You are currently viewing Κωνσταντίνος Χουλιούμης: Αντέχουν τον εκσυγχρονισμό οι τραγωδίες;

Κωνσταντίνος Χουλιούμης: Αντέχουν τον εκσυγχρονισμό οι τραγωδίες;

Είναι πολλοί οι καλλιτέχνες, σκηνοθέτες, ηθοποιοί, σκηνογράφοι, κ,α. που κατά καιρούς προσπαθούν να δώσουν μια νέα πνοή στις παραστάσεις των τραγωδιών, αλλάζοντας κυρίως το εικαστικό μέρος μιας παράστασης, (κουστούμια σκηνικά, κινήσεις ηθοποιών, εκφορά λόγου) αφού τα κείμενα, που είναι η πεμπτουσία της τραγωδίας, η δομή που έχουν δεν επιδέχονται απολύτως καμία αλλαγή. Η επιθυμία των καλλιτεχνών αυτών, ηθικά αποδεκτή, οφείλεται στο ότι θέλουν με τις όποιες αλλαγές να  περιλάβει η αρχαία τραγωδία και τα σημερινά συμβάντα, τις σημερινές “τραγωδίες” ανά τον κόσμο που είναι και πολλές. Στην παράσταση της τριλογίας  του Αισχύλου,“Ορέστεια” σκηνοθετημένη από τον Θ. Τερζόπουλο, που δόθηκε στην Επίδαυρο, πριν από μέρες, διαβάζω στις κριτικές που αναφέρουν ότι το θέατρο στο τέλος της παράστασης δονούνταν από τις ιαχές του κοινού, “Λευτεριά στην Παλαιστίνη” καλό αυτό. Μπορούμε όμως τώρα να πούμε, “ελαφρά τη καρδία” αν πέτυχε τον στόχο της η εκσυγχρονισμένη εικαστικά παράσταση;

Ο λαός της  Παλαιστίνης, αναντίρρητα, ζει μια τραγωδία. Τα θύματα είναι αναρίθμητα και είναι κυρίως άμαχοι. Δεν διαθέτουμε άλλη λέξη με ισχυρότερο συναισθηματικό φορτίο για να αποδώσουμε το συμβάν και έτσι καλά κάνουμε και την χαρακτηρίζουμε τραγωδία. Το ίδιο καλά επίσης ως τραγωδία χαρακτηρίζουμε και τα πολύνεκρα δυστυχήματα της ασφάλτου, και αυτό είναι ένα τραγικό συμβάν. Οι θεατρικές τραγωδίες ωστόσο είναι κάτι τελείως διαφορετικό.  Τα αρχαία αυτά  έργα ονομάστηκαν τραγωδίες για κάποιον άλλο λόγο και όχι για τα θύματα που σχεδόν πάντα περιείχαν. Το τραγικό στην θεατρική παράσταση δεν βρίσκονταν στον θάνατο, στην απώλεια ζωής, ή όχι μόνον στον θάνατο, αλλά βρίσκονταν πρωτίστως στα αδιέξοδα που προκαλούνταν στον πρωταγωνιστή από συγκρουόμενες αντιλήψεις, πράξεις, από το ατελέσφορο μιας απόφασης, στην αδυναμία των ανθρώπων μπροστά στους θεούς, μπροστά στην μοίρα.

Το ερώτημα λοιπόν είναι: επιδέχονται εκσυχρονισμό – εκμοντερνισμό – αναζωογόνηση – προσαρμογή στο σήμερα, οι τραγωδίες; Επιδέχονται τα κείμενά τους άλλες ερμηνείες από αυτή που είναι προφανής, αυτή που κραυγάζει, από αυτήν που έγινε αιτία να γραφτεί κάθε συγκεκριμένη τραγωδία; Μπορεί η “εικαστικότητα” που είπαμε παραπάνω να υποκαταστήσει την πεμπτουσία που κρύβεται στο κείμενο;  Αυτά είναι κεφαλαιώδη  ερώτημα που πρώτα  πρέπει να απαντηθούν και μετά οι καλλιτέχνες να αποτολμήσουν το κάτι άλλο.

 

Για να βάλουμε το δάκτυλο στον τύπο των ήλων μπορούμε να δούμε μερικά παραδείγματα από τις πιο κλασικές τραγωδίες αυτές που παίχτηκαν, διαβάστηκαν και μελετήθηκαν σε βάθος και σε έκταση από Έλληνες διανοούμενους και ξένους σημαντικούς Ελληνιστές.  Στην τραγωδία “ Ο Βασιλιάς Οιδίποδας” (Τύραννος, ήτοι βασιλιάς χωρίς να έχει κληρονομήσει τον θρόνο)  κάνει ότι μπορεί για να αποφύγει το πεπρωμένο του, αυτό που έχουν αποφασίσει οι μοίρες αλλά δεν το καταφέρνει. Πρώτα οι γονείς του προσπαθούν να τον εξαφανίσουν, μετά προσπαθεί ο ίδιος όταν μαθαίνει την προφητεία, αλλά δεν τα καταφέρνει. Η μοίρα γράφτηκε και δεν υπάρχει τρόπος να μην συμβεί. Δεν έχει κανένα άλλο κρυφό, μυστικό νόημα η τραγωδία αυτή. Από την άποψη της πλοκής της υπόθεσης είναι μεγαλοφυής η σύλληψη στον υπέρτατο βαθμό, αλλά μέχρις εκεί. Φαίνεται πως τον  Σοφοκλή, και την κοινωνία ολόκληρη βέβαια, ταλάνιζε το ερώτημα, “μπορεί κανείς να αποφύγει την μοίρα του;” Και απαντά ο ίδιος μέσα από το έργο του, ΌΧΙ, σχεδόν με απόλυτη βεβαιότητα. Ότι και να κάνεις, όπου και να πας, αυτή θα σε ακολουθεί.

