«Τα φαινόμενα [ΔΕΝ] απατούν». Αυτό το «δεν» διαφοροποιεί τα πάντα. Όπως και το ανατολίτικο «ζεν».
Όχι τα φαινόμενα δεν μπορούν να μάς εξαπατήσουν. Δεν είναι τόσο έξυπνα όσο εμείς (νομίζουμε!!!).
Μην κρίνετε ποτέ από την εμφάνιση.
Την ουσία αναζητάμε διαρκώς.
Ουσιαστικόν και ουσιώδες δεν είναι επακριβώς συνώνυμα.
Ποίημα και «πήμα» είναι εντελώς άσχετα μεταξύ τους.
Ποίησις και οίησις καμιά φορά ταυτίζονται (στην σύγχρονη όζουσα «περιρρέουσα ατμόσφαιρα»).
Πλάγιος λόγος και δευτερεύουσες επεξηγηματικές προτάσεις οδηγούν σε περιττά υπεραναλυτικά φαινόμενα μίας χρήσεως.
Ο Καβάφης είναι ουσιαστικός: λόγος απλός, ελάχιστα επίθετα, κυριολεξίες, επιλεκτική αφαιρετικότητα, ιμπρεσιονιστική πανοραμική θεώρηση τής ανθρώπινης κατάστασης στον πλανήτη Γαία!!!
Οι νεολογισμοί είναι καινούργια δρύινα βαρέλια για τον παλαιό μούστο.
Το καινοφανές δεν είναι (ακόμη) καινοπαγές.
Ο Αριστοτέλης ανατέμνει την νεκρή τραγωδία πολύ μετά την νεανική της ορμή. Κάθε «Ποιητική» είναι νεκροψία.
Η βάσανος, το βάσανο και το ομηρικόν «πήμα»… με ελεύθερο συνειρμό καταλήγουν εις το «άχθος αρούρης». «Είναι χαρίεν όν ο άνθρωπος, όταν ΆΝΘΡΩΠΟΣ είναι». Ειδικά ο/η/το Ποιητικό Υποκείμενο.
Ο γράφων κι ο υπάρχων δεν είναι ένα και το αυτό πρόσωπο.
Είμεθα πολλοί, έτσι ώστε το «εγώ» να εμπεριέχει συνεκδοχικώ τω τρόπω το «εμείς».
Από την Αναγέννηση και μετά, ο Διαφωτισμός, η Πρώτη και Δεύτερη Βιομηχανική Επανάσταση (όπως ο Πρώτος και Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος) οδήγησαν σε μια υπερτροφική διόγκωση των ατομικοτήτων εις βάρος των όποιων τυχαίων ή συγκαιριακών συλλογικοτήτων.
Αυτός ο «ε-αυτισμός» [δικός μου ο νεολογισμός – copyright] εξακολουθεί το καταστροφικό του ισοπεδωτικό έργο προκαλώντας την μεταμοντέρνα «αποδόμηση», καθιστώντας την μετανεωτερική εποχή εφιαλτική μεσαιωνικού τύπου δυστοπία, που μόνον ως μεταβατική-μεταιχμιακή μπορεί να γίνει ανεκτή και να θεωρηθεί υποφερτή.
Σύμφωνα με την «Αειροϊκότητα» τού Σύμπαντος Κόσμου [κι αυτός ο νεολογισμός δικής μου κοπής και εμπνεύσεως] μετά το βαθύ αδιαπέραστο Σκοτάδι αχνοχαράζει λαμπροτάτη Ηώς που σημαίνει την έλευσιν τής καινούργιας ημέρας (εξ ου και το ρήμα «εξ-ημερώνω»).
Η νεορομαντική ανάγκη για πρωτοτυπία, ο φυγάνθρωπος λογοτέχνης-καλλιτέχνης που θεωρεί τον εαυτό του ελέω θεού αυθεντία, που βασίζεται στην έμπνευση και εντάσσεται στον λατινικό όρο “poeta vates” είναι πλέον τόσον απαξιωμένος πού μόνον ως γελοιογραφικό αντικείμενο μπορεί να εκληφθεί.
Κι εάν «δεν υπάρχει παρθενογένεση στην Τέχνη» ποία η ανάγκη τής υπογραφής;
Αφού κανείς μας δεν δημιουργεί «σχολή», μήτε καν οι αρχαίοι δραματικοί ποιητές που «τρέφονταν με ψίχουλα από το τραπέζι τού Ομήρου», προς τι ο σύγχρονος άκρατος-άκριτος-άτυπος «αυτό-θρίαμβος»; Η όποια συγκαιριακή συντεχνιακή αποθέωση μόνον αρνητικό αντίκτυπο μπορεί να έχει. Δράση-αντίδραση.
Η σεμνότητα και η ταπεινότητα, η υποχώρηση τού εγώ έναντι τού εμείς είναι το κλειδί για την όποια πρόσκαιρη «αθανασία τής στιγμής» [κι αυτός ο όρος είναι δικής μου κοπής – δεν διεκδικώ όμως πνευματικά δικαιώματα, οι ιδέες κυκλοφορούν]…