Η ανάπτυξη του πολιτισμού στον Ελληνικό χώρο κατά τον 7ο – 4ο αιώνα, αποτελεί ακόμα και σήμερα ένα μυστήριο. Πρόκειται για ένα τεράστιο άλμα που τα παράγωγά του θα καθορίσουν για πολλούς αιώνες και τον πολιτισμό των μετέπειτα χρόνων στην Ευρώπη. Οι ιστορικοί της αρχαιότητας γνωρίζουν με λεπτομέρειες μικρά ασήμαντα όπως και εξόχως σημαντικά συμβάντα των χρόνων εκείνων, ωστόσο τους λείπει η συνεκτική ύλη, η γενεσιουργός αιτία που να δένει τα γεγονότα αυτά με την πολιτισμική παραγωγή εκείνων των χρόνων. Στο πολιτισμικό αυτό άλμα πρέπει οπωσδήποτε να συνυπολογίσουμε ως μέγιστα πολιτισμικά συμβάντα τη γέννηση της δημοκρατίας, τη γέννηση του θεάτρου, της γλυπτικής, της αρχιτεκτονικής, τη γέννηση των επιστημών.
Ο πολιτισμός όσο μεγάλος (δηλαδή, κοσμογονικός, ανατρεπτικός) και σημαντικός και αν είναι, όπως αυτός που δημιουργήθηκε στον Ελλαδικό χώρο, ή όσο ισχνός και περιορισμένης διάρκειας η επιρροή του, είναι πάντα ένα κοινωνικό προϊόν και συντελείται από τις καθαρά κοινωνικές ανάγκες. Τέτοιες ανάγκες είναι πρώτα απ’ όλα οι πολιτικές διευθετήσεις που θα ορίσουν με ποιον τρόπο η κοινωνία θα συνεχίσει να λειτουργεί αποτελεσματικά, θα παράξει περισσότερα αγαθά, περισσότερο πλούτο, με ποιον τρόπο θα διανεμηθεί ορθότερα ο πλούτος αυτός κλπ. Ακόμα σημαντικό ρόλο παίζουν το ποιες είναι οι πνευματικές, αξίες που οι πολίτες της χώρας ασπάζονται και ποιο το επίπεδο ανάπτυξης της επιστήμης;
Έχουν ιδιαίτερη σημασία τα θρησκευτικά πιστεύω που κυριαρχούν, κι αυτό γιατί η κοινή πίστη λειτουργεί πάντα, όποια και αν είναι αυτή, ως συνεκτική δύναμη της κοινωνίας. Η κοινή γλώσσα και οι θρησκευτικές πεποιθήσεις είναι που δίνουν ταυτότητα σε ένα σύνολο. Έτσι η οποιαδήποτε μικρή ή μεγάλη αλλαγή στις πεποιθήσεις αυτές έχει σοβαρές επιπτώσεις και επιδρά στην παραγωγή πολιτισμικού προϊόντος. Κατανοητό ότι η περιθωριοποίηση της θρησκείας που έγινε χάριν της εμφάνισης της επιστήμης στον Ελλαδικό χώρο παρήγαγε απίστευτα μεγάλο πολιτισμικό προϊόν.
Στον Ελλαδικό χώρο τον 7ο αιώνα είχαμε μια τέτοια αλλαγή ή καλύτερα προσπάθεια αλλαγής. Όλα αρχίζουν από το γεγονός ότι οι Έλληνες ως ικανοί ναυσιπλόες από κάποια στιγμή και μετά άρχισαν να αμφιβάλλουν για την δύναμη και την ικανότητα του Ποσειδώνα να τους φράξει τον δρόμο, γιατί αυτοί κατάφερναν να πάνε στον προορισμό τους όποιος και αν ήταν ο καιρός, όσο μεγάλα κύματα και αν σήκωνε ο θεός της θάλασσας, όσα εμπόδια και αν τους προκαλούσε. Η αμφισβήτηση των ιδιοτήτων, των ικανοτήτων ενός θεού είναι ταυτόχρονα και αμφισβήτηση της ύπαρξής του, αφού ο θεός είναι μια απόλυτη έννοια – οντότητα και για αυτό δεν μπορείς να αμφισβητήσεις μέρος αυτής της έννοιας.
