Η πρόσφατη ποιητική συλλογή της Παυλίνας Παμπούδη αποτελείται από 66 ποιήματα. Το εντυπωσιακό, αλλά πέρα για πέρα ουσιαστικό, είναι πώς τα 61 από αυτά έχουν ως τίτλο κάποιο ρήμα. Άρα είναι μια συλλογή που η ενέργειά της είναι δεδομένη. Πρόκειται για ρήματα που σημαίνουν πρωτογενείς αισθήσεις οι οποίες σε πρώτο πρόσωπο (π.χ. Ορθώνομαι, Αντιλαμβάνομαι, Παρατηρώ, Απολογούμαι ή σε τρίτο (π.χ. Πορεύονται, Εργάζεται, Ονειρεύεται, Υπάρχει, Εισβάλλει κ.ά.), ολοκληρώνουν μια ποίηση που αναμοχλεύει τις ανθρώπινες πράξεις θέτοντάς τες στοχαστικά σε γενέθλια και συνάμα απολογητική διάθεση όπου το ενδότερα προσωπικό ως καταστάλαγμα, ανάμεσα στον ορθολογισμό και στην κατίσχυση της γνώσης, στην αγωνία για το πού πάει ο κόσμος, στη ματαιοδοξία και στη συμπαντική απεραντοσύνη, δεικνύει καθολικές αξίες. Είναι ο δικός της «εύφορος βυθός» όπως είχε πει σε ένα παλιότερο ποίημά της στη συλλογή «Τα μωρά των αγγέλων άσπρα και τυφλά» (1974).
Η ιδεολογική, θα την έλεγα, γραμμή, που σαν χειροπιαστός και έντονα κριτικός άνεμος διαπερνάει τα ποιήματα είναι η παιδική ηλικία. Εκείνη που με το γενέθλιο πάθος της, τώρα πια με τη μειλίχια δυναμική της, στέκεται απέναντι στην ανθρώπινη περιπέτεια. Κι ίσως να είναι το βότσαλο που πατάει, αλλά και χάνεται, κρατώντας εσαεί τη ζωντάνια του, στην άμμο της αιωνιότητας. Η συλλογή αποτελείται από τρία μέρη: «Τι έλεγε ο άνθρωπος μέσα στο ποίημα», «Τι έλεγε το παιδί μέσα στον άνθρωπο», «Τι έλεγε ο άνεμος».
Τα βότσαλα και η άμμος, λοιπόν, γιατί «Στο βάθος πάντα η θάλασσα, η πλατυτέρα» (σελ. 20).
Ο Bachelard λέει πως το νερό είναι η μόνη ποιητική αλήθεια!
Μια συλλογή που τα μικρά της ποιήματα, σαν αρχέγονα βότσαλα, διοχετεύουν στον αναγνώστη ενέργεια, αναστοχασμό ζωής και βαθιά ποιητική διάθεση.
ΑΣ ΜΟΥΝΤΖΟΥΡΩΣΩ
Στο μεταξύ ας μουντζουρώσω κι άλλο, είπα
Να, μονοκονδυλιά η αποτύπωση:
Σπιτάκι παιδικό, λείπει η πόρτα
Βαρύ το όρος πίσω, λείπει ο θεός
Η θάλασσα σγουρή κι ο ήλιος πολυπλόκαμος
Σε πρώτο πλάνο
Τέλος, στην άκρη του χαρτιού το ανθρωπάκι
Αδέξιο έτοιμο να πετάξει –
Εκεί με βρήκα. τα υπόλοιπα είναι γνωστά-
Δεν έτυχαν τυχαία όλα αυτά-
(σελ. 54)
————————————————————