You are currently viewing Γεωργία Παπαδάκη. ΜΟΥ ΣΗΚΩΘΗΚΕ (-ΑΝ) Η (ΟΙ) ΤΡΙΧΑ(-ΕΣ) και  ΚΡΕΜΕΤΑΙ ΚΑΠΟΙΟΣ (ΚΑΤΙ) ΑΠΟ ΜΙΑ ΤΡΙΧΑ  κ. ά.

Γεωργία Παπαδάκη. ΜΟΥ ΣΗΚΩΘΗΚΕ (-ΑΝ) Η (ΟΙ) ΤΡΙΧΑ(-ΕΣ) και ΚΡΕΜΕΤΑΙ ΚΑΠΟΙΟΣ (ΚΑΤΙ) ΑΠΟ ΜΙΑ ΤΡΙΧΑ  κ. ά.

 

Από τις παραπάνω φράσεις που μας έρχονται από το παρελθόν η πρώτη είναι αρχαιότατη (ομηρική), και με αυτήν εκδηλώνουμε συναισθήματα τρόμου, φρίκης ή δυσαρέσκειας. Η δεύτερη σημαίνει ότι κάποιος εκτίθεται σε μεγάλο κίνδυνο, κάτι βρίσκεται σε επικίνδυνη κατάσταση, και εδώ θα τη δούμε σε ένα επίγραμμα του 6ου αι. μ. Χ. Και τις δύο αυτές εκφράσεις τις παρουσιάζουμε στο τέλος, κατά τη συνήθειά μας, του άρθρου, όπου θα καταλήξουμε μετά από ένα ελκυστικό, ελπίζω, για τον αναγνώστη ταξίδι με οδηγό τη λέξη η οποία δηλώνει τον νηματοειδή σχηματισμό που φυτρώνει στο δέρμα των ανθρώπων και ορισμένων ζώων, την τρίχα.

Η λέξη «τρίχα» είναι η μεσαιωνική μετατροπή σε ονομαστική τής αιτιατικής πτώσης τού αρχαίου ουσιαστικού θρίξ, γενική τῆς τριχός, αιτιατική τὴν τρίχαΟμόρριζα: τρίχωμα, τριχωτός, τρίχινος, τριχίασις → τριχίαση ( = νόσος των βλεφάρων, κατά την οποία οι βλεφαρίδες στρέφονται προς τον βολβό τού ματιού ερεθίζοντάς τον), τριχοφυΐα, τριχοειδής, τριχόπτωση, ανα-τριχιάζω, τριχιά (παλαιότερα σήμαινε σχοινί από τρίχες αλόγων ή κατσικιών) κ. ά. Μία ενδιαφέρουσα, κατά τη γνώμη μας, για την παραστατικότητά της αρχαία λέξη, που αχρηστεύτηκε στο πέρασμα των αιώνων, είναι το ουσιαστικό ὁ, ἡ τριχό-βρως,-βρωτος  (← θρίξ + βιβρώσκω=τρώγω), που δηλώνει τον τριχοφάγο, τον νεοελληνικό σκόρο.

Στην αρχαία Ελληνική η λέξη θρίξ αναφέρεται ως επί το πλείστον στις τρίχες τής κεφαλής και του προσώπου, αλλά χρησιμοποιείται και για ζώα∙ για το μαλλί τού προβάτου, για τον χοίρο, για την ουρά τού αλόγου κ. λπ.

Στους Πέρσες τού Αισχύλου η έξοδος τού δράματος αρχίζει με την εμφάνιση του καταρρακωμένου Ξέρξη, o οποίος ακολουθείται από τα λείψανα της περσικής στρατιάς. Στη συνέχεια, ο Χορός θρηνεί διαδοχικά με τον βασιλιά για τη συμφορά που έπληξε το περσικό κράτος, και σε έναν στίχο (1056) ο Ξέρξης ζητάει από τους Πέρσες γέροντες τού Χορού:

Καί μοι γενείου πέρθε λευκήρη τρίχα. 

 Και για μένανε τις άσπρες τρίχες στα γένια σου ξερίζωνε.