Η δεύτερη τραγωδία, του Σοφοκλή πάλι, είναι η “Αντιγόνη” μια τραγωδία που έχουμε, όχι έναν αλλά τρεις νεκρούς, το ερώτημα που βασανίζει τον συγγραφέα και φυσικά πολλούς από τους Αθηναίους συμπολίτες του είναι “εάν κανείς δεν υπερασπίζεται την πατρίδα του, ακόμα και εάν στρέφεται εναντίον της πατρίδας του επιτρέπεται να τιμωρούμε τον νεκρό του, αφήνοντάς τον άταφο;” Η υπεράσπιση της πατρίδας είναι  βέβαια ιερό καθήκον, θεμελιώδες καθήκον, η τιμή όμως ενός ανθρώπου; μπορούμε να την παραβλέψουμε;

Η μη προσβολή ενός νεκρού είναι αυτό που θα λέγαμε σήμερα βασικό ανθρώπινο δικαίωμα και κανείς δεν μπορεί να το αφαιρέσει από έναν άνθρωπο ότι και να έχει κάνει. Εάν το κάνει, δηλαδή τον τιμωρήσει τότε το τίμημα για τον τιμωρό θα είναι βαρύ. Πολύ βαρύ, ασήκωτα βαρύ. Για αυτό ο Σοφοκλής βάζει και πεθαίνουν μαζί με την Αντιγόνη που υπερασπίζεται το πατρογονικό – θεϊκό δίκαιο, του ενταφιασμού του αδελφού της (βασικά ανθρώπινα δικαιώματα σήμερα) η γυναίκα του Κρέοντα Ευρυδίκη και ο γιος τους, Αίμωνας, που είναι αρραβωνιαστικός της Αντιγόνης. Οι δυο αυτοί φόνοι (αυτοχειρίες) θα μπορούσαν κάλλιστα να  είχαν αποφευχθεί αλλά έτσι γίνεται δραματικότερη η τραγωδία.

Το θέμα της ταφής ή όχι του νεκρού επανέρχεται από τον Ευριπίδη το 422 εν μέσω του Πελοποννησιακού πολέμου, στην τραγωδία του “Ικέτιδες” και ο ποιητής το χρησιμοποιεί για να στιγματίσει τους Θηβαίους, συμμάχους των Σπαρτιατών.

Τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός τα διακήρυξε πολύ, πολύ αργότερα με την Γαλλική επανάσταση το 1789 και μετά την διακήρυξη σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες έγιναν νόμοι  που έλαβαν υπόψιν τους αυτές τις αρχές.

 

Η Ορέστεια

Η Ορέστεια είναι η μόνη σωζόμενη τριλογία και η σωτηρία της μας βοηθάει να κατανοήσουμε σε βάθος τη λειτουργικότητα του  θεάτρου σε μια δημοκρατική κοινωνία και την σημαντικότητα του  θεατρικού, βαθιά προβληματισμένου λόγου. Το θέατρο μας αποκαλύπτεται εδώ ότι δεν ήταν παρά ένα στήριγμα της δημοκρατίας με την ελεύθερη διακίνηση ιδεών, μια βιωμένη φιλοσοφία αναγκαία στους πολίτες. Μια φιλοσοφία που δεν είναι θεωρητική σκέψη, λογικά τεχνάσματα ή λεκτικές φιοριτούρες, αλλά είναι το απαύγασμα ανθρωπίνων πράξεων και των κοινωνικών συνεπειών τους.

Στην πρώτη τραγωδία “Αγαμέμνων” έχουμε τον φόνο του βασιλιά Αγαμέμνονα και της ερωμένης του Κασσάνδρας από την γυναίκα του Κλυταιμνήστρα με συνεργό τον εραστή της Αίγισθο. Ο φόνος αυτός βρίσκει την δικαιολογία του στην θυσία της κόρης του Ιφιγένειας που έκανε ο Αγαμέμνονας, ο οποίος πρέπει να πούμε δεν το έκανε ελαφρά τη καρδία αλλά το έκανε προς το συμφέρον όλων των Ελλήνων. Έτσι δικαιολόγησε την πράξη του. Εξαπάτησε όμως για αυτόν τον σκοπό και την γυναίκα του και την κόρη του. Αυτή η θυσία γίνεται το έναυσμα των εκδικήσεων.

