Το τέλος τής παπαδιαμαντικής «Φόνισσας» είναι εφάμιλλο τού Ντοστογιέφσκι, τού Ευριπίδη, τού Στρίντμπεργκ, τού Στάινμπεκ, τής Ντυράς, τού Ζενέ…
Αυτό όμως δεν το είδαμε στην ταινία. Παραποιημένο, μεταποιημένο εργόχειρο που μιμείται τα παλαϊικά. Εκτός από την Καραμπέτη και μερικούς δευτερεύοντες ρόλους, οι άλλοι μιλούσαν όπως ήθελαν (σαν σε σαββατιάτικη έξοδο στη Σκουφά για καφέ).
Στησίματα «Χορού» από Επιδαυρίου ασαφούς χρονικού προσδιορισμού.
Το μετανεωτερικό χάος και η μεγιστοποιημένη εντροπία στο έσχατο όριό τους.
Ναδίρ πνευματικό, αισθητικό, ρυθμολογικό, λογοτεχνικό, ποιητικό…
Οι παραστατικές τέχνες σήμερα έχουν γίνει έρμαιο διπολικών, μανιχαϊστικών (εγκληματικών) κατηγοριοποιήσεων. «Έθνικ» ταινία για το Netflix και επαρχιακές τηλεοράσεις (στο παγκοσμιοποιημένο πλανητικό χωριό). Το couleur locale υπερίσχυσε τού δράματος. Το πεισμωμένο μουτράκι τής κεντρικής ηρωίδας εναλλασσόταν με οπερατικές κραυγές. Ψίθυροι δεν υπήρχαν. Οι σιωπές ήταν διακοσμητικές και διόλου λαλίστατες. Κάποια λοξά βλέμματα – δεν λέω – λειτούργησαν. Όμως το αποτέλεσμα ήταν απογοητευτικό. Ειδικά στο τέλος. Εκείνο το φάντασμα τής άσπλαχνης μητέρας που δεν είχε χαϊδέψει την Χαδούλα (ανέτρεπε το όποιο κινηματογραφικό αφήγημα) και το μεταφυσικό / μυστικιστικό / απόκοσμο στοιχείο ενέδιδε κι ενέσκηπτε υπό των λάμψεων διαττόντων αστέρων τε αστερίσκων αμφιβόλου προετοιμασίας.
Όσο για τα σύννεφα που τρέχουν πάνω από γκρίζα βουνά, ο Κουροσάβα στο μυθικό «Ραν» τα έδειξε καλύτερα.
Κανένα κοντράστ (απαραίτητο ίσως).
Κοστούμια και «όψις» μάλλον καλή.
Από πού κι ώς πού όμως ΚΑΙ σκηνοθέτις η καλή σκηνογράφος / ενδυματολόγος;
Αχ, αθάνατε Τσαρούχη!!!
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΤΟ «ΗΧΗΤΙΚΟ ΤΟΠΙΟ» ΠΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΣΥΝΘΕΤΗ ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ. Μόνον αυτό άξιζε στο εν λόγω εγχείρημα.
Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας,
info:
https://www.athinorama.gr/cinema/movie/fonissa-10079965/