Μνήμες παλιές
Μανταρινόφλουδες στη σόμπα πάνω
σαν καψαλίζονται
μυρίζουν μνήμες παλιές
ξεθάβουν θορύβους αμίλητους
πατούσες γυμνές χωρίς κάλτσες
θα κρυώσεις κι άλλα τέτοια
μπουκιές πνιχτές στο τραπέζι
για να προλάβουμε
να πάμε να παίξουμε
γόνατα να πληγιάσουμε
να στάξουμε κούραση
ανυπάκουη.
Τώρα ένα χαλάκι μνήμες στα σανίδια απλώνουμε
ζεστό να κρατήσουν το σπίτι
για όλο το χειμώνα.
Ανάσες
Τα μάτια κλείνω αγάπη μου γιατί
όταν σε βλέπω
μου κόβεται η ανάσα
-πάντα συμβαίνει αυτό
όταν σε βλέπω- μα τώρα
κλείνω και τ΄ αυτιά γιατί
σε βλέπουν
σα να ΄ναι μάτια και
ματώνω, Θεέ μου,
κι αμφιβάλλω για κείνες τις ανάσες
τις πρόθυμες
σχεδόν πνιχτές
που κάνουν ρίμες
υγραίνουν ματοτσίνορα
γέρνουν σ΄ ώμους γυμνούς.
Βαθιές ανάσες.
Χριστούγεννα να κάνουμε σαν άνθρωποι.