Η σχέση μεταξύ τέχνης και εξουσίας είναι σήμερα πιο πολύπλοκη από ποτέ, καθώς διαμορφώνεται από τη διαρκή αλληλεπίδραση πολιτικών, οικονομικών και πολιτιστικών δυνάμεων. Η σύγχρονη τέχνη αμφισβητεί τις παραδοσιακές έννοιες της αξίας, της εξουσίας και της μονιμότητας, αλλά συχνά γίνεται συνένοχη στα συστήματα που επικρίνει.
Αν στην αρχαιότητα, οι επισκέπτες θαύμαζαν την Ακρόπολη του Περικλή στην Αθήνα ή το Κολοσσαίο των Φλαβίων (Amphitheatrum Flavium) στη Ρώμη, ο σύγχρονος κόσμος της τέχνης μπορεί να γελάσει με το διαβόητο Comedian (2019) του Maurizio Cattelan, μια μπανάνα κολλημένη με ασημί μονωτική ταινία σε έναν τοίχο. Πουλήθηκε 6.2 εκατομμύρια (με φόρους) από τους Sotheby’s (Νέα Υόρκη 2024) στον Κινέζο επιχειρηματία κρυπτονομισμάτων Justin Sun, για να καταλήξει στο στομάχι του! Παρομοίως, ο κόσμος της τέχνης δεν μπορεί να μείνει αδιάφορος για το Everydays: the First 5000 Days, ένα κολάζ από 5000 ψηφιακές εικόνες, του Mike Winkelmann γνωστού ως Beeple που πουλήθηκε για 69,3 εκατομμύρια NFT στους Christie’s το 2021 ή, δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί τί συμβαίνει όταν το 2018, το Girl with Balloon του Banksy αυτοκαταστράφηκε μέσω ενός κρυμμένου καταστροφέα εγγράφων αμέσως μετά τη δημοπράτησή του για £18,582,000.
Αυτές οι πράξεις προκαλούν ερωτήματα σχετικά με την εμπορευματοποίηση της τέχνης και την εμπλοκή της με το θέαμα και τη δυναμική της αγοράς, ακόμη και όταν γελοιοποιούν τα συστήματα που καθορίζουν την αξία.
Η μπανάνα του Cattelan έχει γίνει σύμβολο του παραλογισμού και της παροδικότητας στη σύγχρονη τέχνη. Ο Justin Sun, πριν φάει την μπανάνα, την αποκάλεσε «εικονική» και παρομοίασε την εννοιολογική τέχνη με τις αρχές του κρυπτονομίσματος, υποστηρίζοντας ότι η κατανάλωσή της ήταν μέρος της ιστορίας του έργου (Hawkins, 2024). Ομοίως, ο Κορεάτης φοιτητής Noh Huyn-so κατανάλωσε κρυφά την μπανάνα στο Leeum Museum of Art της Σεούλ, αντικαθιστώντας την με τη φλούδα της (Wang, 2023). Αν και οι ενέργειές τους συγκέντρωσαν την παγκόσμια προσοχή, απλώς επέκτειναν την εξελισσόμενη αφήγηση του έργου του Cattelan, διότι, η αξία της μπανάνας δεν έγκειται στη φυσική της υπόσταση, αλλά στην παροδική της φύση και στην ικανότητά της να προκαλεί συζητήσεις.
Αυτό, θυμίζει το έργο Tavola a Spirale (1982) του Mario Merz, όπου τα φρούτα και τα λαχανικά συμβόλιζαν κύκλους ζωής και φθοράς, προκαλώντας τους θεατές να επανεξετάσουν το ρόλο τους ως «λειτουργικά» αντικείμενα ή ως «ανέγγιχτη» τέχνη (Christov-Bakargiev, 2010). Παρομοίως, η μπανάνα του Cattelan συγχέει τα όρια μεταξύ τέχνης, μέσου και φαγητού. Τρώγοντάς την, οι Sun και Noh τόνισαν την παροδικότητά της, μετατρέποντάς την σε ένα ζωντανό σχόλιο για την εμπορευματοποίηση της τέχνης. Κατά ειρωνικό τρόπο, οι ενέργειές τους ενίσχυσαν την κληρονομιά ενός ήδη διακεκριμένου καλλιτέχνη αντί να αμφισβητήσουν τις καθιερωμένες ιεραρχίες. Η μπανάνα -είτε καταναλώνεται από έναν συλλέκτη είτε από έναν φοιτητή- χρησιμεύει τελικά ως μέσο, όχι μόνο για τις φυσικές της ιδιότητες αλλά και ως κριτική του σύγχρονου παραλογισμού.
