Η απόφαση ήταν αμετάκλητη. Βοήθησαν σ’ αυτήν και τ’ άλματα της τεχνητής νοημοσύνης. Όλα τα λογοτεχνήματα τουλάχιστον απ’ το μιλένιουμ και δώθε θα εξετάζονταν από λογισμικά ανίχνευσης λογοκλοπής. Ομοιότητα πάνω από 10% δεν επιτρεπόταν. Θεσπιζόταν το αδίκημα της κρυπτομνησίας (το είπανε έτσι για λόγους πολιτικής ορθότητας). Ισχύς αναδρομική. Ποινή: απαγόρευση δημοσίευσης ή/και έκδοσης κειμένων από τον δράστη για χρόνο ανάλογο με το μέγεθος του δανεισμού.
Κάποιοι μεταμοντέρνοι λογοτέχνες αντέδρασαν σπασμωδικά. Ανάμεσα στις ενέργειές τους, και μια διαδήλωση με πανό γεμάτα τσιτάτα του Μπόρχες. Σε λίγο η οργή ξεψύχησε.
Αμέσως το διαδίκτυο ανακουφίστηκε από το βάρος λογοτεχνών και λογοτεχνιζόντων. Οι εκδότες –συνετοί όπως πάντοτε– εξέδιδαν πλέον αριστουργήματα της κλασικής λογοτεχνίας. Και όλοι οι ερανιστές είχανε το νου τους. Και προσπάθησαν να ξεχάσουν ό,τι είχαν διαβάσει, είχαν αγαπήσει και τους είχε σημαδέψει.
Ένα χρόνο αργότερα κάποιος έγραψε στα μέσα δικτύωσης ένα ευφυολόγημα περί κρυπταμνησίας. Κυκλοφόρησε καμιά βδομάδα από τοίχο σε τοίχο, και μετά ξεχάστηκε.
Γιάννης Κονδυλόπουλος