You are currently viewing Κατίνα Βλάχου: Χριστιάνα Νικοκάβουρα, «Θα υπάρχω», Ποίηση, Εκδόσεις ΜΕΛΑΝΙ 2021

Κατίνα Βλάχου: Χριστιάνα Νικοκάβουρα, «Θα υπάρχω», Ποίηση, Εκδόσεις ΜΕΛΑΝΙ 2021

«Θα υπάρχω».  Τίτλος που τολμά -ή προσδοκά;- την βεβαιότητα ενός μέλλοντος διαρκείας. Μια λεπτεπίλεπτη λιβελούλα με αραχνοΰφαντα φτερά κοσμεί το εξώφυλλο του βιβλίου κάτω από τον τίτλο «Θα υπάρχω». Το μικρό πλάσμα, με την σύντομη ζωή, θαρρείς πως θέλει με πείσμα να μας πείσει ότι  η ύπαρξή του δεν ορίζεται από τα δεδομένα που καταγράφει η επιστήμη αλλά εκτείνεται σε ένα μέλλον αόριστης διάρκειας.

Και με την απόλυτη –ή ευκταία- κατάφαση «Θα υπάρχω»  ξεκινά το χειμαρρώδες ποίημα της Χριστιάνας Νικοκάβουρα. Το ρήμα αυτό του τίτλου και του πρώτου στίχου δεν εμφανίζεται ξανά σε κανένα σημείο αλλά  εξειδικεύεται με άλλες εκφράσεις στην αρχή του ποιήματος:

«…θα είμαι εδώ… χωρίς να ξέρω αν είμαι…

θα είμαι εκεί… αλλά θα υπάρχω αλλού…

σαν σπείρα πολυφωνικού φωτός… σαν φως χωρίς πυθμένα…

ο ιριδισμός των νοητών στην ομιχλώδη αρένα

η αντήχηση μιας εμβοής… η δίνη ενός καθρέφτη…

θ’ αγγίζω του άστρου τον παλμό την ώρα που θα πέφτει

αλαφροΐσκιωτος αχός…  τριγμός που δεν τον φτάνει

του Ανυποχώρητου η ορμή… του Αχόρταγου η χοάνη…»

……………..

«Θα ορίζομαι απ’ το Απύθμενο… τον πυρετό του πάθους…

τις σπίθες του αγλαού βυθού… τις ίριδες του βάθους…

τις ακραιφνείς εστίες του… τις ευκλεείς πτυχές του…

θ’ αρπάζομαι απ’ τις άτρωτες των άστρων αστραπές του…»

……………..

«…Αναρριχώμαι… έλκομαι… γραπώνομαι απ’ το κύμα…

δεν ξέρω αν έχω πια μορφή… νιώθω ν’ αλλάζω σχήμα…

να δίνω σώμα σ’ εκροές… ροές σε καταρράκτες…

να με σμιλεύουν  οι εσαεί των υπαρκτών χαράκτες…

οι εναλλασσόμενοι εαυτοί… να κυοφορώ τους νέους…

να ψαύω θόλους ιλαρούς… βυθούς αβυσσαλέους…

του Ακαταπόνητου το φως… να γεύομαι σκοτάδι…

ν’ αρδεύομαι απ’ τις εύχυμες νεροποντές του Άδη…»

Το ποίημα είναι ολόκληρο μια μουσική σύνθεση, που αντί να γράφεται με νότες γράφεται με λέξεις.  Ο ομοιοκατάληκτος δεκαπεντασύλλαβος στίχος δεσπόζει από την αρχή ως το τέλος, ενώ σε κάποια σημεία η στοίχιση σπάει, ώστε στην απαγγελία να διακοπεί η μονοτονία ηχητικά αλλά και να παρεμβληθεί ένας νοηματικός αιφνιδιασμός.

Φαντάζομαι την απόλαυση, αν αυτό το ποίημα το ακούγαμε από τον ηθοποιό Μάνο Κατράκη ή  τον μουσικό Γιώργο Σισιλιάνο,  καθώς είναι βέβαιο ότι ολοκληρώνεται  ως έργο μόνο με την απαγγελία.

Αλλά  ενώ ως τρόπος παραπέμπει στην λογοτεχνική προφορικότητα,  ως νόημα αποδίδει με υπέροχους ποιητικούς όρους την πάγια υπερβατική αναζήτηση του ανθρώπου με τη φωνή μιας σύγχρονης ποιήτριας. Και σε όλο το εύρος του αναπαριστά με ζωηρότητα έκφρασης την ενότητα των αντιθέτων στην φύση και το σύμπαν, στον άνθρωπο και την υπαρξιακή του συνθήκη.