 

Το θέμα του παρόντος άρθρου σκεφθήκαμε ότι μας δίνει την ευκαιρία να ασχοληθούμε με την κομμωτική και ό,τι άλλο συναφές κατά τους αρχαίους χρόνους. Αρχίζουμε, λοιπόν, με την πληροφορία ότι και τότε οι γυναίκες έβαφαν τα μαλλιά τους, κυρίως ξανθά, γιατί το ξανθό χρώμα το εκτιμούσαν περισσότερο απ’ όλα. Σύμφωνα με τον Διοσκουρίδη, για το βάψιμο των μαλλιών χρησιμοποιούσαν κατ’ εξοχήν διάφορα φυτικά παρασκευάσματα με βάση ⸺ ενδεικτικά αναφέρουμε ⸺ το βατόμουρο, τα βρασμένα φύλλα φασκόμηλου, τα κυπαρισσόφυλλα, τα φύλλα μουριάς κ. ά. Μαύρα έβαφαν τα μαλλιά με τον χυμό από τους σκούρους καρπούς τής μυρτιάς, με τη φλούδα των καρυδιών (πρακτική γνωστή μέχρι σήμερα σε μέρη της ελληνικής επαρχίας όπου φύονται καρυδιές) και με άλλους τρόπους. Ο ίδιος σε ένα άλλο σημείο αναφέρει ότι

ξανθὰς ποιεῖ τὰς τρίχας θέρμων λεπύχανα 

ξανθές κάνουν τις τρίχες τα φλούδια των λούπινων

και μεταξύ άλλων και το αφέψημα των πριονιδιών τού ξύλου τού λωτού, το οποίο επιπλέον σταματά την τριχόπτωση (τρίχας ῥεούσας), όπως και το λάδι τής αγριελιάς, που επιπροσθέτως επιβραδύνει το άσπρισμα των μαλλιών, όταν επαλείφεται κάθε μέρα.

Σε ένα μικρό σωζόμενο απόσπασμα από το χαμένο έργο τού Ευριπίδη Δανάη ο ποιητής γράφει:

ἔρως γὰρ ἀργὸν κἀπὶ τοιούτοις ἔφυ∙

φιλεῖ κάτοπτρα καὶ κόμης ξανθίσματα,

φεύγει δὲ μόχθους. […]

Αργόσχολος ο έρωτας και για ανθρώπους τέτοιας λογής γεννήθηκε∙

του αρέσουν οι καθρέφτες και των μαλλιών το ξάνθισμα,

τους κόπους, δε, τους αποφεύγει. […]

Και στο διαλογικό έργο ΄Ερωτες που αποδίδεται με αβεβαιότητα στον Λουκιανό, ο ένας από τους δύο συνομιλητές σχολιάζει αρνητικά τον καλλωπισμό των γυναικών με τεχνητά μέσα, όπως όταν κάνει λόγο για την περιποίηση των μαλλιών τους (40):

Τὸ δὲ πλεῖστον ἀναλίσκει μέρος ἡ πλοκὴ τῶν τριχῶν∙ αἱ μὲν γὰρ φαρμάκοις

ἐρυθαίνειν δυναμένοις πρὸς ἡλίου μεσημβρίαν τοὺς πλοκάμους ἴσα ταῖς τῶν

ἐρίων χροιαῖς ξανθῷ μεταβάπτουσιν ἄνθει τὴν ἰδίαν κατακρίνουσαι φύσιν∙ […]

σιδηρᾶ τε ὄργανα πυρὸς ἀμβλείᾳ φλογὶ χλιανθέντα βίᾳ τὴν ἑλίκων οὐλότητα

διαπλέκει, […]

Το μεγαλύτερο μέρος της περιποίησης απορροφά το πλέξιμο των μαλλιών∙

μερικές μάλιστα με βοτάνια που έχουν την ιδιότητα να κοκκινίζουν τα μαλλιά

κάτω από τον μεσημεριάτικο ήλιο, βάφουν τις πλεξούδες τους αλλάζοντας το

χρώμα όπως των ερίων με κιτρινωπό άνθος, αποδοκιμάζοντας την ίδια τους

τη φύση∙ […] και σιδερένια όργανα ζεσταμένα σε σιγανή φωτιά πλέκουν

τα μαλλιά τους κατσαρώνοντάς τα με το ζόρι,1

και περίπλοκα ⸺ συνεχίζει ⸺ χτενίσματα κατεβάζουν τα μαλλιά μέχρι τα φρύδια, αφήνοντας ελάχιστο μέρος τού μετώπου ελεύθερο, ενώ οι πίσω πλεξούδες  στην πλάτη κυματίζουν.

