You are currently viewing  Κώστας Χουλιούμης:   Η αισθητική στη γλυπτική και αρχιτεκτονική της αρχαίας Αθήνας

 Κώστας Χουλιούμης:   Η αισθητική στη γλυπτική και αρχιτεκτονική της αρχαίας Αθήνας

 

                                       

Από τον 7ο αιώνα π. Χ. και μετά, στις περιοχές όπου κατοικούν Έλληνες στην Μεσόγειο αρχίζουν και διαμορφώνονται οι συνθήκες υπέρβασης του πολιτισμού της καθημερινότητας. Με τον όρο αυτόν χαρακτηρίζουμε όλους τους πολιτισμούς που υπάρχουν σε όλες τις κοινωνίες και δεν ξεπερνούν τις περιγραφές καθημερινών εργασιών, των καθημερινών συνηθειών. Πώς καλλιεργούν τα τρόφιμα τους, πώς τα συγκομίζουν, τί τροφές καταναλώνουν και τα παρόμοια. Για να γίνει το πέρασμα του πολιτισμού σε ένα υψηλότερο επίπεδο, τέτοιο που να παράγεται πολιτισμικό προϊόν χρειάζεται να αυξηθεί ο πληθυσμός και να αυξηθεί σημαντικά η ευημερία της κοινωνίας και ακολούθως η δημιουργία κοινωνικών τάξεων.

 

Στις μικρές κοινωνίες και σχεδόν πάντα φτωχές, όλες οι σχέσεις των ανθρώπων, είναι σχέσεις προσωπικές, σχέσεις συγγενικού βαθμού αλλά και απλές σχέσεις εγγύτητας, όπου η εγγύτητα συγκατοίκησης, η καθημερινή συνάντηση είναι παράγοντας για τη δημιουργία απλά μια σχέση οικειότητας. Στις μεγάλες τώρα κοινωνίες υπάρχουν πάρα πολλές τυπικές σχέσεις, σχέσεις χωρίς κανέναν συναισθηματικό δεσμό, που όμως επιβάλουν… “καλή συμπεριφορά.” Αυτή η καλή συμπεριφορά, σήμερα θεωρείται αυτονόητη αλλά δεν ήταν πάντα έτσι.

Από τον πέμπτο αιώνα και μετά η Αθήνα αναπτύσσεται ραγδαία και οι παλαιές πολιτισμικές δομές δεν την ικανοποιούν. Οι πολίτες ασφυκτιούν. Πρέπει να βρεθούν τα μέσα που θα βοηθήσουν τους ανθρώπους να ξεπεράσουν μια τέτοια κατάσταση. Οι Αθηναίοι και μαζί με αυτούς όλοι οι άλλοι Έλληνες “ανακαλύπτουν” τις Καλές Τέχνες. Αυτές είναι που θα τους βγάλουν από το αδιέξοδο. Πόσες είναι όμως οι Καλές Τέχνες και ποιες είναι συγκεκριμένα;

 

 

Πόσες είναι… οι έξι Καλές Τέχνες

 

 

Όταν εμφανίστηκε ο κινηματογράφος τον αποκάλεσαν όλοι “Η 7η Τέχνη” άρα πριν από αυτόν οι τέχνες λογαριάζονταν σε έξι. Σήμερα ωστόσο πολλοί ειδικοί και μη, προσθέτουν και άλλες όπως τη φωτογραφία, και την αγγειοπλαστική, την χαρακτική, και την βιβλιοδεσία, τα κόμικς και…ότι προαιρείσθε. Εμείς εδώ θα μείνουμε στην παραδοσιακή αντίληψη  ήτοι στις έξι τέχνες και κι αυτό γιατί θεωρούμε ότι για να ονομαστεί μια Τέχνη Καλή θα πρέπει να έχει μια ισχυρή άδηλη λειτουργικότητα την οποία δεν έχουν οι προαναφερόμενες ( φωτογραφία, κ,α). Μπορεί μερικοί που ασχολούνται με τις τέχνες αυτές να είναι ιδιαιτέρως ικανοί, να παράγουν ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα, να τους απονέμεται δικαίως ο τίτλος του καλλιτέχνη αλλά το παραγόμενο προϊόν δεν έχει την άδηλη λειτουργικότητα που είπαμε.

Οι έξι λοιπόν Καλές Τέχνες χωρίζονται σε δυο ας τις ονομάσουμε έτσι, “κατηγορίες”. Στη μια κατηγορία ανήκουν ο χορός, η μουσική και ζωγραφική και στην άλλη η αρχιτεκτονική η γλυπτική και αφηγηματική τέχνη. Η πρώτη κατηγορία προϋπήρχε της Αθηναϊκής Δημοκρατίας και υπάρχει σήμερα σε πολύ μικρές κοινωνίες, σε όλες τις φυλές του Αμαζονίου και της Υποσαχάριας Αφρικής. Οι τέχνες αυτές λειτουργούν σχεδόν πάντα μαζί ταυτοχρόνως και μπορούν να εκληφθούν ως μια ενιαία τέχνη αφού η λειτουργικότητά τους είναι μία. Μόνον που όταν εδώ λέμε ζωγραφική δεν εννοούμε τίποτα άλλο παρά  την χρήση χρωμάτων για πρόκληση συναισθήματος. Στις φυλές αυτές τα άτομα πιθανόν να βάφονται και να στολίζονται καθημερινά, βάφονται όμως ιδιαίτερα στις κοινωνικές τους συναθροίσεις όπου έχουν κάποιο λόγο να χορέψουν. Με τον χορό το άτομο, πιο συχνά η γυναίκα, θέτει τον εαυτό της στο κοινωνικό επίκεντρο, και αν προκαλέσει το ενδιαφέρον των ανδρών και αυτό εκδηλωθεί, τότε μπορεί να επιλέξει η ίδια. Βεβαίως η επιλογή ερωτικού συντρόφου είναι μια διαδικασία αλληλεπίδρασης και επιτυγχάνεται μέσα από αυτές τις τέχνες. Σε γενικές γραμμές την διαδικασία αυτή την συναντάμε και στο ευρύτερο ζωικό βασίλειο. Όσο για την λειτουργία των χρωμάτων οι λαοί αυτοί την χρησιμοποιούν και σε περιπτώσεις συγκρούσεων μεταξύ τους, όπου χρησιμοποιούν τα σκούρα χρώματα, πρωτίστως το μαύρο για να τρομάξουν τον αντίπαλο, άρα γνωρίζουν την λειτουργία του χρώματος.

 

 

Οι  τρεις  “πολυτελείς”  Καλές  Τέχνες

 

 

Οι εναπομείνασες Καλές Τέχνες που είναι αρχιτεκτονική, γλυπτική και αφηγηματική τέχνη γεννήθηκαν στην Αθήνα. Γεννήθηκαν ως τέχνες γιατί ως δραστηριότητες υπήρχαν και αυτές από αιώνες πριν. Οι άνθρωποι πάντα έκτιζαν σπίτια, πυραμίδες, παλάτια και πάντα αφηγούνταν διάφορες ιστορίες, παρίσταναν μορφές σε πέτρες, σε ξύλα. Δεν ήταν αυτή η συνεισφορά των Ελλήνων. Οι Έλληνες συνέβαλαν στο να γίνουν αυτές οι δραστηριότητες τέχνες, καλές τέχνες.

Ξεκινώντας να τις εξετάζουμε μια μια θα διαπιστώσουμε το μεγαλείο των τεχνών αυτών.

Δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι με τα έργα τέχνης έχουμε ένα είδος επικοινωνίας. Όταν στεκόμαστε μπροστά σε ένα έργο τέχνης, ακούμε, διαβάζουμε κλπ ταυτιζόμαστε με αυτό, με τους ήρωες του ή αποστασιοποιούμαστε από αυτό. Το καταλληλότερο παράδειγμα εδώ είναι όταν παρακολουθούμε  μια τραγωδία, ταυτιζόμαστε πλήρως με τον πρωταγωνιστή (μπορούν να μας συμβούν και εμάς αυτά που παθαίνει) και για αυτό κλαίμε, ενώ όταν παρακολουθούμε μια κωμωδία αποστασιοποιούμαστε από τον πρωταγωνιστή (δεν είμαστε εμείς, σκεφτόμαστε, τόσο μπούφοι όσο ο πρωταγωνιστής) και για αυτό γελάμε. Τα έργα τέχνης ασκούν πάνω μας έλξη ή απώθηση.

 

 

Η Αρχιτεκτονική

 

 

Αυτό που θαυμάζουν όλοι όσοι επισκέπτονται την Ακρόπολη είναι η ομορφιά για την οποία χρειάστηκαν αμέτρητες εργατοώρες που πληρώθηκαν από το κράτος των Αθηνών για να κάνουν ωραίο τον Παρθενώνα και το Ερέχθειο. Οι εργατοώρες αυτές μερικά χρόνια νωρίτερα δεν θα πληρωνόντουσαν γιατί δεν συμβάλουν καθόλου στην στατικότητα των κτηρίων.  Δεν έχουν τίποτα το λειτουργικό να προσθέσουν, παρά να το κάνουν όμορφο, ελκτικό, δηλαδή να αποπνέει σαγήνη. Η τέχνη της αρχιτεκτονικής βρίσκεται ακριβώς στην προσθήκη των μη λειτουργικών μη αναγκαίων για την σταθερότητα του κτηρίου στοιχείων και αυτό γίνεται για λόγους αισθητικής και μόνον.

 

Τι επεδίωκε ο Περικλής (495 – 429) που ξεκίνησε αυτό το υπέροχο ταξίδι, να κάνει όμορφη την Αθήνα με πολλά  δημόσια κτήρια και με την Ακρόπολη; Ποιο μπορούσε να είναι το όφελος για την πόλη; Μα να επιβεβαιώσει την υπεροχή του συλλογικού ΕΓΩ, του εγώ της πόλης πάνω στο ατομικό αλλά και την υπεροχή, μέσω της επίδειξης πλούτου και ομορφιάς, της πόλης των Αθηνών απέναντι σε όλες τις άλλες πόλεις, καθώς και στους πρεσβευτές και στους ξένους επισκέπτες της, σηματοδοτώντας τη υπεροχή της δημοκρατίας απέναντι στις μοναρχίες εκείνης της εποχής.

 

Η γλυπτική

 

 

Το ίδιο με την αρχιτεκτονική, η γλυπτική προϋπήρχε στον ελλαδικό χώρο, χιλιετίες πριν. Λόγου χάριν τα Κυκλαδικά Ειδώλια, όμως αυτά τα περισσότερα από όσα έχουν βρεθεί, βρέθηκαν σε τάφους, είναι 25 -30 εκατοστά η πλειονότητά τους, τα οποία προφανώς εκπλήρωναν κάποια δοξασία, πολύ πιθανόν να κρατούν συντροφιά στους αποδημήσαντες. Το ίδιο και οι κούροι σκαλισμένοι πανομοιότυπα, με τα χέρια σε γροθιές, κολλημένα στο σώμα τους, το αριστερό πόδι μπροστά που τοποθετούνταν ως παραστάτες στις εισόδους των οικιών, λειτουργούσαν ως συμβολικοί φύλακες. Δηλαδή τα “αγάλματα” αυτά δεν κατασκευάζονταν για την ομορφιά τους και μόνον.

Η γλυπτική έγινε καλή τέχνη όταν άρχισε να παράγει οντότητες για την ομορφιά τους. Στην Αθήνα αλλά και αλλού σε όλο τον Ελληνικό χώρο άρχισαν να παράγουν τι άλλο; Θεούς. Για να κάνω ευκολονόητο αυτό που θέλω να πω και για να μην υπάρξουν παρεξηγήσεις μπορούμε να δούμε άλλους πολιτισμούς και πως αυτοί αντιλαμβάνονταν τους θεούς τους.

Οι Αιγύπτιοι που προηγήθηκαν των Ελλήνων φαντάζονταν τους θεούς τους με κεφάλια ζώων. Οι Βουδιστές παριστάνουν τον Βούδα, ο οποίος ήταν άνθρωπος,, είναι βεβαιωμένο αυτό, σε αγάλματα τεραστίων διαστάσεων, ένας εξ αυτών είναι 116 μέτρων και στηρίζεται πάνω σε βάθρο 14 μέτρων, δηλαδή να στέκεσαι μπροστά του και να αισθάνεσαι…μύγα. Οι Ινδιάνικες φυλές στην Αμερική  είχαν τερατόμορφους θεούς που παριστάνονταν ανάγλυφα. Οι Κινέζοι παριστάνουν τον Κουμφούκιο, και αυτός αποδεδειγμένα άνθρωπος αποδίδοντάς τον στην γενέτειρά του με άγαλμα με ύψους 72 μέτρων. Οι θεοί των Ινδουιστών οι γυναικείες θεότητες αναπαριστώνται με 4 ή 6 ζευγάρια χέρια. Ο Βούδας  των 1000 ματιών και 1000 χεριών όπως ονομάζεται παριστάνεται (το άγαλμα αυτό είναι στην Κίνα) με 20 ζευγάρια χέρια και ύψος 99 μέτρων.

Δεν πρέπει λοιπόν να μας μένει καμιά αμφιβολία στο ελληνικό πάνθεο, οι θεοί ήταν οι ωραιότεροι  που έπλασαν οι άνθρωποι. Αξιαγάπητοι, αξιέραστοι και αξιοθαύμαστοι. Αυτό ήταν που έκανε την γλυπτική τέχνη. Αυτό το άλμα στην αντίληψη της θεότητας έδωσε την ευκαιρία να αποδοθούν στην αιωνιότητα, να χαραχθούν στο μάρμαρο και σημαντικοί πολίτες. Αυτό μας παραδόθηκε ως μεγάλη κληρονομιά μέσα από την οποία γνωρίζουμε σήμερα μια σειρά φιλοσόφων, πολιτικών, στρατηγών κλπ.

 

 

 

        Κώστας Χουλιούμης, Κοινωνιολόγος

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.