Οι λέξεις που επιλέγει η Χριστιάνα Νικοκάβουρα καλύπτουν όλο το ευρύ και πλούσιο φάσμα της ελληνικής γλώσσας. Ίσως να πλάθει και δικές της, με τέτοια άνεση και αισθητική λεπτότητα ενταγμένες στον στίχο, ώστε μοιάζουν σαν να υπήρχαν στη γλώσσα μας από πάντα. Οι παρηχήσεις, οι εικόνες, οι γλαφυρές περιγραφές των φυσικών στοιχείων διαθέτουν μεγάλη ενάργεια και μας μεταφέρουν σε ένα κοσμικό σύμπαν διαρκούς ροής, άπειρου χρόνου και υπερβατικού κάλλους. Το συνεπακόλουθο δέος του ποιητή κατακλύζει με αμεσότητα τον αναγνώστη. Σ’ αυτό το σύμπαν, όπου όλα τα στοιχεία και όλα τα φαινόμενα εναλλάσσονται, με εικαστική γλαφυρότητα στην περιγραφή τους, η ποιήτρια διατυπώνει την βεβαιότητα -που ωστόσο μοιάζει και με κρυφή ευχή-  ότι θα υπάρχει και η ίδια εις το διηνεκές. Εκείνο το «Θα υπάρχω» του τίτλου και του πρώτου στίχου είναι σαν ξόρκι που αντιμάχεται την ανήσυχη προοπτική της μετά θάνατον ανυπαρξίας. Και πείθει για την αλήθεια αυτή με μόνο επιχείρημα την αξιοζήλευτη αισθητική του λόγου. Έτσι, επιβεβαιώνεται και στο ποίημα αυτό, κατά την δική μου αίσθηση τουλάχιστον, η άποψη ότι η τέχνη συνιστά παρηγορητική υπέρβαση του θανάτου.

Διαβάζοντας, πρώτη και δεύτερη φορά, χαμηλόφωνα ή βουβά ή και σε υψηλό τόνο το ποίημα, ένιωσα την βαθιά ανομολόγητη υπαρξιακή αγωνία να με συγκλονίζει ενώ ταυτόχρονα την ομορφιά των εικόνων και τον παλμό του κειμένου να με παρηγορούν.  Τόση -μέχρι δακρύων-συγκίνηση μόνο ακούγοντας μελοποιημένη ποίηση έχω βιώσει. Στο ποίημα της Χριστιάνας Νικοκάβουρα τα στοιχεία της συγκίνησης αναβλύζουν από τη μαεστρία του λόγου, τον ρυθμό, την εικονοποιΐα του συμπαντικού μεγαλείου και την βαθιά και ευαίσθητη υπαρξιακή αναζήτηση. Κι αν ο λόγος μοιάζει μεγαλόστομος, καθώς περιγράφει μεγαλειώδη φυσικά φαινόμενα που υπερβαίνουν την αντίληψη του ανθρώπου, ωστόσο ο αναγνώστης  προσλαμβάνει μιαν ειλικρινή και αυθεντική κατάθεση ψυχής, χωρίς ίχνος ναρκισσευόμενης  λεξιλαγνείας. Μοιάζει το «Θα υπάρχω» να φέρει τη σφραγίδα της αυθεντικότητας ενός δημοτικού τραγουδιού με παραλλαγμένο το «θέλω να πω» του δημιουργού του.

Η Χριστιάνα Νικοκάβουρα γεννήθηκε στην Κέρκυρα και  δεν έχουμε μεγάλη διαφορά ηλικίας. Η πόλη της Κέρκυρας ήταν ένας μικρός τόπος στα σχολικά μας χρόνια. Νομίζω ότι την θυμάμαι ως ονοματεπώνυμο αλλά και ως φυσιογνωμία, όταν βλέπω την φωτογραφία της στο βιβλίο. Κι ας έζησε αλλού αργότερα, νιώθω μια περηφάνια που, ως κερκυραία, αφήνει τέτοιο ποιοτικό ποιητικό  στίγμα στην μακρά παράδοση του νησιού μας.

Αλλά πάνω απ’ όλα νιώθω ευγνωμοσύνη για την απόλαυση της ανάγνωσης.

Το ποίημα κλείνει:

«Ακούω του σκότους τη φωνή!

Χρησμοδοτεί η Εκάτη!

Για ποιαν Αλήθεια ψάχνετε; Είν’ όλα μια αυταπάτη!