Οι γυναίκες (και εκθηλυμένα άτομα) στο πλαίσιο της σωματικής περιποίησης έκαναν και αποτρίχωση∙ ή έκαιγαν τις τρίχες στον λύχνο ή τις έβγαζαν με ειδική κρέμα ή με έμπλαστρο από πίσσα ή τις ξύριζαν. Χρησιμοποιούσαν, επίσης, και περούκες (πηνίκη ή φενάκη στα αρχαία ελληνικά, δηλαδή ψεύτικη κόμη, εξού η μεταφορική μεταγενέστερη σημασία τής απάτης, του ψέματος που απέκτησε το ουσιαστικό. ΄Ηδη ωστόσο στους αρχαίους χρόνους χρησιμοποιούσαν τις λέξεις  φέναξ-κος (ὁ,ἡ)= απατεώνας, φενακισμός= απάτη, φενακίζω= εξαπατώ).

Παραμένουμε στον Λουκιανό και σε έναν από τους  Εταιρικούς Διαλόγους του, όπου ένας νέος, ο Χαρμίδης, εξομολογείται στην εταίρα του Τρύφαινα ότι είναι ερωτευμένος με μία άλλη εταίρα, το Φιληματάκι,2 για την οποία η Τρύφαινα τον ενημερώνει χαιρέκακα ότι είναι σαράντα πέντε ετών. Ο Χαρμίδης αντιδρά με το επιχείρημα ότι το Φιληματάκι ορκίζεται ότι δεν έχει ακόμη κλείσει τα είκοσι δύο. Και τότε η ζηλιάρα Τρύφαινα βάζει σε ενέργεια τη γυναικεία πονηριά. Κι εσύ, του λέει, θα πιστέψεις τους όρκους της ή τα μάτια σου; Και τον …καθοδηγεί (11,3):

ἐπίσκεψαι γὰρ ἀκριβῶς ὑποβλέψας ποτὲ τοὺς κροτάφους αὐτῆς, ἔνθα μόνον

τὰς αὐτῆς τρίχας ἔχει∙ τὰ δὲ ἄλλα φενάκη βαθεῖα. παρὰ δὲ τοὺς κροτάφους

ὁπόταν ἀσθενήσῃ τὸ φάρμακον, ᾧ βάπτεται, ὑπολευκαίνεται τὰ πολλά. […] 

Εξέτασε προσεκτικά κρυφοκοιτάζοντας τους κροτάφους της, όπου μόνο

τα δικά της μαλλιά έχει∙ τα άλλα είναι πλούσια περούκα. Σιμά στους

κροτάφους όμως, όταν ξεθωριάσει η μπογιά με την οποία βάφεται,

οι πιο πολλές τρίχες είναι γκρίζες. […]

 

 

Αλλά και οι άντρες έβαφαν τα μαλλιά τους, όπως μαρτυρείται από την κωμική πένα του Αριστοφάνη στις Εκκλησιάζουσες. Σύμφωνα με την υπόθεση του δράματος, οι γυναίκες μεταμφιεσμένες σε άντρες πηγαίνουν στη συνέλευση τού δήμου και προκαλούν ψήφισμα με το οποίο η κυβέρνηση παραχωρείται στις γυναίκες. Η αρχηγός τους, η Πραξαγόρα, ανακοινώνει το πρόγραμμα της γυναικοκρατίας, ένα πρόγραμμα απλοποιημένου σοσιαλισμού, η εφαρμογή τού οποίου απαιτεί όλοι να καταθέσουν τα υπάρχοντά τους στο δημόσιο. ΄Ετσι, ο Αθηναίος Χρέμης βγάζει τα διάφορα σκεύη από το σπίτι του για να τα παραδώσει στην Πολιτεία και με αστείο τρόπο απευθύνεται …στη χύτρα (στ. 734-736):

                                             Ἡ χύτρα δεῦρ’ ἔξιθι,

νὴ Δία, μέλαινά γ’, ὡς ἂν εἰ τὸ φάρμακον

ἕψουσ’ ἔτυχες ᾧ Λυσικράτης μελαίνεται. 

