Εκεί στο υπόγειο της Καραολή και Δημητρίου στο Ελληνικό, στο εργαστήρι του Στέλιου Γαβαλά, πάντα σε περιμένουν εκπλήξεις! Ποτέ δεν ξέρεις τι θα δεις και σε ποια κατάσταση θα το επισκεφτείς. Είναι αλήθεια ότι το εργαστήρι ενός γλύπτη είναι πολύ διαφορετικό από αυτό ενός ζωγράφου. Ωστόσο, κάθε εργαστήρι εξακολουθεί να είναι ένας μικρόκοσμος από μόνο του, που αντανακλά τη μέθοδο δημιουργίας του έργου του καλλιτέχνη.
Κι αν το εργαστήρι ενός ζωγράφου είναι γεμάτο από καμβάδες, χρώματα και πινέλα το εργαστήρι του Στέλιου Γαβαλά (https://steliosgavalas.com/) είναι γεμάτο δεκάδες εργαλεία κάθε τύπου τόσο πολύ που νομίζεις ότι έχεις μπει σε κατάστημα εργαλείων. Ντέξιον με χρώματα και κόλλες σαν να επισκέπτεσαι ένα χρωματοπωλείο, δεκάδες μικροαντικείμενα που όσο κι αν προσπαθήσεις δύσκολα μπορείς να φανταστείς πώς θα τα χρησιμοποιήσει, μικρές μεγάλες μπουκάλες οξυγόνου, ράφια με προπλάσματα, ράφια με παλιότερα έργα, στο δάπεδο μεταλλικοί σκελετοί σε σχήμα βαλίτσας που περιμένουν τη σειρά τους για να συναρμολογηθούν σε νέα έργα κι έξω στις σκάλες του εργαστηρίου, μια μικρή βάρκα σχεδόν ολοκληρωμένη που αναμένει υπομονετικά τις μεταμορφωτικές επεμβάσεις του. Η τάξη ή, η ακαταστασία είναι μια πρόκληση. Αλλά μέσα σ’ αυτό το φαινομενικό χάος, αναδύεται μια ζεστή αίσθηση αρμονίας. Και το να βλέπεις τα έργα σε εξέλιξη είναι μια περιπέτεια όπου το τελικό αποτέλεσμα παραμένει άπιαστο, ξεπερνώντας ακόμη και τις πιο ακριβείς περιγραφές του καλλιτέχνη.
Από το 2020 και μετά, ο Στέλιος Γαβαλάς έχει ξανοιχτεί σε μια διαφορετική εξερεύνηση από τις σειρές με τις ουτοπικές σκαλωσιές των νεοκλασικών σπιτιών της Αθήνας του ’30 που συναντούσαν τα σύννεφα, τις αιωρούμενες βάρκες και τις αιωρούμενες πολιτείες. Χωρίς να εγκαταλείψει τη ρομαντική ουτοπία της αιώρησης στράφηκε στην οπτικοποίηση της μνημονικής ποίησης. Η στροφή αυτή είναι ιδιαίτερα εμφανής σε πέντε έργα-ορόσημα της τελευταίας τετραετίας, εγκαινιάζοντας μια περίοδο ποιητικού οίστρου: στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας (2020 Νομισματικό Μουσείο), τον Κρυφό ήχο πένθιμης καμπάνας… Ελευθερία ή Θάνατος (2021 Νομισματικό Μουσείο), την Deepfake Μύρτις (2021), το μαρμάρινο Ερωτικό του Ρίπεσι (2022) και το εμβληματικό δημόσιο έργο με τίτλο Τα Μουσικά Φουγάρα στον παραλιακό πεζόδρομο Αλίμου (2023) που έγινε αμέσως τοπόσημο της περιοχής μετατρέποντας μια εμπειρία πεζοπορίας σε μουσική διαδρομή. Αν και συνυπήρχαν στο πεδίο της έρευνάς του, ωστόσο στη νέα σειρά έργων, η μνήμη και η ποίηση έχουν μεγαλύτερο σημασιολογικό βάρος από την αμφίσημη ελαφρότητα της αιώρησης. Και ενώ στα ουτοπικά γλυπτά εντυπωσίαζε το θέαμα της ιπτάμενης βάρκας και των υπερυψωμένων καστροπολιτειών, στα νέα έργα ο Γαβαλάς σκάβει βαθύτερα την ανθρώπινη εμπειρία εξερευνώντας την ιστορία, την ταυτότητα, τη μνήμη και τη συνείδηση μέσω της ποίησης και των ήχων. (https://www.periou.gr/giannis-kolokotronis-stelios-gavalas-enas-simeiologos-tis-sygchronis-glyptikis/)