 

Κι οι κουρνιαχτοί της Ύπαρξης… κι οι ορυμαγδοί της Κτίσης…

των άστρων οι στροβιλισμοί… οι αιθέριες αντηχήσεις…

τα θούρια αντιφεγγίσματα… κροτήματα απνευστί…

εν στάσει τα Αεικίνητα… τα Ακίνητα εν ροή

με την ορμή μιας έλλαμψης… μέσα της πνέει ο Αθώος…

η πλάνη η αινιγματική… ο μεσονύκτιος γόος…

ο απαστράπτων συριγμός… ξεφεύγει πριν τον δέσεις…

αστείρευτα μουρμουρητά… αδήλων παραινέσεις…

υποκινούν λαθραίες φωνές… απωθημένα πάθη

οι ασφόδελοι με τους ανθούς και το κρυμμένο αγκάθι…

η αχαλίνωτη ιαχή… η σύμπνοια των Σημείων…

η άλικη ρότα της χαράς στον Πίθο των Δακρύων…

το απεριφρούρητο «όχι εγώ»… η ηχώ στις φωτοσκιάσεις…

το απαύγασμα της αντοχής στου Υπάρχειν τις θεάσεις…

η πάχνη στη μαρμαρυγή… η ομίχλη στην ευδία…

επιδρομή από εύπνοια… ορμή από φαντασία…

σύριγμα από άγριο χλόισμα… θρόισμα αθανασίας…

ο αιθεροβάμων άνεμος… ο ενάλιος αστερίας…

ο πάνλευκος του νου μου ειρμός… το πόντιο ανέμισμά μου

το σύρσιμο της θάλασσας………………………………………………….

οι αθρόες ριπές της άμμου…………………………………………………

(τελειώνει ψιθυριστά σβήνοντας)*

 

* Αυτή η τελευταία παραίνεση της ποιήτριας, με πλάγια μικρά γράμματα στο τέλος του ποιήματος, αν και μοιάζει να απευθύνεται ως οδηγία σ’ εκείνον που το απαγγέλει, αφήνει και το ενδεχόμενο να πλανάται ότι αφορά ίσως και το τέλος του ανθρώπου που το γράφει.

 

Υ.Γ. Καθώς ξαναδιαβάζω το κείμενο αυτό, αλλά και το βιβλίο το οποίο διάβασα πάνω από δυο φορές με βουλιμία,   αναρωτιέμαι κάθε φορά αν διάλεξα τα καλύτερα αποσπάσματα να μοιραστώ με τους αναγνώστες αυτής της αναφοράς. Αντιλαμβάνομαι ότι θα ήθελα να παραθέσω ολόκληρο το ποίημα, για να είμαι σίγουρη ότι δεν μου διέφυγαν  τα πιο γοητευτικά σημεία.  Ίσως αυτή είναι και μια πειστική παραίνεση να το βρείτε και να το απολαύσετε ολόκληρο.

 

Η Χριστιάνα Νικοκάβουρα γεννήθηκε το 1943 στην Κέρκυρα.
Αριστούχος απόφοιτη του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ της Αμερικής. Πτυχίο «μετ’ επαίνων» (Bachelor of Arts cum laude). Αντικείμενο των σπουδών της, οι Ανθρωπιστικές Επιστήμες (Φιλοσοφία, Κριτική προσέγγιση της Παγκόσμιας Λογοτεχνίας, Ιστορία και Φιλοσοφία της Τέχνης).
Μεταπτυχιακό (Master of Arts) από το Βορειοανατολικό Πανεπιστήμιο της Αμερικής (Northeastern University, Boston, Massachusetts) στην Αγγλική Φιλολογία.
Εργάστηκε στο Πανεπιστήμιο ως υπότροφος ερευνήτρια, βοηθός καθηγητή, στην έδρα της Σύγχρονης Αμερικανικής Λογοτεχνίας.
Έγινε δεκτή για Διδακτορικό από το Τμήμα της Συγκριτικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης στο Amherst. Αναγκάστηκε να διακόψει για λόγους υγείας.
Το 2000, εκδόθηκε το βιβλίο της, Ελύτης και Γιουνγκ, Ένας Διάλογος (Ελληνικά Γράμματα). Μια ψυχαναλυτική ερμηνευτική προσέγγιση του συνόλου της ποίησης του Ελύτη, βασισμένη στις θεωρίες του Γιουνγκ.
Από τις εκδόσεις Μελάνι έχουν εκδοθεί τα κάτωθι βιβλία ποίησης: Ο Ορθολογιστής και η Σκιά, 2011 – Οι ηχηροί Καθρέφτες των Λέξεων, 2017 – Αναπνοές Φωνών, 2018 – Τα μαθηματικά του ονείρου, 2019.

This Post Has One Comment

  1. Μαρια Σαββάκη

    Διαβάζοντας την Χ.Νικοκάβουρα, μία χαρά παρηγορίας με κατέλαβε
    ότι δηλαδή δεν είναι δα και να φοβώμαστε για το φθαρτόν του είναι μας..

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.