You are currently viewing Γιάννης Σ. Παπαδάτος: Κώστας  Ι. Πατούρης, Η τριανταφυλλιά που φώτιζε τον ήλιο. Ζωγραφιές: Φωτεινή Στεφανίδη, 2024, σελ. 64

Γιάννης Σ. Παπαδάτος: Κώστας  Ι. Πατούρης, Η τριανταφυλλιά που φώτιζε τον ήλιο. Ζωγραφιές: Φωτεινή Στεφανίδη, 2024, σελ. 64

Η ΠΟΙΗΣΗ ΣΕ ΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ  ΕΙΚΟΝΕΣ

 

Μια καλαίσθητη αυτοέκδοση, αποτελεί το συγκεκριμένο βιβλίο για παιδιά, από εκείνες που δεν τις προσπερνάς, αφού και η ιστορία της αναβλύζει δύναμη και ποιητικότητα και η εικονογράφησή της είναι από δόκιμο χρωστήρα.

Μερικά πρόσωπα και κάποιες στιγμές της ιστορίας: μια τριανταφυλλιά που ρίζωσε, ο ήλιος που έγινε κομοδίνο ύπνου για να φανούν τ’ αστέρια, η εκμυστήρευσή του στη σελήνη για τον κρυφό έρωτά του προς την τριανταφυλλιά, τα μυρμήγκια που την πότιζαν,  ο άνεμος ζωηρός σαν παιδάκι που φάνταζε γίγαντας και φυσούσε σαν δράκος, τα μυρμήγκια που βοήθησαν την τριανταφυλλιά κι εκείνη με τη σειρά της τον ήλιο, η ανάληψη της τριανταφυλλιάς η γνωριμία της με τους πλανήτες…

Και μια εικόνα  με πρωτεϊκή δύναμη: χιλιάδες αστέρια από διάφορους γαλαξίες σχημάτισαν ένα ουράνιο σχήμα, που περιστρεφόταν γύρω από την τριανταφυλλιά, πάνω στα φύλλα της οποίας σχηματίζονταν γράμματα, από όπου χιλιάδες περιστέρια διάλεξαν εκείνα που σήμαιναν το όνομα της τριανταφυλλιάς, δηλαδή, ΑΓΑΠΗ!

Σε όλη την ιστορία εκτυλίσσονται ονειρικές, υπερρεαλιστικού ύφους εικόνες. Το κείμενο είναι ποιητικό –και με ενίοτε έμμετρες ποιητικές αποστροφές–, κομίζοντας κατά την αναγνωστική διαδικασία ένα απελευθερωτικό αφηγηματικό σύμπαν γεμάτο φως και πολύχρωμες πινελιές. Και μόνον μερικοί από τους τίτλους  των μικρών κεφαλαίων πιστοποιούν τα προαναφερόμενα: «Η γη καρδιοφλογίστηκε, Αηδονολάλαε ψυχή μου, Φως μέσα στο φως, Το βιολί που ψάχνει το δοξάρι, Υψηλοτέρα ουρανών ακτίνων λαμπροτέρα!» Όσο για τις αξίες που αναδύονται αβίαστα μέσα από λυρικές περιγραφές είναι η συνεργασία, η φιλία, η πίστη στο αδύνατο, η ελπίδα, η ταπεινοφροσύνη, η αλληλοβοήθεια και στην κορυφή η αγάπη στην υπέρτατη φωτεινή της αίσθηση. Δεν λείπει και το λεπτό, το υπαινικτικό χιούμορ.

