You are currently viewing Γιούλη Ζαχαρίου: Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος, του Ιρανού Houman Seyyedi 

Γιούλη Ζαχαρίου: Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος, του Ιρανού Houman Seyyedi 

(ένας άνδρας, καθισμένος σε ένα  κρεβάτι, απευθύνεται στη νοηματική γλώσσα σε μια γυναίκα που δε βλέπουμε):
– Είδα μια σκυλίτσα που τη χτύπησε αμάξι. Σκοτώθηκε. Το κουτάβι της ήταν δίπλα της και έπινε το γάλα της. Είχε ακόμα γάλα η μητέρα και το κουτάβι πεινούσε. Έπινε γάλα και έκλαιγε.
– Κι εσύ τι έκανες; Την έσωσες;
– ……
(σιωπή· ο άνδρας αφήνει πάνω στο κρεβάτι χρήματα. Το χέρι της γυναίκας τα παίρνει)

Έτσι αρχίζει η νέα ταινία του Ιρανού Houman Seyyedi  ‘’Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος’’ (2022), που παίχτηκε στις αίθουσες πριν λίγο καιρό, αλλά πέρασε σχεδόν απαρατήρητη.  Σπάνια έχω δει εναρκτήρια σκηνή να προϊδεάζει  με τόσο λιτό και ευσύνοπτο τρόπο τον θεατή  για τον θεματικό πυρήνα, το ιδεολογικό στίγμα και τη συναισθηματική θερμοκρασία της ταινίας και, παράλληλα, να προοικονομεί μια συγκλονιστική αντίθεση με την καταληκτική σκηνή.

Με σκηνοθετικό οίστρο, με ευφυές σενάριο  (παρά τις κάποιες ‘’κατασκευές’’ που επέβαλε ο ιδεολογικός στόχος του δημιουργού), με τη στήριξη της συγκλονιστικής ερμηνείας του Μοχσέν Ταναμπαντέ στον κεντρικό ρόλο και της εναρμονισμένης με το ψυχικό κλίμα αλλά διακριτικής ηχητικής μπάντας, ο σκηνοθέτης συνυφαίνει το καθηλωτικό θρίλερ με τη σκληρή κοινωνικοπολιτική σάτιρα και τη μελέτη χαρακτήρων, για να οδηγήσει το μείγμα, με αύξουσα σε ρυθμούς καταιγιστικούς ένταση, στην κορύφωση της τραγωδίας.

Ο Σακίμπ, ένας μεσήλικας αγράμματος εργάτης , έχει σημαδευτεί από τον χαμό της γυναίκας και του  παιδιού του σε ένα σεισμό που γκρέμισε το σπιτικό τους και ψάχνει απεγνωσμένα  μεροκάματο και στέγη. Η μόνη  σταθερά στην ανέστια ζωή του είναι οι επισκέψεις του σε μια κωφάλαλη πόρνη, την Λάνταν. Κάποια στιγμή βρίσκει δουλειά και υποτυπώδες κατάλυμα, ως εργάτης και κομπάρσος, στην κατασκευή των σκηνικών μιας κινηματογραφικής υπερπαραγωγής για τη φρίκη των στρατοπέδων συγκέντρωσης στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αναπάντεχα, του ανατίθεται , λόγω ατυχήματος του ηθοποιού, να υποδυθεί τον Χίτλερ και του παραχωρείται ένα σπίτι-σκηνικό για στέγη. Όταν το ανακοινώνει στη Λάνταν, αυτή ξεφεύγει από τον βίαιο προαγωγό της και του ζητάει βοήθεια και καταφύγιο. Η άφιξη της και η προσπάθεια  να μη γίνει αντιληπτή η παρουσία της από το συνεργείο πυροδοτούν ραγδαίες εξελίξεις.