Αυτό και μόνον φυσικά ήταν αρκετό να αρχίσει η αναζήτηση άλλων ερμηνειών από την μυθολογική αφήγηση περί κοσμογονίας με πρωταγωνιστές τους γνωστούς Θεούς και τους Τιτάνες. Την εναλλαγή των εποχών χωρίς τον μύθο της αρπαγής της Περσεφόνης. Αυτές οι αναζητήσεις απαντήσεων ήταν που γέννησαν την επιστήμη, με πρώτο “επιστήμονα” τον Θαλή (640 – 546) από την Μίλητο. Τα εισαγωγικά μπαίνουν γιατί ο Θαλής από πολλούς χαρακτηρίζεται ως ο πρώτος φιλόσοφος, αλλά είναι ο πρώτος επιστήμονας, αστρονόμος και γεωμέτρης, αυτός που πρόβλεψε την πρώτη ολική έκλειψη Ηλίου, το 585, αυτός είπε ότι η Σελήνη είναι ετερόφωτη, αυτός μέτρησε το ύψος των πυραμίδων και επίσης άφησε και πολλά γεωμετρικά θεωρήματα.
Τον Θαλή ακολούθησαν πολλοί και ιδιαίτερα σημαντικοί φιλόσοφοι – επιστήμονες, ( Ηράκλειτος, Ξενοφάνης, Δημόκριτος, Αναξιμένης, Πυθαγόρας κ.α.) που σήμερα τους αποκαλούμε όλους αυτούς προσωκρατικούς ή και φυσικούς, γιατί όλοι τους προβληματίζονταν και πρότειναν την πρωταρχική ύλη από την οποία πλάσθηκαν τα πάντα, τους απασχολούσε η δημιουργία της ζωής, από δω το επίθετο φυσικοί φιλόσοφοι. Όλα αυτά μαζί επέφεραν το πρώτο και καθοριστικό ρήγμα στο θεολογικό σύμπαν, στο μυθολογικό στερέωμα του κόσμου και προκάλεσαν στην συνέχεια την γέννηση της επιστήμης.
Αυτός είναι ο πρώτος βραχίονας κοινωνικής πραγματικότητας που δημιουργεί πολιτισμικό προϊόν, την φιλοσοφία και την επιστήμη. Ο άλλος βραχίονας δημιουργείται από την ανάγκη συμβίωσης πολλών ανθρώπων, πολλών φυλών στον ίδιο τόπο και αυτό ήταν το αποτέλεσμα της εξέλιξης της καλλιέργειας και παραγωγής γεωργικών προϊόντων, δηλαδή της εγκατάλειψης της συλλογής από την φύση της έτοιμης τροφής, (τροφοσυλλέκτες) Οι παραγωγικές μέθοδοι ευθύνονται για αυτό. Οι μέχρι τότε φυλετικές κοινωνίες επιβάλλεται να γίνουν πολυφυλετικές. Αυτό μπορεί να φαντάζει σήμερα εύκολο αλλά δεν είναι εύκολο καθόλου μα καθόλου.
Για να εκτιμήσουμε αυτή την σημαντική αλλαγή περάσματος από την μια κοινωνική μορφή οργάνωσης σε μιαν άλλη, από την φυλετική στην πολυφυλετική, οφείλουμε να αναλογιστούμε το γεγονός ότι την ίδια περίπτωση κοινωνικής αλλαγής είχαμε στην Παλαιστίνη, όπου οι 12 φυλές του Ισραήλ, για να αποτελέσουν ένα ενιαίο κρατικό σύνολο, έπλασαν τον μονοθεϊσμό. Το Εβραϊκό κράτος κατέστη δυνατό μόνον μέσω του μονοθεϊσμού. Μονοθεϊσμός συνεπάγεται ένας αρχηγός – ηγέτης της κοινωνίας που δεν αμφισβητείται από κανέναν γιατί ορίζεται από τον Θεό, παίρνει εντολές από τον παντοδύναμο θεό και απολογείται μόνον σε αυτόν. Δηλαδή το βάρος της ηθικής ευθύνης των πράξεών του μετατίθενται στον θεό, που βέβαια είναι εξ ορισμού και αλάθητος και δίκαιος. Διότι στην πολυφυλετική κοινωνία το πρώτο και σημαντικότερο πρόβλημα είναι το ποιος θα κυβερνά, ποιος θα έχει την ευθύνη να απονέμει το δίκαιο, όπως και από ποια φυλή θα προέρχεται αυτός, οπότε το κύριο ερώτημα εδώ αφορά στο ποια είναι η πηγή άντλησης δύναμης της εξουσίας και από πού αντλείται το απαραίτητο και αναμφισβήτητο κύρος της για να επιτευχθεί η αναγκαία κοινωνική συνοχή.
