«Μυθιστόρημα με πρωταγωνιστές την οικογένεια, τον τόπο και την ιστορία».
Το βιβλίο είναι μια χαλαρή όψη οικογενειακού μυθιστορήματος, που περιφέρεται γύρω από τον κεντρικό αφηγητή Πέτρο και την οικογένειά του. Με έμφαση στην ψυχογράφηση χαρακτήρων και στο προσωπικό βίωμα των ηρώων του –κοινός τόπος με το προηγούμενο βιβλίο της συγγραφέως, τη συλλογή διηγημάτων Σε θολά νερά– σκιαγραφεί τις εποχές που διαδραματίζεται, αυτή του εμφυλίου και τη σύγχρονη, και τους τόπους, του Παγκρατίου, των νησιών εξορίας των αριστερών και άλλων δευτερευόντων.
Η οδός Ευτυχίδου στο Παγκράτι είναι ο τίτλος του έργου και το σημείο καθορισμού της υποθέσεώς του. Είναι η κατοικία των πρωταγωνιστών, η πατρογονική τους εστία, το σύμβολο της οικογένειας που είναι η πρώτη ύλη του, εκεί έζησε ο αφηγητής, εκεί φτάνουν τα γράμματα του πατέρα του Σταμάτη. Είναι το αστικό τοπίο της πόλης των Αθηνών, από τα Δεκεμβριανά και μετά, και αποτελεί ένα από τα σημεία από τα οποία ξεκινήσαν οι διώξεις των αριστερών στον εμφύλιο. Το σκηνικό του βιβλίου είναι κυρίως αστικό.
Η αφήγηση είναι χωρισμένη σε δυο μέρη. Το πρώτο αποτελείται από θραύσματα στιγμιότυπων και ιστοριών της περιγραφόμενης οικογένειας και το δεύτερο από τα γράμματα του πατέρα του αφηγητή Σταμάτη προς τη γυναίκα του, από την εξορία του στην Ικαρία και μετά από το μέτωπο, στη βόρεια Ελλάδα, που πήγε αναγκαστικά ως στρατιώτης του εθνικού στρατού, στην εποχή του εμφυλίου, και μια σειρά σχολιαστικές εκδοχές, που γράφτηκαν το 2022 και το 2023, από τον αφηγητή, τον Πέτρο, προσωπικού και όχι πολιτικού χαρακτήρα, ενοποιώντας έτσι παρελθόν και παρόν. Αν μη τι άλλο όμως θέτονται ερωτήματα και το έργο είναι προσανατολισμένο υπέρ του ΕΛΑΣ και της δράσης του. Έτσι παρακολουθούμε την πορεία ενός αριστερού των εξοριών, που επιστρέφει από την εξορία και σταδιακά προσαρμόζεται στη νέα πραγματικότητα. Ενσαρκώνει τους βίους πολλών αγωνιστών της κατοχής και τη μετάβασή τους στην «κανονική» ζωή. Το πολιτικό όραμα δεν παρουσιάζεται, ούτε αναλύεται, και οι ζωές εξετάζονται καθαρά από την ανθρώπινη σκοπιά. Συχνά το βιβλίο συγκλίνει περισσότερο προς μια ερωτική ιστορία εποχής, μέσα από την οποία σκιαγραφούνται οι εποχές, παρά σε μια απευθείας απόδοσή τους. Τα συνταρακτικά γεγονότα παρουσιάζονται τεχνηέντως μέσα από τους βίους των ηρώων. Τα πρόσωπα της οικογένειας και η ανίχνευση της ιστορίας είναι αυτά που ενοποιούν την αφήγηση. Η ζωή τους παρουσιάζεται σε συνάρτηση με την ιστορία και τα γεγονότα των εποχών. Έτσι ο δεύτερος ενοποιητικός και πρωταγωνιστικός παράγοντας είναι η ιστορία.
Παρελθόν, παρόν, διαφορετικές εποχές, αφηγήσεις, γράμματα, όλα κομμάτια ενός μυθιστορήματος πάζλ. Η συγγραφέας αρέσκεται στην τεχνική των ψηφίδων και της ασυνέχειας. Ενσωματώνονται συμβάντα και ιστορίες χλιαρής συνοχής, σε μικρά σχετικά κεφάλαια, καθώς πολλά από αυτά θα μπορούσαν να διαβαστούν αυτοτελώς, είτε ως ένα μέρος θραυσμάτων μιας οικογενειακής ιστορίας. Το κλίμα και η ψυχογραφία είναι αυτά που κυριαρχούν και σε δεύτερη μοίρα η πλοκή.
