«Βηθλεέμ ετοιμάζου∙
ευτρεπιζέσθω η φάτνη∙
το Σπήλαιον δεχέσθω, η αλήθεια ήλθεν∙
η σκιά παρέδραμε∙
και Θεός ανθρώποις, εκ Παρθένου πεφανέρωται,
μορφωθείς το καθ’ ημάς,
και θεώσας το πρόσλημμα.
Διο Αδάμ ανανεούται συν τη Εύα, κράζοντες∙
Επί γης ευδοκία επεφάνη,
σώσαι το γένος ημάς.»[1]
(Σωφρόνιος Πατριάρχης Ιεροσολύμων)
Ποίηση ιλιγγιώδης,αφάτου ύψους, φρικτού βάθους. Από τεχνική μα κυρίως από ουσιαστική έποψη, τόσο λόγω του πώς αλλά κυρίως λόγω του τι διαμηνύει. Ποίηση «παράδοξη» που στο δεσμευτικό της χωροταξίας χώρεσε τον αδέσμευτο χώρου και χρόνου, κατ’ αναλογία και μίμηση του μέγιστου παράδοξου, του μυστηριωδέστερου όλων των μυστηρίων: του μυστηρίου της Σαρκώσεως του Θεού Λόγου. Ποίηση λόγων προτρεπτικώνπου συνάμα
«…υμνολογούν την άγια μέρα,
που ανθρώπινη ο θεός εδέχτη μοίρα.»[2]
Ποίηση αναγωγική καθώς,αδέσμευτη των τριών διαστάσεων,άνω θρώσκει, προς την παν-διάσταση του Αΐδιου. Ποίηση-έκρηξη χαράς,τουλάχιστον για κείνους που επιμένουν σε απαιτητικές νοηματοδοτήσεις του βίου, πολύ πέραν της χαζοχαρούμενης επιφανειακότητας του εποχιακού κλίματος.Για όσους λαχταρούν και παλεύουν για την εναπόθεσή τους —ολοσχερώς— στο «φως το αληθινό»[3], παρά στις όποιες τεχνικές φωταψίες των λαμπιονιών ή στις εκλάμψεις σισύφειων σωτηριώσχημων προταγμάτων.
- Βηθλεέμ ετοιμάζου
Άνθρωπε χοϊκέ, άνθρωπε ψυχικέ, άνθρωπε του όλου και του συναμφότερου, άνθρωπε νέα Βηθλεέμ∙ ετοιμάσου!
«να βγάλει φύλλα πάνω στο κλαδί του εαυτού η επίγνωση»[4]
του άπαξ συντελεσμένου και ουδέποτε αναιρούμενου.Ανάστρεψε την ολιγωρία της ιστορικής Βηθλεέμ. Παραδειγματίσου από δαύτη,εμπνεύσου από την εγρήγορση των πέντε παρθένων[5]. Τήρα το λύχνο της ψυχής σου σε διαρκή ετοιμότητα ώστε να υποδεχθείς τον Ερχόμενο και να Τον οδηγήσεις από το περιθώριο στο κέντρο της ύπαρξής σου. Στη φάτνη σου.
- II. ευτρεπιζέσθω η φάτνη
Ευπρέπισε την φάτνη. Το χαμένο κέντρο της ύπαρξης. Τον τόπο όπου τ’ ανθρώπινο δεξιώνεται το θείο. Την καρδία. Ενασκώντας την αρετή, εδραιώνοντας την πίστη. Με αγάπη, μιας και χωρίς αυτή «γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον [και] ουδέν ωφελούμε».[6]
III. το Σπήλαιον δεχέσθω, η αλήθεια ήλθεν∙ η σκιά παρέδραμε
Το Σπήλαιο∙ η φάτνη∙ η καρδία να δεχθεί συνειδητά και συγκαταβατικά,θεληματικά και θετικά την αλήθεια. Δίχως να λησμονά πως «το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι τούτο: να μη φέρνουμε στον ερχομό [της] περισσότερη αντίσταση απ’ όση φέρνει η γη στην άνοιξη που φτάνει»[7]. Η αλήθεια ήλθε όχι ως έννοια, ως ιδέα ή ως φάντασμα, αλλά ως πρόσωπο που με τόλμη μαρτυρά για τον εαυτό Του:
«εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή»[8].
«Το μεσότοιχον του φραγμού»[9]που όρθωσε η αρχική αστοχία, λειτουργώντας έκτοτε ως πρόσκομμα στην ατένιση του άπειρου,καταρρέει υπό το βάρος της αλήθειας.Η σκιά που παρεμπόδιζε την καθάρια χάραξη ενός επέκεινα προσανατολισμού, διασκορπίζεται από το φως της.Διότι η αλήθεια είναι φως:
«Ένας ήλιος ανέτειλε απόψε»[10],
«Ας χαρούμε που το ακούμε: Είναι φως!»[11]. Και
«το φως εν τη σκοτία φαίνει και η σκοτία αυτό ου κατέλαβε»[12].