NFTs και ο μετασχηματισμός της τέχνης: Ενώ η μπανάνα του Cattelan αναδεικνύει τον παραλογισμό της εμπορευματοποίησης, το Everydays: The First 5000 Days του Beeple είναι ένα παράδειγμα του μετασχηματιστικού αντίκτυπου της ψηφιακής τεχνολογίας στην ιδιοκτησία και την αξία της τέχνης. Το έργο, αγοράστηκε από τον Vignesh Sundaresan (γνωστός και ως Metakovan) έναντι 69,3 εκατομμυρίων δολαρίων (42.329 Ether) σε δημοπρασία του οίκου Christie’s το 2021, και σηματοδότησε την τομή στην υιοθέτηση της τεχνολογίας blockchain από τον κόσμο της τέχνης (Christie’s, 2021).
Τα NFTs (non-fungible tokens) λειτουργούν ως ψηφιακά πιστοποιητικά ιδιοκτησίας που εξασφαλίζονται από blockchain, επιτρέποντας στους καλλιτέχνες να παρακάμψουν τους παραδοσιακούς μεσάζοντες, όπως οι γκαλερί και να συνδεθούν απευθείας με το παγκόσμιο κοινό μέσω πλατφορμών όπως το OpenSea, το Foundation και το Nifty Gateway. Αυτή η αποκέντρωση εκδημοκρατίζει την πρόσβαση στις αγορές τέχνης, προσφέροντας ευκαιρίες σε αναδυόμενους καλλιτέχνες που διαφορετικά θα αγωνίζονταν για την προβολή τους. Πλατφόρμες όπως το Hic et Nunc και το Objkt.com δίνουν προτεραιότητα σε φιλικές προς το περιβάλλον λύσεις blockchain και επιμέλεια με γνώμονα την κοινότητα, καταδεικνύοντας τον τρόπο με τον οποίο τα NFTs μπορούν να προωθήσουν τη συνεργασία και τη συμμετοχικότητα στον κόσμο της τέχνης. Ωστόσο, ο κερδοσκοπικός χαρακτήρας των NFTs εγείρει ανησυχίες σχετικά με το κατά πόσον χρησιμεύουν ως δημιουργικά εργαλεία ή ως απλά χρηματοπιστωτικά μέσα (McAndrew, 2022).
Οι επικριτές, συμπεριλαμβανομένων των Memo Akten (2021) και Joanie Lemercier (2024) έχουν επισημάνει το οικολογικό τίμημα των δικτύων blockchain όπως το Ethereum, τα οποία αρχικά βασίστηκαν σε ενεργοβόρους μηχανισμούς proof-of-work. Εξελίξεις όπως η μετάβαση του Ethereum (2022) σε ένα μοντέλο proof-of-stake -μειώνοντας την κατανάλωση ενέργειας κατά πάνω από 99%- και η άνοδος των φιλικών προς το περιβάλλον αγορών υποδηλώνουν ότι τα ΝΧΤ μπορούν να εξελιχθούν σε πιο βιώσιμα μέσα. Ενώ οι εξελίξεις αυτές εξισορροπούν τον εκδημοκρατισμό με τις περιβαλλοντικές ανησυχίες, η συνεχής καινοτομία και η λογοδοσία παραμένουν ζωτικής σημασίας.
Ο τεμαχισμός του Banksy: Το έργο Girl with a Balloon του Banksy αναδεικνύει τη διφορούμενη σχέση μεταξύ κριτικής και συνενοχής στην εμπορευματοποίηση της τέχνης. Στις 5 Οκτώβρη 2018, το έργο, ως γνωστόν, αυτοκαταστράφηκε μέσω ενός κρυμμένου μηχανικού κόφτη, λίγα λεπτά μετά την πώλησή του στον οίκο Sotheby’s έναντι 1.042.000 λιρών (1,4 εκατ. δολαρίων). Το μισοκατεστραμμένο έργο, μετονομάστηκε σε Love Is in the Bin και μεταπωλήθηκε το 2021 για 18.582.000 λίρες, αποδεικνύοντας ότι ακόμη και η καταστροφή μπορεί να αυξήσει την αξία ενός έργου τέχνης (ΒΒC, 2021).
