Με άλλους πενήντα στο μέλλον ταξιδεύει
μ’ ευθύνη άλλου
Αυτοδιασπάται στα πίξελ της οθόνης
η μοναξιά του
Πληκτρολογώντας το χάος ψηλαφούνε
τα δάχτυλά του
Φεύγει το «τώρα»
σπάει η επίγνωσή του χίλια κομμάτια
Συμβιβασμένος στον ανελέητο κόσμο
κλείνει τα μάτια
Έχει όμως χάσει του ρεμβασμού τη χάρη
πώς να ησυχάσει
Μάγια του κάνει εικονική η ζωή του
δε νιώθει πόνο
Τι κι αν πεινάει για ένα ζεστό χέρι
αν δεν το ξέρει
Θα ‘δινε την ψυχή του για ένα μόνο:
το γουάι-φάι