Ο Wolf Vostell (1932-1998) ήταν από τους πρωτοποριακούς καλλιτέχνες του 20ου αιώνα, το έργο του οποίου έχει κερδίσει διεθνή αναγνώριση μαζί με αυτό των Marcel Duchamp, Robert Rauschenberg και Joseph Beuys. Η καλλιτεχνική του πρακτική ήταν πολύπλευρη περιλαμβάνοντας de-coll/age, δρώμενα, συναυλίες, περιβάλλοντα, σχέδια, ντιζάιν, χαρακτικά, ζωγραφική, αντικείμενα καθημερινής χρήσης, γλυπτική, θέατρο, σκηνογραφία, μουσική και βίντεο.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, σε μια εποχή που η αμερικανική επιρροή ήταν βαθιά ενσωματωμένη στην ευρωπαϊκή κουλτούρα και οι εντάσεις του Ψυχρού Πολέμου διαμόρφωναν τη δημόσια συνείδηση, ο Vostell ξεκίνησε μια σειρά από happenings που ασκούσαν κριτική στον ταχύτατο μετασχηματισμό των αστικών τοπίων και την νέα οπτική εμπειρία της πόλης όπως τότε διαμορφωνόταν. Το έργο του αμφισβητούσε την αυξανόμενη κυριαρχία της μαζικής επικοινωνίας, του καταναλωτισμού και της αισθητικής ομοιομορφίας στη σύγχρονη κοινωνία. Όπως και ο Κορεάτης καλλιτέχνης Nam June Paik, ήταν από τους πρώτους που ενσωμάτωσε την τηλεόραση ως μέσο και ως θέμα στην καλλιτεχνική του πρακτική.

Η τέχνη του Vostell χαρακτηριζόταν από υπαρξιακό πεσιμισμό, αντιμετωπίζοντας θέματα τεχνοφοβίας, ιδεολογικών συγκρούσεων του Ψυχρού Πολέμου, ανθρώπινης απομόνωσης, της βαναυσότητας των διαπροσωπικών σχέσεων, το περιθώριο και την καθημερινή πραγματικότητα της αστικής ζωής όπως ξεδιπλωνόταν στους δρόμους, στα αεροδρόμια, στα σούπερ μάρκετ. Αυτά τα θέματα προβάλλονται στα happenings και τις performances που ανέπτυξε στα πλαίσια της συμμετοχής του στο κίνημα Fluxus και στη σειρά de-coll/age, την οποία ανάπτυξε το 1954.
Στις 6 Σεπτέμβρη 1954, η εφημερίδα Le Figaro ανέφερε ένα τραγικό συμβάν με τίτλο: “Peu aprés son décollage… un Super Constellation tombe et s’englouit dans la riviére Shanon”, (Λίγο μετά την απογείωση… ένα Super Constellation πέφτει και βυθίζεται στον ποταμό Shannon). Αυτός ο γαλλικός όρος décollage, είχε σημαντική απήχηση στον Vostell, ο οποίος τον έβλεπε ως σύμβολο καταστροφής. Ο Vostell επικεντρώθηκε στον οπτικό αντίκτυπο των καταστροφών και στους τρόπους με τους οποίους η κάλυψη από τα μέσα ενημέρωσης χειραγωγούσε την αντίληψη του κοινού.
Ο όρος de-coll/age ήταν μια νέα προσθήκη στο καλλιτεχνικό λεξικό της εποχής. Αρχικά αναφερόμενος στην τεχνική του σχισίματος και της αποκόλλησης αφισών, ο Vostell τον επαναπροσδιόρισε με πολιτική και φιλοσοφική σημασία, χρησιμοποιώντας τον για να περιγράψει την αποσύνθεση της δυτικής ζωής μετά το 1950. Έτσι, το de-coll/age έγινε εννοιολογικό πλαίσιο και ένα φιλοσοφικό αξίωμα στην ανάπτυξη του έργου του.