Μέσα σε αυτό το παζλ εισχωρεί και η μεταφορική γλώσσα, που δίνει έναν ποιητικό τόνο στον λόγο, ενώ παρατηρούμε μια σειρά συνειρμικών αυτοματισμών. Τα φαινόμενα αυτά είναι περισσότερο εμφανή στο πρώτο μέρος, καθώς το δεύτερο είναι περισσότερο περιγραφικό των καταστάσεων και αποτελεί πιο σφιχτοδεμένη νοηματικά ενότητα. Όλα όμως συντείνουν στην απόδοση του κλίματος των εποχών και των οικογενειακών σχέσεων.
Η συγγραφέας, στο πρώτο κυρίως μέρος, στοχεύει περισσότερο στην ευχαρίστηση της ανάγνωσης, με τη χρήση εύσχημων προτάσεων, γλαφυρών περιγραφών και αποτύπωση συναισθημάτων, παρά στην ανάπτυξη κάποιας συγκεκριμένης κατεύθυνσης της πλοκής.
Συνολικά είναι ένα διαφορετικού τύπου από αυτό που συνηθίζεται οικογενειακό μυθιστόρημα, περισσότερο ψυχολογικό και αποσπασματικό, κοντύτερα στον μοντερνιστικό τρόπο γραφής. Εντούτοις, διακρίνεται κάποια δομή, με το χτίσιμο χαρακτήρων και, στο δεύτερο μέρος, στην εξέλιξη της περιπέτειας του Σταμάτη στην εξορία και στον στρατό, κάτι που κάνει την τεχνική του μικτή, με πολλές διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα δυο μέρη.
Αξιοσημείωτη είναι η ενοποίηση παρελθόντος και «παρόντος», με την εναλλαγή παράθεσης των επιστολών του Σταμάτη, που είναι γραμμένες στον εμφύλιο και με τις κρίσεις του αφηγητή που τις διαβάζει το 2022 και το 2023. Παρατηρούμε ότι οι κρίσεις αυτές είναι προσωπικού χαρακτήρα και όχι ιδεολογικού. Όμως σαφώς κατακρίνονται οι συνεργάτες των Γερμανών και των Άγγλων και οι βασανιστές, άμεσα μέσα στις επιστολές. Αυτό από μόνο του αποτελεί πολιτική θέση.
Το μυθιστόρημα είναι γραμμένο με το ασυνήθιστο β΄ ενικό πρόσωπο, που συχνά, όταν δεν αποτελεί απ’ ευθείας παράθεση επιστολών, σε κάνει να απορείς σε ποιον απευθύνεται. Ο αφηγητής «βρίσκεται σε ένα νοερό διάλογο με τον εαυτό του και τους οικείους του», θα μας πει η συγγραφέας στο οπισθόφυλλο. Το γεγονός αυτό κάνει το βιβλίο να μοιάζει ως προσπάθεια αυτοσυνειδησίας του αφηγητή, μέσα από τη διερεύνηση του παρελθόντος και της ζωής των γονιών του και των συναισθημάτων που αυτά δημιουργούν. Η Φάντη αρέσκεται να περιγράφει πώς επιδρούν οι συνθήκες στις ψυχοσυνθέσεις των ηρώων της. Εδώ μάλιστα εμπλέκονται με καθοριστικό τρόπο τα συνταρακτικά δρώμενα του εμφυλίου, τα οποία τους χαράσσουν. Η φυσικότητα με την οποία είναι γραμμένες οι επιστολές που παρατίθενται τις κάνει πειστικές. Έτσι, σε αρκετά σημεία, μοιάζει να γράφονται φαινομενικά άσχετες πληροφορίες, που καταθέτουν συνολικά το κλίμα και προσφέρουν σε αυτές φυσικότητα.
Από ένα σημείο και μετά και εμφανώς στο τέλος του μυθιστορήματος, η συγγραφέας στοχεύει να ανασυνθέσει την ιστορική αλήθεια, χρησιμοποιώντας μάλιστα αποσπάσματα πηγών, τα οποία παραθέτει στο τέλος του βιβλίου. Η σύνθεση αυτή αποτελεί ένταξη των ατομικών ιστοριών σε ένα γενικότερο ιστορικό πλαίσιο. Η ένταξη αυτή έχει την έννοια της καταγραφής και όχι του ιδεολογικού μανδύα.
Στις αρετές του βιβλίου είναι η ανακίνηση της ιστορίας της καταναγκαστικής κατάταξης των εκτοπισμένων εξόριστων αριστερών στον εθνικό στρατό και ο εξαναγκασμός τους να πολεμήσουν τους ομοϊδεάτες τους στα βουνά της βόρειας Ελλάδας, ένα θέμα που δεν το έχω ξαναδιαβάσει σε μυθιστόρημα.
Η Χρύσα Φάντη μας καταθέτει ένα πρωτότυπο και αξιόλογο έργο που συνιστώ να διαβάσετε.
Γρηγόρης Τεχλεμετζής