Ήδη από το πρώτο μέρος της ταινίας ο Seyyedi στήνει το δικό του ‘’σκηνικό’’, μια ταινία μέσα στην ταινία –  εύρημα γνωστότατο στο σινεμά, που εδώ λειτουργεί συνυποδηλωτικά και ειρωνικά, αλλά και πλαγίως κριτικά απέναντι στη φύση της κινηματογραφικής τέχνης. Μέσα στον λασπότοπο των γυρισμάτων της υπερπαραγωγής, οι εργάτες-κομπάρσοι ζουν σε συνθήκες εξευτελισμού και καταπίεσης, σε άθλια καταλύματα και με ανεπαρκή σίτιση και αντιμετωπίζονται από το καλλιτεχνικό και τεχνικό συνεργείο  ως εκτελεστικά όργανα και παραγωγικά εργαλεία, ως αθύρματα  – η αναγωγή στο  αποτρόπαιο παρελθόν και η σύγκριση ανάμεσα στην πραγματικότητα και την αναπαράσταση της γίνεται αυτόματα…

Κατά σκληρή ειρωνεία, ο Σακίμπ, ο ταπεινός εργάτης, ο ακούσιος κομπάρσος, ο ‘’κανένας’’,  μασκαρεμένος κωμικά, μεταμορφώνεται εν μια νυκτί σε πρωταγωνιστή.  Ο Σακίμπ δεν ξέρει ποιος ήταν ο Χίτλερ και τι έκανε, ακολουθεί απλώς εντολές, μετράει βήματα, σηκώνει το χέρι σε ναζιστικό χαιρετισμό. Ο ανώνυμος μέχρι τότε άνθρωπος έγινε ‘’κάποιος’’: αυτός, που η Ιστορία γράφεται συστηματικά ερήμην του και σε βάρος του, πρόκειται να υποδυθεί τον πρωταγωνιστή της πιο ζοφερής περιόδου της ανθρωπότητας. Η ‘’αξία’’ που του αποδίδεται είναι καθαρά χρηστική και διαρκεί μόνο όσο υπηρετεί, υπακούει, υποτάσσεται.

Ένας εκβιασμός και ένα τραγικό δυστύχημα ανατρέπουν το κλίμα και φέρνουν τον Σακίμπ έκθετο και ανυπεράσπιστο απέναντι στην ωμότητα και τη δολιότητα.  Όταν  τολμήσει να διεκδικήσει τα αυτονόητα, τα αυτιά όλων είναι κλειστά, αντίθετα βιώνει την εξαπάτηση, την προδοσία, τον χλευασμό, τη βία. Μπορεί να μην ήξερε ο πράος και υποταγμένος αυτός άνθρωπος ποιος ήταν ο σφαγέας των λαών, αναλαμβάνουν όμως οι πάντες να τον μεταμορφώσουν σε ανελέητο τιμωρό, κλιμακώνοντας το φόβο, το αδιέξοδο και την ασφυξία του σε πανικό, απελπισία και μανία εκδίκησης.

Ο Τρίτος Παγκόσμιος, όταν ξεσπάσει, προειδοποιεί ο σκηνοθέτης, δε θα είναι όμοιος με τον προηγούμενο, θα έχει όμως εμπνευστεί και διδαχθεί από αυτόν.  Θα είναι η ανεξέλεγκτη έκρηξη της οργής, όταν η πίεση που ασκείται στους παρίες αυτού του κόσμου θα γίνει αφόρητη και οι δικλείδες ασφαλείας του συστήματος δε θα είναι πια ικανές να την εκτονώσουν ανώδυνα και  να αναχαιτίσουν την επέλαση των απεγνωσμένων που μετατρέπονται σε θύτες.

Ο άνθρωπος που νοιαζόταν για μια νεκρή σκυλίτσα και το πεινασμένο κουτάβι της, είναι   άραγε ο ίδιος που στην καταληκτική σκηνή θα αντικρύσει με πέτρινο πρόσωπο τη φρίκη που ο ίδιος μεθόδευσε;

Η ταινία παίζεται στη συνδρομητική πλατφόρμα Cinobo

 

 

 

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.