In memoriam σε Μι Ελάσσονα, για τους Αιώνες
Μερικές φορές πρέπει να πεθάνεις, ν’ αργοπεθαίνεις απ’ αυτό που αγαπάς μέρα με τη μέρα, νύχτα με τη νύχτα· να’ σαι ο μοναχικός που ποτέ δε μένει μόνος και να βρίσκεις τον Παράδεισο στη Γη:
« ΑΝ ΚΑΙ
Σου έχω μιλήσει για τον παράδεισο–
εννοούσα απλά
ότι τα μάτια είναι ήλιοι που βλέπουν
η όραση είναι των προσώπων ο νευρικός, απολαυ-
στικός Κύριος.
Κάθε που σ’ ακούω ξεγυμνώνομαι.
Όταν φιλώ τον αστράγαλό σου, φιμώνω μια μάντισσα.
Η μάντισσα μιλά από τον λόφο του αστραγάλου
σου».[1]
Ο Μαξ Ρίτβο(Max Ritvo), ο έκπτωτος άγγελος που ο Θεός τον πήρε ξανά πίσω–πολύ νωρίς–, έριξε την καρδιά του, εκεί στα σκυλιά της Κόλασης, διότι όσοι αγαπούν τη ζωή, ξοδεύονται, διότι δίνουν και δίνονται, ολοκληρωτικά. Γράφει για τη ζωγράφο του, για την Πυγμαλίωνα του, για τη Ραχήλ του, για τη Μελίσα Κάρολ, για τη σύζυγό του:
«Όταν φεύγεις απ’ το μυαλό μου,
τα τελευταία κομμάτια που φεύγουν
είναι τα χέρια σου».[2]
Mερικές φορές εκεί στα σκυλιά της Κόλασης χρειάζεσαι έναν συνένοχο και να του μιλάς χωρίς καμία διάθεση για προσποίηση, παραπλάνηση, επίτηδευση· τότε θα ‘χεις φωνή, τη φωνή σου· τότε θα ‘σαι «ένα θλων όργανο/ που μετρά τη θερμοκρασία δωματίου του παραδείσου».[3] Αυτό το κατορθώνεις μονάχα, όταν κάποιος άνθρωπος σε λατρέψει πριν ο θάνατος σε λατρέψει με τους δικούς του όρους. Η ποίηση του Μαξ Ρίτβο είναι πράξη συνενοχής, στην οποία υπάρχει ολότητα, μια βαθύτερη αίσθηση ζωής που τρέχει στην παράνοια, εκτροχιάζεται απ’ τα συμπλέγματα των αισθήσεων και το θάρρος απέναντι στον θάνατο:
« ΤΟΜΟΓΡΑΦΙΑ
Ξαπλώστε ανάσκελα,
έρχεται η εντολή,
από μια φωνή μη τραγουδιστή‧
η φωνή αρχίζει να θρηνεί
κι εγώ της στέλνω φιλιά».[4]
Οι Εκδόσεις Σαιξπηρικόν φέρνουν για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα, σε εξαιρετική μετάφραση των Jazra Khaleed κι Ελένης Μπούρου, έναν απ’ τους μεγαλύτερους ποιητές του 21ου αιώνα, μαθητή της νομπελίστριας Λουίζ Γκλουκ, τον Μαξ Ρίτβο. Σε μιαν εποχή που αρκετοί γράφουν για προβολή, βραβεία, για επιρροή, για λόγους εκτός απ’ την ίδια την ηδονή της λογοτεχνίας, της γένεσης λόγου, υπήρξε ο Μαξ Ρίτβο, νεκρός στα 26 του από σάρκωμα. Είμαι 26 και γνώρισα έναν μικρό θεό που δεν μπορώ να ενοχλήσω. Έτσι κι αλλιώς τους θεούς, δεν μπορείς να τους ενοχλήσεις, δεν πας απλά να τους χτυπήσεις την πόρτα και να τους μιλήσεις: μόνο τους θυμάσαι και μιλάς γι’ αυτούς. Αντίο Μαξ Ρίτβο, θα σε θυμάμαι και θα μιλαώ για σένα, θα σε θυμάμαι και θα μιλάω πάντα για σένα, για σένα, τον Μαξ Ρίτβο, τον σπουδαίοτερο ποιητή των καιρών μας, τον Μαξ Ρίτβο που έδωσε την ψυχή του στα σκυλιά της Κόλασης, τον Μαξ Ρίτβο που βρήκε τον Παράδεισο σε δύο μαγικά χέρια, θα θυμάμαι και θα μιλώ πάντα για τον Μαξ Ρίτβο.
[1] Max Ritvo, Αιωνες, μετφρ. J. Khaleed και Ελ. Μπούρου (Θεσσαλονίκη: Σαιξπηρικόν, 2016), 39.
[2] Απ’ το ποίημα ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΗΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΜΟΥ. Στο ίδιο, 17.
[3] Απ’ το ποίημα ΤΙΠΟΤΑ. Στο ίδιο, 53.
[4] Στο ίδιο, 27.