Το τέχνασμα του Banksy, κινείται στην παράδοση της Αυτό-Καταστροφικής Τέχνης / Auto-Destructive Art (ADA), που εισήγαγε ο Gustav Metzger (1926-2017), τη δεκαετία του 1960, ως ριζοσπαστική απάντηση στην εμπορευματοποίηση, την κοινωνική παρακμή και την περιβαλλοντική κρίση. Το έργο Acid Action Painting (1961), ήταν ψεκασμός υδροχλωρικού οξέος πάνω σε φύλλα νάιλον, τα οποία διαλύονταν μπροστά στα μάτια του κοινού, ώστε να τονιστεί η παροδική φύση της τέχνης και της ίδιας της ζωής, απορρίπτοντας την τάση της αγοράς να μετατρέπει την τέχνη σε εμπόρευμα (Stiles, 1996). Παρόμοια και το Homage à New York του Jean Tinguely, μια σύνθετη κινητική κατασκευή από δεκάδες readymade που αυτοκαταστράφηκε στο ΜοΜΑ (17/3/1962) συμβόλιζε τον εφήμερο χαρακτήρα της τέχνης https://www.moma.org/collection/works/81174). Σε αντίθεση με τα έργα του Metzger και του Tinguely, τα οποία διαλύθηκαν πλήρως, το μερικώς τεμαχισμένο έργο του Banksy απέκτησε νέα νομισματική και ιστορική σημασία, ενισχύοντας την ίδια τη δυναμική της αγοράς την οποία επεδίωκε να επικρίνει.
Ενδεχομένως, ο Metzger θα μπορούσε να ερμηνεύσει την χειρονομία του Banksy ως ένα έξυπνο αλλά συνενοχικό σχόλιο για την ικανότητα του καπιταλισμού να απορροφά την αντίθεση. Σε αντιδιαστολή με τα εφήμερα έργα του Metzger, τα οποία δεν άφησαν κανένα ίχνος, η ημιτελής καταστροφή του Banksy μετέτρεψε το Κορίτσι με το μπαλόνι σε θέαμα που ευδοκιμεί μέσα στο ίδιο το σύστημα στο οποίο αντιτίθεται. Αυτή η μετατόπιση αναδεικνύει μια απόκλιση στο ήθος της ADA: εκεί που ο Metzger επιδίωκε την ολική διαγραφή, ο Banksy αγκαλιάζει το θέαμα, δημιουργώντας ένα έργο που ασκεί κριτική ενώ ευδοκιμεί μέσα στο σύστημα. Έτσι, το Girl with a Balloon γίνεται κάτι περισσότερο από την εικόνα ενός κοριτσιού που απλώνει το χέρι του σε ένα μπαλόνι σε σχήμα καρδιάς: μεταμορφώνεται σε σύμβολο της εμπλοκής της τέχνης με τον πλούτο και τη διαφημιστική εκστρατεία. Το ερώτημα παραμένει: θα είχε αποκτήσει τόση φήμη το έργο αν δεν είχε κομματιαστεί;
Το θέαμα της πρόκλησης: Το Comedian του Cattelan, το Everydays του Beeple και το τεμαχισμένο Κορίτσι με Μπαλόνι του Banksy προκαλούν το κοινό να αντιμετωπίσει τη συνενοχή του στην εμπορευματοποίηση της δημιουργικότητας. Ωστόσο, αυτές οι προβοκάτσιες αφήνουν άλυτα ερωτήματα όπως: Μπορεί η τέχνη να ασκήσει αποτελεσματική κριτική στα συστήματα πλούτου και εμπορευματοποίησης χωρίς να υποταχθεί σε αυτά; Ή μήπως το ίδιο το θέαμα αποτελεί πλέον αναπόσπαστο συστατικό της σύγχρονης καλλιτεχνικής εμπειρίας; Καθώς οι ψηφιακές τεχνολογίες και οι δυνάμεις της αγοράς αναδιαμορφώνουν το πολιτιστικό τοπίο, το μέλλον της τέχνης μπορεί να εξαρτάται από την ικανότητά της να εξισορροπεί την κριτική με τη βιωσιμότητα, το θέαμα με την ουσία.
Γιάννης Κολοκοτρώνης
Καθηγητής Ιστορίας και Θεωρίας της Τέχνης, ΤΑΜ/ΔΠθ
Βιβλιογραφία