Ο Αβίρ, ένας Κούρδος μετανάστης κατατρεγμένος από τη μοίρα, αγωνίζεται να ορθοποδήσει στην Ευρώπη. Αρχικά έρχεται στην Ελλάδα στην εποχή της οικονομικής κρίσης, η οποία λειτουργεί ως ενδιάμεσος σταθμός, γιατί σε αυτή τα μεροκάματα είναι σπάνια και μικρά. Εκεί γνωρίζει τον Αντώνη, με τον οποίο αναπτύσσει ερωτική σχέση και ζει για ένα διάστημα στο σπίτι του, μέχρι να μεταναστεύσει στη Φινλανδία, όπου καταφέρνει τελικά να νομιμοποιηθεί και να αποκτήσει οικογένεια και παιδιά με μια συμπατριώτισσά του.
Ο Αντώνης από την άλλη είναι συγγραφέας ο οποίος με υψηλή ενσυναίσθηση αφουγκράζεται τις αγωνίες και τις ανασφάλειες του Αβίρ, διεισδύοντας στην ψυχολογία του και γράφοντας σε ύστερο χρόνο ένα μυθιστόρημα γι’ αυτόν.
Η αφήγηση μεταφέρεται χρονικά εκ περιτροπής στα πρώτα χρόνια του μετανάστη Αβίρ στη Φιλανδία το 2010, με τις αγωνίες του αν θα του εγκρίνουν την άδεια παραμονής στη χώρα, τα ημιπαράνομα κατά συνθήκη ψέματά του και τη ψυχολογική απομόνωση, και κατά δεύτερο λόγο στο 2018, όταν πια έχει μονιμοποιηθεί και έχει κάνει οικογένεια με τη συμπατριώτισσά του. Ταυτόχρονα παρατηρούμε ανάδρομες αφηγήσεις με περιστατικά από την παραμονή του στην Ελλάδα και τη σχέση του με τον Αντώνη. Έτσι η διήγηση γίνεται περίτεχνη και ευχάριστη καθώς αποφεύγεται η μονοτονία.
Παρουσιάζονται τα προβλήματα, τα άγχη προσαρμογής και οι καημοί του μετανάστη, που εκεί όπου πηγαίνει παραμένει για πάντα ένας ξένος, ενώ οι δικοί του αναγκάζονται υπό τις συνθήκες να απομακρυνθούν ψυχολογικά από αυτόν. Επιπλέον παρακολουθούμε την προσπάθεια, τόσο από εκείνον όσο και από τους ευρωπαίους φίλους του, να κατανοήσουν τα ξένα και διαφορετικά πράγματα που βιώνουν λόγω της συναναστροφής τους.
Συνάμα θίγεται ένα θέμα, που είναι για πολλούς στην εποχή μας ανομολόγητο ταμπού, η ερωτική ανασφάλεια ενός ομοφυλόφιλου απέναντι στη διεκδίκηση ενός αμφισεξουαλικού συντρόφου του. Το βασικό χαρακτηριστικό είναι ότι αισθάνεται ότι δεν μπορεί να κρατήσει απόλυτα δικό του τον σύντροφό του, γιατί η φύση του δεύτερου είναι αμφιφυλική και οι επιλογές του είναι μοιρασμένες, σε αντίθεση με τη μουσουλμάνα σύζυγο του Αβίρ που διεκδικεί την αποκλειστικότητα. Ο Αντώνης αισθάνεται την παροδικότητα στη σχέση του με τον Αβίρ, όχι γιατί φταίει ο εραστής του, καθώς η επιλογή του υπαγορεύεται από «υπεράνω» δεδομένα και συνθήκες, κοινωνικές και της φυσιολογίας του. Σε κανένα σημείο του βιβλίου ο ομοδιηγητικός αφηγητής Αντώνης δεν τον κακίζει για την επιλογή του να παντρευτεί και να κάνει οικογένεια με μια γυναίκα, αλλά είναι ικανοποιημένος από αυτά που έζησε μαζί του. Αυτό το έμμεσα δηλωμένο ερωτικό τρίγωνο έχει μια υποβόσκουσα τραγικότητα, που ο αναγνώστης την αντιλαμβάνεται έμμεσα, καθώς ο συγγραφέας μάς τη δίνει τεχνηέντως. Σε αυτό το επίπεδο ανάγνωσης το βιβλίο είναι μια ερωτική ιστορία με κοινωνικές συνιστώσες.