- IV. και Θεός ανθρώποις, εκ Παρθένου πεφανέρωται
Πλέον ο Θεός δεν πλάθει άνθρωπο. Δεν τον κοιμίζει για να δημιουργήσει από το πλευρό του άνθρωπο. Πλέον ο Δημιουργός έρχεται σε διάλογο με την κορωνίδα των δημιουργημάτων Του. Ο απρόσιτος στην ουσία Του,συνδιαλέγεται με την μοναδική στο ανθρώπινο γένος∙ την Παρθένο Μαρία∙το φαινόμενο της προετοιμασίας, της δεκτικότητας, της ελευθερίας,της αγάπης. Και η αγάπη Του γι’ αυτήν, και η αγάπη της γι’ Αυτόν, δημιουργεί τις προϋποθέσεις ώστε εκείνη, η μία και ανεπανάληπτη στην ιστορία της ανθρωπότητας, να καταστεί Θεοτόκος. Να γίνει αυτή που θα χαρίσει σάρκα στο μόνο καινό υπό τον ήλιο[13], προκειμένου Αυτός να φανερώσει στους ανθρώπους την μεγάλη και σωτηριώδη βουλή του πέμψαντός Του.
- V. μορφωθείς το καθ’ ημάς, και θεώσας το πρόσλημμα
Ο Λόγος, «δι’ ου τα πάντα εγένοντο»[14], «έχει χαρακτήρα υπόστασης ή Προσώπου, που οι Πατέρες ονομάζουν σύμφωνα με τη Γραφή (Φιλιπ. 2, 6) και «Μορφή» του Πατρός. Σκέπτονται επομένως ότι μέσα σ’ αυτή την ίδια την «Μορφή» ο Πατέρας αναγνωρίζει τον εαυτό Του γιατί η αυτογνωσία ή η αυτοσυνειδησία ενός Προσώπου δεν είναι δυνατή, ακόμη κι όταν πρόκειται για το Θεό, αν δεν καθρεφτίζεται σ’ ένα άλλο Πρόσωπο»[15].
Έτσι και με την ένσαρκο οικονομία ο Λόγος εκτός από τύπος του εαυτού Του γίνεται και τύπος του ανθρώπου. Αντί να περιοριστεί στο να στείλει από τον θεϊκό θρόνο ακριβείς οδηγίες απολύτρωσης, αντί να κατακεραυνώσει τους Πρωτοπλάστους και να τους φτιάξει από την αρχή, λειτουργώντας αδιαλείπτως κι αναπόδραστα ως παναγάπη —καθώς «αγάπη εστί»[16], προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση, με τρόπο κυριολεκτικό και τέλειο. Γίνεται πρότυπο. Οτέλειος Θεός γίνεται τέλειος άνθρωπος,ώστε το πρόσλημμα να θεωθεί. «Ο Υιός και το Ρήμα του Θεού δεν έμειναν πια εξωτερικά στον άνθρωπο αλλά εσωτερικεύτηκαν μέσα του. Έτσι η ανθρωπότητα δεν θα μπορεί πια να χωριστεί από Αυτόν ολοσχερώς στην αιωνιότητα.»[17]
- VI. Διο Αδάμ ανανεούται συν τη Εύα
Οι Πρωτόπλαστοι,κι όλο τ’ ανθρώπινο γένος,αναγεννούνται, όχι ως προς τη φύση αλλά προς το ποιόν, όχι ως προς το σχήμα αλλά ως προς το περιεχόμενο, «…χάρη στη φυσικήν κοινωνία που υπάρχει μεταξύ του κάθε ανθρώπου και του Υιού του Θεού που έγινε άνθρωπος στην αιωνιότητα.»[18] Γιατί για αυτό έγινε άνθρωπος: για να μας κάνει κατά χάρη θεούς.[19] Γιατί αυτός είναι ο σκοπός της Δημιουργίας: να γίνουμε «θείας κοινωνοί φύσεως».[20]
VII. κράζοντες∙Επί γης ευδοκία επεφάνη, σώσαι το γένος ημάς
Μες στη χειροπιαστή φανέρωση της ευμένειας, μπροστά στο ορθάνοιχτο κατώφλι της σωτηρίας, πώς να μην κράξεις με φωνή θαυμασμού, με στεναγμό ανακούφισης, με συθέμελη παράκληση:
«Χριστός γεννάται∙ δοξάσατε!»[21]
Πώς, λοιπόν, να μην το διατυμπανίσεις:«…γεννήθηκε η ευσπλαχνία!»[22]∙με το κεφάλι γυρτό και με δάκρυ:
«Γιατί θα περνούσαν αιώνες και αιώνες
και δε θα ’χαμε να πούμε τίποτα ωραιότερο απ’ αυτό.»[23]