Ο Δημήτρης Χριστοδούλου και η Ποίηση της Ιστορίας. – Η Αγρυπνία της Συνείδησης
Στην ανθολογία «Δημήτρης Χριστοδούλου – Ποιήματα»,[2] που κυκλοφορεί από τον Μετρονόμο, ο αναγνώστης δεν συναντά απλώς μια επιλογή ποιημάτων, αλλά έναν χάρτη της ελληνικής ιστορίας, χαραγμένο με την πένα ενός δημιουργού που έζησε τις πιο σκληρές της ανατροπές. Ο Χριστοδούλου δεν υπήρξε ποτέ αποστασιοποιημένος παρατηρητής. Αντιθέτως, η ποίησή του πάλλεται από την ένταση του βιώματος, από τη μνήμη της ήττας και την εμμονή μιας ακατάβλητης ηθικής.
Μέλος της «γενιάς του ’50», ο Χριστοδούλου συμπορεύτηκε με ποιητές όπως ο Μιχάλης Κατσαρός, ο Τάκης Σινόπουλος και ο Μανώλης Αναγνωστάκης—μια γενιά που δεν έγραψε για τον πόλεμο, αλλά μέσα από αυτόν. Η φωνή του, συχνά στιβαρή, άλλοτε οργισμένη, αρθρώνει έναν λόγο που είναι ταυτόχρονα πολιτικός και υπαρξιακός. Σε αυτήν την ανθολογία, βλέπουμε να ξετυλίγεται το εύρος της γραφής του: ποιήματα-καταγγελίες, που στιγματίζουν την κοινωνική έκπτωση και την πολιτική αυταπάτη, δίπλα σε στίχους συναισθηματικά φορτισμένους, που φέρουν το αποτύπωμα μιας βαθιάς, πεισματικής αγάπης για τον άνθρωπο.
Η σύνδεσή του με το ελληνικό τραγούδι αποτελεί ένα άλλο θεμελιώδες στοιχείο της πορείας του. Σε αντίθεση με την εικόνα του ποιητή ως ερμητικά κλειστού δημιουργού, ο Χριστοδούλου δεν φοβήθηκε να μεταφέρει το ποιητικό του ήθος στη λαϊκή έκφραση. Οι στίχοι του, ντυμένοι με μουσική, έγιναν κομμάτι της συλλογικής μνήμης, ανθεκτικοί στον χρόνο, όπως και η ίδια η ποίησή του.
Σε μια εποχή όπου η ποίηση συχνά εκλαμβάνεται ως αποστειρωμένη άσκηση ύφους, η ανθολογία αυτή υπενθυμίζει κάτι θεμελιώδες: η πραγματική ποίηση δεν φοβάται να λερωθεί από την Ιστορία. Ο Χριστοδούλου έγραψε με πάθος και αυταπάρνηση, όχι για να εξωραΐσει την πραγματικότητα, αλλά για να την αναμετρηθεί μαζί της. Και ακριβώς γι’ αυτό, η φωνή του παραμένει ακόμα ανατριχιαστικά παρούσα.