Η νέα σειρά κατασκευών, είναι γυαλισμένα μεταλλικά μουσικά φουγάρα με κλειδιά και χορδές που εκπέμπουν μια παράξενα αρμονική πανδαισία ήχων ενσωματωμένη σε ειδική για το έργο του Γαβαλά μουσική σύνθεση γραμμένη από τον Έλληνο-Αυστραλό μουσικοσυνθέτη των Ολυμπιακών Αγώνων του Σύδνεϋ George Ellis. Έτοιμος περιμένει ένας λευκός σωληνωτός πύργος με ελικοειδή σκάλα που καταλήγει σε μια ντουζίνα μουσικές κόρνες. Ακόμη, δύο μεταλλικές ταξιδιωτικές βαλίτσες-οθόνες με ταραχώδεις θάλασσες και ένα μπαούλο ταξιδιωτικής μνήμης, μια βάρκα με θάλασσα και μια εντυπωσιακή δίμετρη αναπαραγωγή του περίφημου πυροσβεστικού ερυθρόλευκου υδατόπυργου των 36μέτρων, εμβληματικό κτίσμα του 1953, στο Ελληνικό. Όλα, ανακαλούν το ποιητικό ταξίδι και τη μνήμη, ενσωματώνοντας την τεχνολογία και την κοινή εμπειρία της ανθρωπότητας, που συμβολίζεται από την πανταχού παρούσα θάλασσα, το νερό και τον ήχο.
Τι επιδιώκει ο Στέλιος Γαβαλάς με το καινούργιο project αν δεν είναι μια συνδυαστική προσπάθεια να υφάνει έναν ιστό εμπειριών που ξεπερνούν τα όρια του χρόνου και της τεχνολογίας και να παρασύρει το θεατή σ’ ένα ταξίδι ακουστικής αίσθησης, μνήμης και συναισθήματος που συνδέει τους ανθρώπους; Πέντε γυαλισμένα φουγάρα πλοίων χάνουν της λειτουργική τους ιδιότητα και γίνονται αγωγοί για μια συμφωνία ήχων. Εξοπλισμένα και αυτά όπως τα Μουσικά Φουγάρα του Αλίμου, με ενσωματωμένα ηχεία μέσα στους κυλινδρικούς κορμούς τους, με χορδές και μουσικά κλειδιά εξωτερικά, να αντηχούν τους ήχους της θάλασσας και του ανέμου, δυναμώνοντας την ακουστική εμπειρία του χώρου, μεταμορφώνουν το ρεαλιστικό τους πλαίσιο και αλλοιώνουν τη μνήμη που θα αντικατασταθεί από την σύγχρονη ακουστική αισθητική.
Ο λευκός σωληνωτός πύργος που καταλήγει στις δώδεκα κόρνες γίνεται μια μεταφορική πρόκληση για τον θεατή, ο οποίος καλείται να ανέβει νοερά τις σκάλες για να εξερευνήσει την αρχιτεκτονική που συγχωνεύεται με την ακουστική αίσθηση. Στην πραγματικότητα μια τέτοια ανάβαση από τα σκαλιά προς την κορυφή θα ήταν τόσο κοπιώδης σωματικά όσο είναι μια διαδικασία ανασύνθεσης και επανεξέτασης των αναμνήσεων. Έτσι, η διαδικασία είναι εξαρχής καταδικασμένη στην αποτυχία, οδηγώντας στη λήθη και στην απαλλαγή από το βάρος της μνήμης. Ένα πανδαιμόνιο πολεμικών ήχων από τις μεταλλικές κόρνες στην κορυφή του πύργου αναδεικνύει τη χαοτική φύση της μνήμης και ενδεχομένως τη ματαιότητα της προσπάθειας. Ο ολόλευκος σωληνωτός πύργος είναι η μεταφορική εκδοχή για ένα σύγχρονο Μνήμα Μνήμης.
Η μετατροπή της βαλίτσας σε παράθυρο-οθόνη που επιτρέπει μέσω της ψηφιακής τεχνολογίας ματιές στην ωμή δύναμη και την ομορφιά της φύσης, προσδίδει σ’ αυτά τα εννοιολογικά έργα ποιητικό και αλληγορικό βάθος. Η βαλίτσα και το μπαούλο συνδέονται με το ταξίδι, τη μετάβαση από τόπο σε τόπο. Το ανθρώπινο βλέμμα μέσα από τα μεταμορφωμένα παράθυρα συναντιέται με το απρόβλεπτο και το δυναμισμό του ταξιδιού, την εξερεύνηση του αγνώστου. Οι ποιητικές εικόνες του Μίλτου Σαχτούρη «Κύματα Κυριακής τα μάτια μου / κύματα μοναξιάς τα χέρια μου…» αντηχούν στις μεταμορφωμένες βαλίτσες – παράθυρο – οθόνη του Στέλιου Γαβαλά σαν μια ελεύθερη ανταλλαγή ποίησης και εικόνας, έναν ελεύθερο οπτικό ποιητικό διάλογο στα συναισθήματα.