Οι δυνατότητες του συγγραφέα στην περιγραφική αποτύπωση συναισθημάτων αλλά και στη γλώσσα είναι αξιοπρόσεχτες. Χρησιμοποιεί τη δημοτική γλώσσα σε μια απέριττη και συνάμα λυρική ατμόσφαιρα μη διστάζοντας να την εμποτίζει με λέξεις καθημερινές, αλλά και με άλλες που δεν χρησιμοποιούνται συχνά και μάλιστα από διάφορες περιόδους της ιστορίας της ελληνικής γλώσσας (λαϊκή, λόγια, εκκλησιαστική). Αρκετές φορές συναντιέται η ρίμα στον πεζό λόγο. Προσφέρονται  σκηνές μιας ιστορίας με κοσμογονικά στοιχεία αναγέννησης των όντων και με διακείμενα από την ποιητική μας παράδοση, δημοτική και σύγχρονη, που μεταλλάσσονται  σε γενέθλιες εικόνες (π.χ. ζωή γεμάτη θαύματα, ωραία που φύσηξε ο Μπάτης, η Τζοκόντα που γέλασε το αίνιγμα…).

Η ζωγραφική της Φωτεινής Στεφανίδη, στις σελίδες του μεγάλου σχήματος   βιβλίου, ταυτίζεται με την αφήγηση, εικονογραφώντας τες με τέτοιο τρόπο που κανένα κενό τους δεν μένει αζωγράφιστο. Φύλλα, λουλούδια, πουλιά, φτερωτοί άνεμοι, ονειρικές γάτες βρίσκονται σε μια αέναη κίνηση ανάμεσα στις υπέροχες φιγούρες της προσωποποιημένης τριανταφυλλιάς με τον ήλιο στα μαλλιά της, την γενέθλια εικόνα της εγκύου γης, τα ψάρια, τα σταφύλια και άλλα όντα γήινα και θαλάσσια που αιωρούνται σε μια πρωτότυπη υπερρεαλιστική εικόνα.

Πρόκειται για ένα βιβλίο αληθινά λογοτεχνικό για παιδιά -ανάμεσα σε δεκάδες που υποκρύπτουν κάποιον άμεσο ή και έμμεσο διδακτισμό-, το οποίο διαβάζεται ευχάριστα και από τους ενήλικες που είναι σίγουρο πως θα ταξιδέψουν σε απάτητα μονοπάτια χαράς, ύψιστης δύναμης και ποιητικής έμπνευσης. Η ιστορία του βιβλίου θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από παιδιά σε ένα πλαίσιο συνανάγνωσης –με τους ενήλικες– κι επίσης δημιουργικής γραφής για κείμενα λυρικής και ποιητικής έκφρασης.

Αποσπάσματα:

«…Πήρε βελόνα που κεντά! Αρώματα από σκίνο: Χρώματα πράσινο και λευκό, από δάφνη κι από κρίνο! Ψιθύρισε στον χήνο: “Θα πλέξω στεφάνι δάφνινο, άπλωσε τα φτερά σου…”(σ. 16) […] Η αγάπη γεννά πράξεις. Έγειρε το κορμί της προς τα πίσω μία φορά. Έγινε τόξο να ρίξει βέλος: Τράβηξε –εισπνοή οξυγόνου- και τέντωσε τις αχτίνες της. Δεν ήθελε να τις πονέσει, Εκείνες έσταξαν φως! Σαν σταγόνες μιας βροχής που θέλει να είναι ανοιξιάτικη, αλλά… […]. Τον έβλεπε χλωμό, μια άμαξα σε ανηφόρα που οι ρόδες της τρίζουν… “Βάλε τα βυζαντινά, τα ρούχα τα αυτοκρατορικά, τα διάφανα, ήλιε μου, που τα φοράς και λάμπουν, φίλε μου, τα αλλάζεις και άστρα γίνονται!” (σσ. 53, 54) […[ Ή μαζί ή κανείς! Κι όπως τραβούσε, έφερε τον ήλιο στη γη… Της αγάπης θαύμα!…κι εκείνη αναλήφθηκε στον ουρανό! (σ. 55) […]

 

 

Ο Γιάννης Σ. Παπαδάτος είναι συγγραφέας, κριτικός, τ. πανεπιστημιακός

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.