ΣΠΑΕΙ ΤΑΜΕΙΟ ΚΑΙ ΘΑ ΠΑΙΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΠΟΛΛΕΣ ΣΑΙΖΟΝ
Παρακολουθήσαμε αυτή την αποστομωτική παράσταση με μία πρώην συμφοιτήτρια, συνομήλικη και ισόβια φίλη μου.
Συμφωνήσαμε στο τέλος πως όταν το είδαμε για πρώτη φορά στον κινηματογράφο τέσσερις δεκαετίες πριν ΔΕΝ το καταλάβαμε σε όλο του το βάθος και το ουμανιστικό μεγαλείο αυτό το έργο που μιλάει για τις ανθρώπινες σχέσεις, τα ανώτερα ιδανικά και για την αυτοθυσία (κάτι ξεχασμένο στις καταναλωτικές κοινωνίες τού ατομοκεντρισμού και τής παραισθητικής αφθονίας).
Σε πρώτο επίπεδο επικρατεί το story, το προφανές, το αυτονόητο για το οποίο παλεύουμε ακόμα τώρα, ειδικά τώρα: ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, ΙΣΟΤΗΤΑ, ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ, ΙΣΟΝΟΜΙΑ…
Κάτω όμως από τις διεμφυλικές ιδιαιτερότητες και τα αντιστασιακά ήθη και έθιμα, υποφώσκει το έρεβος τού Πανανθρώπινου Συλλογικού Ασυνείδητου όπου το άτομο κατατρύχεται από δύο αντίρροπες δυνάμεις: από την φυγόκεντρο να ενωθεί με ένα (τουλάχιστον) άλλο άτομο και από την κεντρομόλο να διατηρήσει την ανεξαρτησία, την αυτονομία, την ελευθερία του έξω και μακριά από όποια δεσμά…
Ο έρωτας, με την ορφική συμπαντική του μορφή συνέχει τα πάντα κι εμποδίζει τα άτομα να εκτιναχθούν σε θηριώδεις αποστάσεις χωρίς καμία επικοινωνία μεταξύ τους.
«Χωρίς τον θάνατο θα ήμασταν τυφλοί, χωρίς τον έρωτα αλαζόνες», έγραφα και ξαναγράφω στις εξελικτικές ποιητικές συλλογές μου.
Αυτό αποδεικνύεται περίτρανα εδώ: ο βασανισμένος, απομονωμένος, απορριγμένος διεμφυλικός είναι κατ’ αρχάς ατομιστής. Όταν όμως έρχεται σε επαφή με την πυρκαγιά τού Έρωτα, τότε συγκλονίζεται σύγκορμος και βιώνει μια ηφαιστειακή έκρηξη καταστροφική και ηδονική.
Η αυτοθυσία γι’ αυτόν είναι μονόδρομος, γιατί περνάει μέσα από την ζωτική, κυτταρική απόλαυση.
Δεν ξέρουμε όμως (και δεν μαθαίνουμε μέχρι το τέλος τής παράστασης), όταν ο Άλλος, ο Macho, ο Straight αντιστασιακός αγωνιστής, ο υπέρμαχος των δημοκρατικών, ουμανιστικών ιδεωδών, δεν ξέρουμε εάν αυτός ο μονοκόματος ιδεολόγος θυσιάζεται σεξουαλικά προκειμένου να υπηρετήσει τους μύχιους πολιτικούς σκοπούς του.
«Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Ποθεί τον άλλον, εκτονώνεται, τον λυπάται, ή μήπως απλώς τον χρησιμοποιεί, τον χειρίζεται;
Ανεξάρτητα από το τι λένε τα δραματικά πρόσωπα υπάρχει και ο παραγλωσσικός κώδικας και στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν υπήρξε καμία έλξη, μήτε μία τόση δα στιγμούλα.
Μήπως αδικείται έτσι ο φυλακισμένος δημοκράτης;
Μήπως έτσι το έγραψε από την αρχή ο συγγραφέας;
Δεν θυμούμαστε την ταινία. Μπορούμε ίσως να την κατεβάσουμε και να την ιδούμε (είναι κάτι που δεν πρέπει να κάνουμε σεβόμενοι τα πνευματικά δικαιώματα των δημιουργών).
Παρακάμπτοντας οιαδήποτε σύγκριση με την ευπώλητη ταινία, κρίνοντας το παραστασιακό γεγονός αυτό καθ’ εαυτό, θα τολμήσω να πω ότι παρακολουθήσαμε μάλλον ένα ψυχολογικό παρά ένα πολιτικό θρίλερ.
Η κάθε εποχή προβάλλει τις δικές της σκεπτομορφές στα έργα Τέχνης.
Κι εμείς είμαστε – ευτυχώς – πολύ μακριά από τα δικτατορικά καθεστώτα τού εικοστού αιώνα.
Τι μας μένει; Ο αγώνας για αυτοδιάθεση και ελευθερία τής έκφρασης.
Αυτά ακριβώς υπερασπίζουμε διαφημίζοντας αυτή την άριστα δομημένη παράσταση από έναν μάστορα τού είδους, τον Κοραή Δαμάτη, που τον είχα δει το 1979 στο ανοικτό γήπεδο Καλλιθέας να υποδύεται την Εκάβη στις ευριπίδειες «Τρωάδες» (αυτή κι αν ήταν πρωτοπορία!!!).
Οι δύο ηθοποιοί τής συγκεκριμένης παράστασης λειτούργησαν τόσο αντιθετικά όσο και συμπληρωματικά δίνοντας μία άλλη διάσταση στο όλον εγχείρημα.
Λεπτομέρειες και ημιτόνια κατέστησαν ανάγλυφο το μάλλον φωναχτό κείμενο.
Τα ονόματά τους: Παντελής Καναράκης και Παναγιώτης Κατσίκης.
ΔΕΙΤΕ ΤΟ!!! ΜΗΝ ΤΟ ΧΑΣΕΤΕ!!!
Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας: ποιητής, θεατρολόγος, μεταφρασιολόγος και κριτικός