Για την διασφάλιση της πολυπόθητης κοινωνικής συνοχής στους μεν Εβραίους έχουμε ΤΟΝ Θεό, στους δε Έλληνες ΤΗΝ Δημοκρατία. Επιτρέψτε μας να εκφραστούμε έτσι “Το πρώτο σύστημα είναι παν-εύκολο, το δεύτερο παν-δύσκολο”. Στο θεοκρατικό, το άτομο έχει μια και μόνον επιλογή, να υπακούσει στις αποφάσεις του ηγέτη, δεν χωράει τίποτα άλλο. Στην Δημοκρατία απαιτούνται μια σειρά διαδικασιών, μια σειρά από βήματα για να βγει (κατά πλειοψηφία) η έγκυρη απόφαση, όχι η αδιαμφισβήτητη απόφαση, γιατί για αυτήν χρειάζεται να πεισθούν όλοι ανεξαιρέτως, ότι η απόφαση είναι η μόνη ενδεδειγμένη και ορθή.
Με τον Δεκάλογο που παρέλαβε ο Μωυσής από τον ίδιο τον Παντοκράτορα, κατά την Παλαιά Διαθήκη πάντα, η κοινωνία πετυχαίνει την συνοχή της μέσα από την αναντίρρητη υπακοή στις αποφάσεις του ηγέτη. Στην Αθήνα όμως δεν υπάρχει αυτή η ευκολία. Ο καθένας μπορεί να επιχειρηματολογεί για την δικαίωση της άποψής του, ακόμη και μετά την λείψη της απόφασης από την πλειοψηφία. Ακόμα μπορεί κανείς να εναντιωθεί, να συκοφαντήσει, να λοιδορήσει, να προσβάλει τα άτομα που έλαβαν την απόφαση.
Αυτή η δυνατότητα, της υποστήριξης ακόμα και της αντίθετης άποψης, γεννά τις τέχνες και πιο συγκεκριμένα την αφηγηματική τέχνη. Αυτό το κοινωνικό γεγονός δημιούργησε τους Σοφιστές, ένα κίνημα με αναγεννησιακή δύναμη που εάν επικρατούσε η εξέλιξη του Ευρωπαϊκού πολιτισμού θα ήταν τελείως διαφορετική. Δυστυχώς όμως το κίνημα αυτό μας έμεινε γνωστό από τον φθόνο που έτρεφε ο Πλάτωνας για αυτό.
Στις δυο αυτές κοινωνικές μεταμορφώσεις ωστόσο, πρέπει να το επισημάνουμε αυτό, συναντούμε τα δυο βασικά χαρακτηριστικά του Ευρωπαϊκού πολιτισμού. Τον μονοθεϊσμό που υιοθέτησε ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος μετά την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας (325) και την Δημοκρατία μετά το 1789 που εφάρμοσε η Μεγάλη Κοινωνική Επανάσταση στην Γαλλία. Αποτίναξε την ελέω Θεού εξουσία, (βασιλεία, μοναρχία, αυτοκρατορία κλπ) και επέβαλε την Δημοκρατία που θα λειτουργούσε πλέον όχι ελέω θεού αλλά μέσα σε προκαθορισμένα εξ αρχής συνταγματικά πλαίσια.
Όσο αφορά ευρύτερα το ερώτημα γιατί η Δημοκρατία γεννά πολιτισμό, η απάντηση δίνεται με την αντιδιαστολή της στην θεοκρατία, όπου αυτό που ενδιαφέρει τους κρατούντες σε αυτές τις κοινωνίες είναι η ισχύς της εξουσιαστικής τους δομής. Αυτή δομείται άτεγκτη, ανάλγητη, αμείλικτη, αποκλειστικά αφοσιωμένη στο έργο της. Αυτό που μπορεί να προκαλέσει περισπασμό σε αυτό το καθήκον είναι τα “καινά δαιμόνια” που επιφέρει η τέχνη, τα οποία δρουν υποδόρια. Κοινωνίες με τέτοια ιεραρχική δομή εξουσίας είναι συνήθως οι μουσουλμανικές και εκεί μπορούμε να δούμε πως η τέχνη της ζωγραφικής δεν υφίσταται, οι τέχνες του χορού και της μουσικής υφίστανται υποτυπωδώς. Υπάρχουν ισχυρές θρησκευτικές μειοψηφίες που αντιτάσσονται σε αυτές και ζητούν την απαγόρευσή τους. Ομοίως δεν υπάρχει η γλυπτική. Ό,τι γίνεται στην κοινωνία γίνεται για να επιβεβαιώσει την αυθεντία της εξουσίας, το αλάθητο της εξουσίας, την απονομή θεϊκής δικαιοσύνης από την ηγεσία, σε κάθε βαθμίδα της.
Κωνσταντίνος Χουλιούμης, Κοινωνιολόγος