Στο κέντρο όλων αυτών, ο εμβληματικός υδατόπυργος του Ελληνικού ένα διαχρονικό σύμβολο ανθεκτικότητας και αντοχής της κοινότητας γίνεται ελάχιστος φόρος τιμής του Γαβαλά στις παιδικές του μνήμες από την αισθητική κληρονομιά της περιοχής του. Κι αν ο 36μετρος υδατόπυργος του Ελληνικού είναι ορατός σε χιλιάδες οδηγούς, επιβάτες και πεζούς καθημερινά που κυκλοφορούν επί της λεωφόρου Βουλιαγμένης, ο δίμετρος υδατόπυργος του Γαβαλά είναι ένας σταθμός στην πρόσφατη μνήμη, μια ρεαλιστική καταγραφή της σύγχρονης μνήμης σ’ ένα δυναμικό σημειολογικό περιβάλλον της πόλης.
Η καλλιτεχνική πορεία του Στέλιου Γαβαλά είναι βαθιά ριζωμένη στην παρατήρηση και την μεταποιητική επεξεργασία της πραγματικότητας. Η φαντασιακή του διαδρομή σε συνδυασμό με τη επαγγελματική του εμπειρία, ως διευθυντής παραγωγής ακριβών αντιγράφων και διευθυντής της εθνικής γλυπτοθήκης του ΟΔΑΠ του Υπουργείου Πολιτισμού, του δίνει έμπνευση, αρμονία, μέτρο και ισορροπία στο προσωπικό του έργo. Παρατηρώντας σχολαστικά και αναπαράγοντας αντικείμενα από την πραγματικότητα, πόσο μάλλον όταν κάνει πιστά αντίγραφα της αρχαιότητας, ο Γαβαλάς καλεί τους θεατές να ασχοληθούν με οικεία θέματα με νέους και απροσδόκητους τρόπους. Οι λεπτές παρεμβάσεις του διαταράσσουν τις αρχικές ιδιότητες αυτών των αντικειμένων, μετατρέποντάς τα σε εννοιολογικά έργα με ποιητικό περιεχόμενο και ονειρικές προεκτάσεις. Γιατί μπορεί το έργο του να είναι θεμελιωμένο στην προσεκτική παρατήρηση της πραγματικότητας, είναι όμως η ποίηση που δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να στοχαστεί και να εκδηλώσει συναισθήματα που η πραγματικότητα τα καταπιέζει ή τα εξαλείφει.
Ο συμβολισμός, η μεταφορά, η αλληγορία συμπληρώνουν τα εργαλεία στο εργαστήρι του για να κάνει μια τέχνη πολύπλοκης δεξιοτεχνίας και πολύμορφης εμπειρίας, απλή και ταυτόχρονα ανάλαφρα μνημειακή. Κάθε έργο του κι ένα ισχυρό αντίδοτο σύγχρονης οπτικής μνημονικής ποίησης. Κι η θάλασσα, ως κεντρικό σημείο αναφοράς γίνεται κάτι περισσότερο από μια απλή φυσική οντότητα: γίνεται μια αποθήκη κοινών εμπειριών, συναισθημάτων και προβληματισμών σχετικά με την ομορφιά και την ευθραυστότητα του φυσικού μας κόσμου. Και αυτό είναι μια πολιτική και κοινωνική δήλωση για το ανθρώπινο ταξίδι μέσα από το πρίσμα της ελπίδας και της αισιοδοξίας για έναν καλύτερο κόσμο. Σε ανοιχτό διάλογο με μοριακούς βιολόγους, νευροεπιστήμονες και ψυχολόγους το έργο του Στέλιου Γαβαλά εμπλουτίζει την κατανόηση της λειτουργίας του νου, της μνήμης και του συναισθήματος. Γι’ αυτό και κάθε έργο του είναι και μια άλλη ματιά στη συνείδηση και την ανθρώπινη ταυτότητα. Οραματικά και σύγχρονα, ποιητικά και πρωτότυπα, δικαίως καθιστούν τον Στέλιο Γαβαλά τον πιο εμβληματικό καλλιτέχνη της γενιάς του.
Γιάννης Κολοκοτρώνης
Καθηγητής Ιστορίας και Θεωρίας της Δυτικής Τέχνης ΔΠΘ/Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών