Τα πλούτη απομακρύνουν τους ανθρώπους…
Ένας νεαρός λαντζέρης κερδίζει εκατομμύρια σε ένα τυχερό παιχνίδι. Πολλά λεφτά. Δύο πρόσωπα σκέφτηκε αμέσως: τη μάνα του και τη Μάρα, δασκάλα μπαλέτου, που δεν τολμάει να της μιλήσει, γιατί φοβάται μήπως τον απορρίψει. Ένιωθε πολλά και τίποτα ταυτόχρονα.Ένα γεμάτο κενό. Ένα κενό γέμισμα. Όχι ότι δεν χάρηκε, όμως ήταν κάτι πολύ ξένο γι΄ αυτόν. Ποτέ του δεν είχε φανταστεί τον εαυτό του ματσωμένο.
Έχει είκοσι μέρες για να εξαργυρώσει το δελτίο. Αποφασίζει να περιμένει. Δεν ξέρει αν είναι η κατάλληλη ώρα ακόμα να πάρει τα λεφτά ή αν χρειάζεται να περιμένει λίγο ακόμα να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα στο κεφάλι του. Ίσως όταν κάνει τέτοιες σκέψεις να φταίει κάποιο σκάλωμα απευθείας από το βάθος του υποσυνειδήτου του. Ένα σκάλωμα που θα μεγάλωσε και θα μεταμορφώθηκε σε κάτι που δεν μπορεί να αναγνωρίσει.
Η Μάρα εν τω μεταξύ γίνεται η γκόμενα του συνεργάτη του, του Σάκη.
Ο νεαρός πάει και κάθεται δίπλα στην σκοτεινή θάλασσα. Ρωτάει τη θάλασσα αν τα λεφτά φέρνουν την ευτυχία. Εισπράττει τη σιωπή της. Είναι κι αυτό μια απάντηση όμως-δεν είναι ;
Μονολογεί : «Ας μην ακολουθούσα τον Σάκη με την παράνομη γκόμενα του εκείνο το απόγευμα. Ας μην πήγαινα να τρίψω στη μούρη του τις φωτογραφίες .Ας το εξαργύρωνα το γαμημένο το δελτίο. Τι στο διάολο με εμπόδιζε ;Τι χρόνο ήθελα για να το επεξεργαστώ ;Τι είναι αυτό το σκάλωμα που με εμποδίζει και κρύβεται μέσα μου ; Η μάνα μου τι φταίει ; Έχει σκεβρώσει το κορμί και η ψυχή της από τη δουλειά στα φαγάδικα και ο γιος της την άφησε να σκεβρώσει λίγο ακόμα, γιατί ήθελε να το διασκεδάσει, να δει πώς είναι να ζει κανείς με την ιδέα των εκατομμυρίων και μόνο .Κουραφέξαλα. Και η Μάρα ;»
Τα χρονικά περιθώρια για την εξαργύρωση των χρημάτων λιγοστεύουν…
Τα πράγματα παίρνουν μια απρόσμενη τροπή.
Φέρνουν τα χρήματα την εξιλέωση ή όχι; Για να τα έχεις όλα γίνεσαι τελικά σκλάβος της ύλης και των χρημάτων. Δεν υπάρχει χρόνος ούτε να κοιτάξεις γύρω σου για τα πιο όμορφα πράγματα που μας χάρισε αυτός ο κόσμος δωρεάν μένοντας κλεισμένος στο καβούκι της ατομικότητας και της μοναξιάς. Τα μάτια σαν πυγολαμπίδες έλκονται από το έντονο φως της επιτυχίας. Μόλις όμως το φτάσεις καίγεσαι.
Αυτός λοιπόν που δεν έχει τίποτα τα έχει όλα, όλα τα δωρεάν αυτού του κόσμου. Αγάπη, τρυφερότητα, ενσυναίσθηση και κυρίως χρόνο για αυτόν και τους συνανθρώπους.
Το μόνο που συνήθως χρειάζεται είναι να έχει υγεία. Κάτι που το ζητάμε όλοι όταν ειδικά την χάσουμε…
Τι θα συμβεί τελικά στον ήρωα αυτής της νουβέλας;
Η πλοκή της νουβέλας εκτυλίσσεται με γρήγορο ρυθμό ενσωματώνοντας εμβόλιμα και με παιγνιώδη διάθεση κάποια τεκμήρια που την εμπλουτίζουν. Ο λόγος είναι ασθματικός , ενώ οι διάλογοι έχουν κρίσιμο ρόλο στη ροή της αφήγησης.
Διαβάστε το.
Ο Δημήτρης Στατήρης γεννήθηκε στη Λάρισα το 1985. Σπούδασε μηχανολογία. Διηγήματά του έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες, και έχουν μεταφραστεί στα ιταλικά. Έχει εκδώσει τις συλλογές διηγημάτων «ο σολίστ και άλλα πεζά», Θράκα 2016, «ξένοι στην κόψη», Σμίλη 2018, «προτομές», Σμίλη 2020 και τη νουβέλα «Εκεί που η όραση περισσεύει», Θράκα 2022.
Κώστας Α. Τραχανάς