο τους επέβαλε βαρύ πρόστιμο. Οι Φωκείς απέρριψαν την απόφαση, ο Φιλόμηλος, αφού αναδείχθηκε στρατηγός, κατέλαβε το μαντείο των Δελφών, και οι Θηβαίοι πέτυχαν να κηρυχθεί πόλεμος ιερός εναντίον των Φωκέων. Η Ελλάδα βρέθηκε άλλη μία φορά διαιρεμένη σε δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα. Η παράταξη που στρεφόταν κατά των Φωκέων αποτελούνταν από τους Βοιωτούς, τους Λοκρούς, τους Θεσσαλούς και τους συμμάχους τους, ενώ στη συμμαχία των Φωκέων προσχώρησαν η Αθήνα, η Σπάρτη και η Κόρινθος. Ο πόλεμος αυτός έδωσε την αναμενόμενη ευκαιρία στον Φίλιππο να επέμβει ενεργά στα πράγματα της Ελλάδας.

7)Για τους παρασίτους της αρχαίας κοινωνίας βλ. το άρθρο μας με θέμα τη φράση «Ούτε στο δάκτυλό του» (13/11/2017).

8)Ο Αλκίφρων επινοεί με σκωπτική διάθεση ονόματα που συμβολίζουν την ιδιότητα των προσώπων. Οινο-χαίρων είναι αυτός που απολαμβάνει το κρασί, και Ραφανο-χόρτασος αυτός που χορταίνει με ραπάνια.

9)Ο λόγος για την αποκοπή των Ερμών που συνέβη στην Αθήνα το 415 π. Χ., λίγο πριν από την εκστρατεία στη Σικελία. Ένα πρωί βρέθηκαν ακρωτηριασμένες πολλές ερμαϊκές στήλες ⸺ λίθινες στήλες που κατέληγαν σε κεφάλι του θεού Ερμή, είχαν θρησκευτική σημασία και χρησίμευαν και ως οδόσημα. Η ιερόσυλη αυτή πράξη προκάλεσε την οργή τού λαού και θεωρήθηκε κακός οιωνός για την εκστρατεία. Καθώς οι δράστες ήταν άγνωστοι, οι Αθηναίοι αποφάσισαν να δώσουν μεγάλες αμοιβές στους καταδότες και επιπλέον κάλεσαν τους πολίτες να καταγγείλουν κάθε άλλη ανίερη πράξη που είχε γίνει στο παρελθόν. Τότε κατηγορήθηκε και ο Αλκιβιάδης ότι μαζί με άλλους εννέα Αθηναίους συμμετείχε σε παρωδία των Ελευσινίων Μυστηρίων. Οι εννέα καταδικάστηκαν σε θάνατο με συνοπτική διαδικασία. Ο ένας εκτελέστηκε, οι άλλοι διέφυγαν από την πόλη, του δε Αλκιβιάδη η δίκη, παρόλο που ζήτησε να δικαστεί και αυτός, αναβλήθηκε, για να μη ματαιωθεί η εκστρατεία, καθότι ήταν ο ένας από τους τρεις στρατηγούς τούς επικεφαλής της όλης επιχείρησης.

10)Ἤρξατο: Αόριστος μέσης φωνής τού ρήματος ἄρχω=αρχίζω.

11)και ἡ ὄρνις= το πουλί. Γενική πτώση ὄρνιθος· ονομαστική και αιτιατική πληθυντικού ὄρνιθες, ὄρνιθας, αλλά στην αιτιατική και ὄρνεις ή ὄρνις.

12)Για τον Ανάχαρση βλ. σχ. 2 του άρθρου μας με θέμα τη λέξη Ἡλιομανής (13/8/2022).

13)Για το αγώνισμα του άλματος σε μήκος απαραίτητα όργανα ήταν οι ἁλτῆρες (← ἅλλομαι = πηδώ), βάρη από πέτρα ή μολύβι. Τα κρατούσε ο άλτης πηδώντας και του εξασφάλιζαν καλύτερο αποτέλεσμα.

 

 

 

 

 

Γεωργία Παπαδάκη

H Γεωργία Παπαδάκη γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου υπηρέτησε για δέκα χρόνια ως Βοηθός στον Τομέα Αρχαιολογίας και, παράλληλα, έλαβε μέρος σε διάφορες ανασκαφές. Τα τελευταία χρόνια μελετάει αρχαίους συγγραφείς και μεταφράζει αγαπημένα της κείμενα της ελληνικής γραμματείας. Από το Α΄Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας έχει παρουσιάσει παλαιότερα μια σειρά σχετικών εκπομπών με τον τίτλο « Είτε βραδιάζει είτε φέγγει, μένει λευκό το γιασεμί». ΄Εχουν εκδοθεί εξι βιβλία της: "Aνθολογία αρχαίας ελληνικής ερωτικής ποίησης", "Ο δικός μας Αριστοφάνης",  "Μούσας άγγιγμα", " Αισχύλος. Ο ποιητής του μεγαλοπρεπούς και του τιτανικού", "Σοφοκλής. Η «μέλισσα» του αρχαίου ποιητικού λόγου", "Η γυναίκα και ο γυναικείος λόγος στο έργο του Ευριπίδη".

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.