Η Σταχτοπούτα ζούσε στο παλάτι
που είχε σχήμα εγκεφάλου,
φτιαγμένο από λέξεις
στεγνό στις εσοχές του.
Το βράδυ με τη νυχτικιά της
χόρευε σε δάση αχανή,
πριν τα μεσάνυχτα επέστρεφε κουρελιασμένη.
Όταν έγινε δεκαοχτώ οι γονείς της έδωσαν χορό
να την αρραβωνιάσουν.
Ήρθε ο Α και της είπε «μου ανήκεις»,
ήρθε ο Ω και της είπε «σου ανήκω»,
τότε ξεχύθηκε από μέσα της γυμνό σκοτάδι
γλώσσα μετά τη γλώσσα
λάβα καρδιά
και έκαψε τους χάρτινους γαμπρούς.