Ενώ οι Γάλλοι αφισιστές του νέου Ρεαλισμού όπως οι Francois Dufrêne, Jacques Villeglé και Mimmo Rotella, εξερεύνησαν τις σχισμένες αφίσες ως αισθητική μορφή, δίνοντας έμφαση στη διαστρωμάτωση και την υφή, ο Vostell ακολούθησε διαφορετική προσέγγιση. Μετέτρεψε το décollage σε Dé-coll/age, εστιάζοντας στην καταστροφή και την αποσύνθεση των κοινωνικών δομών. Είδε γεγονότα όπως τα αεροπορικά δυστυχήματα και τα τροχαία ατυχήματα ως εκδηλώσεις του Dé-coll/age, υποστηρίζοντας ότι η αγορά ενός αεροπορικού εισιτηρίου ή ενός αυτοκινήτου, συνεπάγεται εγγενώς το ενδεχόμενο της καταστροφής. Για τον Vostell, το dé-coll/age επεκτάθηκε πέρα από την καλλιτεχνική αισθητική, για να κάνει μια βαθιά δήλωση σχετικά με τη διασταύρωση της τεχνολογίας, της κοινωνίας και τις απρόβλεπτες συνέπειες της προόδου (Κολοκοτρώνης, 2008, 114-116).
Ως εκδότης του περιθωριακού περιοδικού πρωτοποριακής τέχνης Dé-coll/age (1962-1969), ο Vostell διεύρυνε αυτή την έννοια. Το περιοδικό που εκδόθηκε σε επτά ακανόνιστα τεύχη των 500 έως 1000 αντιτύπων το καθένα, παρουσίαζε πειραματικές μορφές τέχνης από την Ευρώπη και την Αμερική σε μια σκόπιμα ακατάστατη και χαοτική μορφή. Παρουσίαζε την Action art συμπεριλαμβανομένου του Fluxus, των happenings, της performance art και αντισυμβατικές συναυλίες χωρίς μουσικά στοιχεία, που ήταν δύσκολο να ταξινομηθούν και να παρουσιαστούν στο κοινό τη δεκαετία του 1960.
Η Henar Rivière (2022) παρατήρησε ότι ο σκόπιμος χαοτικός σχεδιασμός του περιοδικού από τον Vostell ευθυγραμμιζόταν με τις προθέσεις του, καθώς επεδίωκε να μεταδώσει τη δυναμική και εξελισσόμενη φύση των καλλιτεχνικών γεγονότων παρέχοντας αφιλτράριστες και παροδικές γνώσεις για τις τελευταίες εξελίξεις στις οποίες ο ίδιος και οι ομότεχνοί του συμμετείχαν ενεργά. Το 1966, ο Vostell διατύπωσε τις διαφορετικές μορφές του dé-coll/age, με την ακόλουθη δήλωση:
να κατεδαφίσει… να θολώσει… να σβήσει… να αποαποικιοποιήσει… να αντιγράψει… να στρεβλώσει… να αποσαφηνίσει… να τυπώσει επικαλυπτόμενα… ό,τι η τηλεόραση θολώνει. (Rico & Vostell, 2000, 338)
Καθ’ όλη τη διάρκεια της καλλιτεχνικής του δράσης, ο Vostell παρέμεινε ένας αιχμηρός κριτικός των πολιτικών και κοινωνικών συνθηκών, εκθέτοντας τα στοιχεία της καθημερινής ζωής που, αντί να προωθούν την ανθρώπινη σύνδεση, συνέβαλαν στον κατακερματισμό και την αποξένωση. Πίστευε ότι η τέχνη και η ζωή ήταν αδιαχώριστες (ΖΩΗ = ΤΕΧΝΗ = ΖΩΗ), και το έργο του εξερευνούσε εμμονικά θέματα του χρόνου, της βίας, της καταστροφής, του χάους και των υπαρξιακών αντιθέσεων. Υποστήριζε ότι οποιαδήποτε ανθρώπινη πράξη, όταν καθοδηγείται από τη λογική και την αυτοπειθαρχία, μπορεί να μετατραπεί σε έργο τέχνης. Η σειρά de-coll/age, ειδικότερα, ήταν μια μελέτη των στοιχείων που διαταράσσουν την αρμονία και τον ρυθμό, δημιουργώντας κακοφωνία και αταξία. Γι’ αυτό, ο δομικός πυρήνας των de-coll/age, βρισκόταν στην αντιπαράθεση ανόμοιων αντικειμένων και καταστάσεων που αποσταθεροποιούσαν την αντίληψη και υπογράμμιζαν την ψυχολογική και συναισθηματική αποσύνδεση της δυτικής κοινωνίας.