                                                            Χύτρα, βγες έξω εδώ!

Μά τον Δία, είσαι μαύρη, σαν να ’χεις βράσει τη μπογιά

με την οποία ο Λυσικράτης βάφει τα μαλλιά του μαύρα.

 

Μετά την καλλωπιστική περιδιάβαση ας γυρίσουμε στις εκφράσεις με τη λέξη «τρίχα». Σήμερα όταν λέμε π. χ. «δεν θα σ’ αφήσω να πειράξεις ούτε μια τρίχα του κεφαλιού (μου)» ή χαρακτηρίσουμε κάτι με μόνη τη λέξη «τρίχες», στην ουσία αναφερόμαστε σε πράγματα που δεν έχουν καμία αξία. Με την ίδια έννοια χρησιμοποιούσαν και οι αρχαίοι τη λέξη «τρίχα», όπως βλέπουμε σε μία άλλη αριστοφάνεια κωμωδία, στους Βατράχους. Ο Διόνυσος με τον δούλο του, τον Ξανθία, έχουν έλθει στον ΄Αδη, όπου ο υπηρέτης τού Πλούτωνα, ο Αιακός, διατάζει τους γιγαντόσωμους δούλους του να συλλάβουν τον ταλαίπωρο Ξανθία που έχει μεταμορφωθεί σε Ηρακλή, για να τον τιμωρήσουν, επειδή ο Ηρακλής είχε κλέψει τον Κέρβερο. Ο Ξανθίας-Ηρακλής τρέμοντας αρνείται πως έχει ξανακατέβει στον ΄Αδη και με τάση συμφιλίωσης λέει στον αγριεμένο Αιακό (στ. 612-614):

                                     Καὶ μὴν νὴ Δία,

εἰ πώποτ’ ἦλθον δεῦρ’, ἐθέλω τεθνηκέναι,

ἤ ’κλεψα τῶν σῶν ἄξιόν τι καὶ τριχός. 

                                                           Αλήθεια, μά τον Δία,

αν ήρθα εδώ ποτέ μου, να πεθάνω με τη θέλησή μου,

ή αν έκλεψα απ’ τα δικά σου πράγματα κάτι που να αξίζει

έστω και μία τρίχα.

Και όμως ⸺ σ’ αυτό το σημείο ανοίγουμε μία παρένθεση ⸺ η τρίχα κάνει κάτι στην εντέλεια: κόβει βραστό αυγό με εξαιρετική τελειότητα και ακρίβεια, όπως θυμάμαι να το κάνω με θαυμασμό, παιδί εγώ, κάθε Πάσχα, με τη γνώση που είχα αποκτήσει από τη μητέρα μου, και όπως το συνάντησα να αναφέρεται στο Συμπόσιο τού Πλάτωνα, και για την ακρίβεια στον λόγο τού Αριστοφάνη για τον ΄Ερωτα. O μεγάλος Αθηναίος κωμωδιογράφος υποστηρίζει ότι η λύτρωση του ανθρώπου είναι να βρει το άλλο του μισό και πλάθει μια φανταστική, κατά μία άποψη, ανθρωπογονία, σύμφωνα με την οποία στην αρχή υπήρχαν τρία γένη, το αρσενικό, το θηλυκό και το αρσενικοθήλυκο. Το καθένα από αυτά τα τρία ανθρώπινα φύλα είχε σχήμα στρογγυλό, τέσσερα πόδια, τέσσερα χέρια, δύο πρόσωπα και από δύο γεννητικά όργανα. Αυτοί οι άνθρωποι είχαν μεγάλη δύναμη, αλαζονεία και ακράτεια στις ηδονές και μάλιστα επιχείρησαν ν’ ανέβουν στον Ουρανό και να επιτεθούν στους θεούς. Οι θεοί είχαν περιέλθει σε απορία τι να κάνουν μ’ αυτούς τους ανθρώπους, και τη λύση τη βρήκε ο Δίας: οι άνθρωποι αυτοί για να γίνουν ακίνδυνοι έπρεπε να χάσουν τη δύναμή τους, και για να γίνει αυτό θα τους διχοτομούσε3⸺ παραθέτουμε τη συνέχεια στο πρωτότυπο (190 Ε):