Στο γενικότερο σκεπτικό παρεισφρέουν και ηθογραφικά στοιχεία της ζωής των Ιρακινών μουσουλμάνων.
Την κουβάλησε ο Αβίρ μαζί με τα δυο παιδιά, κρατούσαν από ένα στην αγκαλιά τους. Δεν ξέρει αν το ήθελε. Τον ακολούθησε γιατί ήθελε αυτόν. Γιατί ήταν ο άντρας της και γιατί δεν είχε κανένα δικαίωμα ως παντρεμένη –αλλά ούτε και ως κόρη της δικής της οικογένειας- να έχει άποψη. Παράπονο βέβαια δεν έχει. Εκείνος από την πρώτη στιγμή τής είχε εξηγήσει τα πάντα. Με σεβασμό. Σ’ αυτό δεν υπήρχε καλύτερος απ’ όσους ήξερε στα μέρη της, που φώναζαν ή χτυπούσαν τη γυναίκα τους ή τις γυναίκες τους –φαντάσου να τον μοιραζόταν με άλλεςˑ το αποδεχόταν αυτό ο νόμος. Άραγε την αγαπά ο Αβίρ; Μακάρι.
(σ.41)
Και αναρωτιέσαι, είναι καλύτερο να είσαι κατατρεγμένος μετανάστης από μια χώρα σαν το Ιράκ ή ανικανοποίητος και ψυχοπαθής από μια σκανδιναβική χώρα, όπως η εικονική σύζυγος του Αβίρ, η Έρζα, που την παντρεύεται για να μπορέσει να πάρει την υπηκοότητα στην ξένη χώρα; Αυτό είναι ένα από τα συγκριτικά ερωτήματα που γεννά το βιβλίο.
Πλούσιο μυθιστόρημα, ουσιώδες, έχει να πει πολλά τα οποία είναι αρμονικά δεμένα σε μια ιστορία. Θεωρώ ότι είναι από τα καλύτερα του Γρηγοριάδη. Οι ομοφυλοφιλικές τάσεις του ήρωά του εκφράζονται πιο ελεύθερα και όχι υπαινικτικά, όπως άλλες αντίστοιχες σε προηγούμενα βιβλία του, ίσως επειδή η κοινωνία μας είναι πια πιο ώριμη σε αυτά τα θέματα. Τα βιβλία είναι «παιδιά» της εποχής τους και αυτήν εκφράζουν. Έτσι οι χαρακτήρες και οι καταστάσεις είναι παρμένα από την πραγματικότητα της Ελλάδας της πρόσφατης κρίσης και μοιάζουν απόλυτα αληθινά, εκφράζοντας την ψυχολογία των ανθρώπων της αντίστοιχης περιόδου, δημιουργώντας μια πετυχημένη αποτύπωση της εποχής.
Από πλευράς τεχνικής, ο συγγραφέας προτιμάει τα μικρά κεφάλαια, χωρίς να επεκτείνει παρατεταμένα την αφήγηση συγκεκριμένων συμβάντων, αλλά δίνοντάς μας «αποσπάσματα» της ζωής τους, δημιουργώντας ένα ψηφιδωτό και φτιάχνοντας έναν ιστό που αναπτύσσεται έχοντας συνοχή.
Συνοψίζοντας, η μετανάστευση και ο ομοφυλοφιλικός έρωτας είναι οι κεντρικοί άξονες του βιβλίου.
Γρηγόρης Τεχλεμετζής