Στην δεύτερη τραγωδία Χοηφόρες έχουμε τον φόνο της Κλυταιμνήστρας και του Αιγίσθου από τον γιο της τον Ορέστη με την αγαστή συνεργασία της αδελφής του Ηλέκτρας. Συνολικά έχουμε μια θυσία, αρχικό αίτιο και τέσσερις φόνους Πρόκειται ολοφάνερα για αυτοδικίες, ή αλλιώς, βεντέτα. Η βεντέτα , την οποίαν σήμερα όλοι μας αποστρεφόμαστε μετά βδελυγμίας ήταν ωστόσο μια μορφή δικαιοσύνης στις φυλετικές – φατριακές κοινωνίες που ήταν πολύ κλειστές. Σε αυτές το άτομο, το “εγώ” ήταν ασφαλές, ευδοκιμούσε, και ήταν προστατευόμενο μέσα στα όρια της φατρίας και εκτενέστερα της φυλής. Η Αθήνα όμως είχε ξεπεράσει αυτό το στάδιο κοινωνικής οργάνωσης και είχε γίνει μια πολυφυλετική κοινωνία, δεν μπορούσε να λειτουργήσει με τέτοιας μορφής δίκαιο. Έπρεπε να δημιουργηθεί ….ένας “Άρειος Πάγος” που να λειτουργεί ανεπηρέαστος από φατρίες και φυλές, να λειτουργεί με κανόνες δικαίου και να τον στελεχώνουν οι άριστοι των αρίστων.

Οι δυο παραπάνω τραγωδίες γράφονται μόνο και μόνο για να καταλήξουμε στην τρίτη και σημαντικότερη. Στην τελευταία τραγωδία δεν υπάρχει κανένας φόνος. Στις  “Ευμενίδες” είναι η μόνη τραγωδία που συμμετέχουν με πρωταγωνιστικό ρόλο: α) Οι Ερινύες, χθόνιες θεότητες που αποτελούν μάλιστα τον χορό, προσωποποιημένες οι τύψεις και οι ενοχές των αδικοπραγούντων, β) το είδωλο της Κλυταιμνήστρας, γ) δυο θεότητες ο Απόλλων και η Αθηνά. Ο Ορέστης είναι ο μόνος άνθρωπος. ( Προπομποί και Προφήτις Πυθία έχουν πολύ μικρούς ρόλους) Εδώ η Αθηνά προστάτιδα των Αθηνών ιδρύει τον Άρειο Πάγο και στο εξής όλοι οι φόνοι, όλα τα βαριά αδικήματα (κακουργήματα) θα δικάζονται εδώ και εδώ θα απονέμεται η δικαιοσύνη. Πρόκειται για σημαντικότατο βήμα στον Ελληνικό πολιτισμό, που έγινε Ευρωπαϊκός στην συνέχεια της ιστορικής του εξέλιξης.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο έρχεται εδώ και η καθιέρωση, η επίσημη αναγνώριση, αφού “ντε φάκτο” είχε προ πολλού επιτευχθεί στην Αθηναϊκή κοινωνία,της πατριαρχίας. Δεν δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στο κείμενο, αλλά μπαίνει εμβόλιμα. Η Αθηνά αναφέρει στον στίχο 737 και μετά,

“για μένα μάνα καμιά δε με γέννησε

και τον άνδρα εγώ στα πάντα επιδοκιμάζω ολόψυχα

εκτός από τον γάμο, και απολύτως με το μέρος του πατέρα μου είμαι.

Γι’ αυτό σοβαρότερο δεν νομίζω τον θάνατο μιας γυναίκας

που τον άνδρα της σκότωσε, του σπιτιού τον προστάτη…”[1]

Μπορεί αυτό το περιεχόμενο των Ευμενίδων να προσαρμοστεί στο σήμερα; Φοβερά δύσκολο, για να μην πω αδύνατον. Δεν μπορείς να επέμβεις χωρίς να επιφέρεις βλάβη ανήκεστη. Το θέμα που διαπραγματεύονται οι τραγωδίες είναι από τα πρωταρχικά για την λειτουργία των πολυφυλετικών κοινωνιών και η συγκεκριμένη τριλογία διαπραγματεύεται τον τρίτο πυλώνα του δημοκρατικού πολιτεύματος, την ανεξάρτητη δικαιοσύνη.

Οι τραγωδίες δεν είναι σαν τα έργα του “θεάτρου του παραλόγου” των Σ. Μπέκετ, Ε. Ιονέσκο που ακόμα και αν παραλείψεις μερικές παραγράφους, ή και μερικές σελίδες, πάλι στο ίδιο νόημα θα καταλήξεις, δηλαδή ότι… δεν έχει νόημα.

 

 

 

 Κώστας  Χουλιούμης, Κοινωνιολόγος

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

[1]             Αισχύλος, Ευμενίδες, μετάφραση: Π.Δ. Αποστολίδης. Εκδόσεις, στιγμή. 2006.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.