ταῦτα εἰπὼν ἔτεμνε τοὺς ἀνθρώπους δίχα, ὥσπερ οἱ τὰ ὄα τέμνοντες

καὶ μέλλοντες ταριχεύειν, ἢ ὥσπερ οἱ τὰ ὠὰ ταῖς θριξίν 

Σαν τα είπε αυτά, άρχισε να κόβει τους ανθρώπους στα δύο, όπως ακριβώς

αυτοί που κόβουν τα σούρβα,4 με σκοπό να τα βάζουν στην άρμη ή όπως

αυτοί που κόβουν τα αυγά με τις τρίχες∙

 

Κλείνουμε το άρθρο μας με τις εκφράσεις τού τίτλου.

Και κατά πρώτον το ομηρικό απόσπασμα από τον 8ο αι. π. Χ.. Στη ραψωδία Ω της Ιλιάδας, όπως έχουμε ξαναπεί, ο Δίας στέλνει τον Ερμή στον Πρίαμο να τον οδηγήσει στο παράπηγμα του Αχιλλέα, χωρίς να τον δει κανείς Αχαιός. Ο Πρίαμος μαζί με τον κήρυκά του, τον Ιδαίο, και με την άμαξα τη φορτωμένη με τα πλούσια λύτρα για την παραλαβή του νεκρού ΄Εκτορα, έχουν αφήσει το κάστρο και έχουν σταματήσει για λίγο, για να ποτίσουν τα άλογα και τα μουλάρια στο ποτάμι. Εκεί έρχεται ο Ερμής, τους πλησιάζει, και πρώτος τον βλέπει ο Ιδαίος, ο οποίος το λέει στον Πρίαμο και με τον φόβο, μήπως ο ξένος σκοπεύει να τους κάνει κακό, του ζητά να φύγουν αμέσως. Ακολουθούν οι παρακάτω στίχοι (358-360):

Ὣς φάτο, σὺν δὲ γέροντι νόος χύτο, δείδιε δ’ αἰνῶς,

ὀρθαὶ δὲ τρίχες ἔσταν ἐνὶ γναμπτοῖσι μέλεσσι,  

στῆ δὲ ταφών∙ 

΄Ετσι είπε, και θόλωσε του γέροντα ο νους, φοβήθηκε υπερβολικά,

σηκώθηκαν οι τρίχες στα εύκαμπτά του μέλη,

και σαν χαμένος στάθηκε∙

Διασχίζουμε τους αιώνες για να βρεθούμε στον 6ο αι. μ. Χ. και στην αυλή τού αυτοκράτορα Ιουστινιανού, όπου έζησε ο ποιητής Παύλος Σιλεντιάριος.5 Σε ένα επίγραμμά του (Παλατινή Ανθολογία V 230), ένας ερωτευμένος διεκτραγωδεί την κατάσταση στην οποία τον έχει φέρει ο έρωτάς του για μια Δωρίδα. Μου έδεσε, λέει, τα χέρια με μία τρίχα από τα χρυσά μαλλιά της και στην αρχή κάγχασα, πιστεύοντας πως ήταν εύκολο να αποτινάξω τα δεσμά τής ποθητής Δωρίδας. Όμως δεν είχα τη δύναμη και στενάζω, σαν να ’μαι δεμένος με αλυσίδες χάλκινες. Κι ο φλογερός έρωτας κορυφώνεται με τα παρακάτω λόγια:

καὶ νῦν ὁ τρισάποτμος ἀπὸ τριχὸς ἠέρτημαι,

δεσπότις ἔνθ’ ἐρύσῃ πυκνὰ μεθελκόμενος. 

Και τώρα ο τρισάθλιος από μια τρίχα κρέμομαι,5

αφού, όπου θελήσει η αφέντρα να με σύρει,

συνέχεια αφήνομαι σ’ αυτήν να με τραβολογάει.

 

 

 

 

1) Η ίδια τεχνική εξελιγμένη χρησιμοποιείται και σήμερα για τη δημιουργία τής μπούκλας.

2)Φιλημάτιον (στο πρωτότυπο). Θυμίζουμε ότι τα γυναικεία ονόματα ουδετέρου γένους με κατάληξη –ιον ήταν υποκοριστικά που τα έφεραν συνήθως γυναίκες ελαφρών ηθών, εταίρες , πόρνες, αυλητρίδες.