Στη σειρά Automobile (1974-1988), η οποία περιλάμβανε περιβάλλοντα, εγκαταστάσεις και δημόσια μνημεία, ο Vostell εξερεύνησε την έννοια του χρόνου τσιμεντώνοντας τρακαρισμένα αυτοκίνητα. Το happening Στην Ulm, γύρω από την Ulm, στα περίχωρα της Ulm εξέτασε τη βία ως πανταχού παρούσα στην καθημερινή ζωή. Οι συμμετέχοντες στο συγκεκριμένο happening μεταφέρθηκαν με λεωφορείο σε 24 τοποθεσίες στην Ulm, μεταξύ των οποίων σ’ ένα νεκροταφείο αυτοκινήτων, ένα πλυντήριο αυτοκινήτων, παρακολούθησαν μια συναυλία με τρία μαχητικά αεροσκάφη και σ’ ένα σφαγείο όπου μοιράστηκαν ένα γεύμα.
Ο Vostell ήταν βαθιά επηρεασμένος από τον Ιερώνυμο Μπος, του οποίου οι ανατρεπτικές απεικονίσεις της ανθρώπινης ανοησίας πρόλαβαν τα σουρεαλιστικά παράδοξα αιώνες πριν εμφανιστεί ο Σουρεαλισμός. Φοβούμενος το κενό και την απομόνωση, ο Vostell παρήγαγε ένα εκτεταμένο έργο που συχνά περιγράφεται ως μπαρόκ και μαξιμαλιστικό. Μπαρόκ ως προς τη θεατρική έκφραση των δρώμενων και μαξιμαλιστικό στην κλίμακά του, επειδή τα περιβάλλοντα και τα μνημεία του ήταν επιβλητικά, ψυχολογικά παρεμβατικά και σκόπιμα ενοχλητικά για τον θεατή. Από το 1958 έως το 1998, πραγματοποίησε περισσότερες από 200 ατομικές εκθέσεις στην Ευρώπη, την Ασία και την Αμερική, συμμετείχε σε περισσότερες από 750 ομαδικές εκθέσεις, οργάνωσε 51 happenings (1954-1988) και έδωσε πέντε συναυλίες πριν από το Fluxus (1960-1962). Από τις συναυλίες Fluxus που πραγματοποίησε μεταξύ 1962 και 1994, τεκμηρίωση σώζεται μόνο για 30.
Στο καλλιτεχνικό του λεξιλόγιο, ο Vostell ενσωμάτωσε τις ελληνικές λέξεις ουτοπία, ενέργεια, αποκάλυψη, μανία, εικονογραφία και φαινόμενα, παράλληλα με αναφορές στον Αχιλλέα, τον Διογένη και τη Νίκη της Σαμοθράκης, αντανακλώντας τόσο την ενασχόλησή του με τον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό όσο και τη μεσογειακή του ιδιοσυγκρασία. Το 1992 πραγματοποιήθηκε μια μεγάλη αναδρομική έκθεση του έργου του (1954-1992) σε έξι μουσεία της Γερμανίας. Δύο χρόνια αργότερα, το 1994, άνοιξε το δικό του μουσείο, το Museo Vostell Malpartida στο Cáceres της Ισπανίας (Museo Vostell Malpartida) εδραιώνοντας την κληρονομιά του ως ριζοσπαστικού καινοτόμου στη σύγχρονη τέχνη.
Σήμερα, δεκαετίες μετά τη δημιουργία του, το έργο του Wolf Vostell παραμένει επίκαιρο, καθώς οι κριτικές του για τη χειραγώγηση των μέσων μαζικής ενημέρωσης, τον καταναλωτισμό, τη βία, την τεχνολογική φοβία, τις πολιτικές και στρατιωτικές συγκρούσεις και την κοινωνική αποσύνθεση εξακολουθούν να αποτυπώνουν τις σύγχρονες παγκόσμιες κρίσεις. Η έννοια του Dé-coll/age ως αποσύνθεση των δομών, ανταποκρίνεται όσο περισσότερο από ποτέ στην περιβαλλοντική κατάρρευση, την ψηφιακή παραπληροφόρηση και την πολιτική αναστάτωση, δίνοντας μια άλλη ματιά στα ρήγματα της ανθρωπότητας.
Αναφορές