3)Αξιοσημείωτη είναι η επισήμανση του Ι. Κακριδή (1901-1992) ότι ο μύθος δεν είναι επινόηση του Αριστοφάνη, αλλά τα κύρια στοιχεία τού μύθου εμπεριέχουν την ιδέα τής καταγωγής τού ανθρώπου από άλλο ζώο, της προέλευσης ενός όντος από τη διχοτόμηση άλλου∙ ιδέα γνωστή στον κόσμο τού μύθου και σε πανανθρώπινες μαγικές δοξασίες. Και ο κορυφαίος φιλόλογος ιχνηλατεί τη μυθική αυτή ιδέα και στη βάση «της επιστημονικής πλέον ανθρωπογονίας» του προδρόμου τού Δαρβίνου, του φιλοσόφου Αναξίμανδρου, που πρεσβεύει ότι ἐξ ἀλλοειδῶν ζῴων ὁ ἄνθρωπος ἐγεννήθη.

4)Ὄα (στο πρωτότυπο. Πληθυντικός τού ουσιαστικού τὸ ὄον): Οι καρποί τού δέντρου ἡ ὄα, κοινώς σουρβιά. Οι αρχαίοι έτρωγαν τα σούρβα όπως τα μούσμουλα όταν είναι πολύ ώριμα. Τα χάραζαν, δε, και τα συντηρούσαν στην άρμη.

5)Ο ποιητής υπήρξε φίλος τού ιστορικού Αγαθία και πήρε το αξίωμα του σιλεντιάριου (σιλεντιάριος ήταν ο αξιωματούχος ο επιφορτισμένος με την τήρηση της ησυχίας στα αυτοκρατορικά διαμερίσματα). Συνέθεσε δύο περίφημα πολύστιχα ποιήματα, στα οποία περιγράφει τον ανοικοδομημένο ναό και τον άμβωνα της Αγ. Σοφίας μετά την κατάρρευση του τρούλου που είχε συμβεί το 558. Τα ποιήματα αυτά, πολύτιμα για την ιστορία τής τέχνης, τα απήγγειλε ο ίδιος μπροστά στον αυτοκράτορα στις 6 Ιανουαρίου τού 563, κατά τις πανηγυρικές εκδηλώσεις των νέων εγκαινίων. Το υπόλοιπο έργο του αντιπροσωπεύεται με 78 επιγράμματα, από τα οποία τα περισσότερα είναι ερωτικά. Σ’ αυτά ο ποιητής, ο οποίος σημειωτέον ήταν χριστιανός, συνεχίζει την παράδοση των μεγάλων ερωτικών επιγραμματοποιών, με την τολμηρότητα, τον αισθησιασμό και την περιπάθεια των στίχων του.

6) Ἠέρτημαι στο πρωτότυπο, αντί ἤρτημαι= παθητικός παρακείμενος τού ρήματος ἀρτάω-ῶ (→ ἐξ-αρτάω-ῶ, ἐξ-άρτημα, ἐξ-άρτησις ) που σημαίνει κρεμώ.

 

Γεωργία Παπαδάκη

H Γεωργία Παπαδάκη γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου υπηρέτησε για δέκα χρόνια ως Βοηθός στον Τομέα Αρχαιολογίας και, παράλληλα, έλαβε μέρος σε διάφορες ανασκαφές. Τα τελευταία χρόνια μελετάει αρχαίους συγγραφείς και μεταφράζει αγαπημένα της κείμενα της ελληνικής γραμματείας. Από το Α΄Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας έχει παρουσιάσει παλαιότερα μια σειρά σχετικών εκπομπών με τον τίτλο « Είτε βραδιάζει είτε φέγγει, μένει λευκό το γιασεμί». ΄Εχουν εκδοθεί εξι βιβλία της: "Aνθολογία αρχαίας ελληνικής ερωτικής ποίησης", "Ο δικός μας Αριστοφάνης",  "Μούσας άγγιγμα", " Αισχύλος. Ο ποιητής του μεγαλοπρεπούς και του τιτανικού", "Σοφοκλής. Η «μέλισσα» του αρχαίου ποιητικού λόγου", "Η γυναίκα και ο γυναικείος λόγος στο έργο του Ευριπίδη".

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.