You are currently viewing Κώστας Ξ. Γιαννόπουλος: Φίλιπ Κερ, και η τριλογία μιας πόλης και μιας εποχής

Κώστας Ξ. Γιαννόπουλος: Φίλιπ Κερ, και η τριλογία μιας πόλης και μιας εποχής

«Αυτό που θέλω να πω είναι ότι ποτέ δε με θεώρησα κάτι σπουδαίο. Όσο μεγαλώνεις, αυτό το “πράσινο φως” αλλάζει. Στην αρχή ήταν η συγγραφή. Μετά, το να ταξιδεύω σε διάφορα μέρη». Από συνέντευξή του.

 

Ίσως δεν υπάρχουν είδη στη λογοτεχνία. Θέλω να πω είδη δεύτερης ποιότητας και λογοτεχνία υψηλή. Βραβευμένη, με το δημιουργό της φορτωμένο διακρίσεις και ευτυχή με πολυπληθείς αναγνώστες και πλούσιο από την είσπραξη των συγγραφικών του δικαιωμάτων του. Υπάρχει αυτό  που λέμε επιτυχημένος συγγραφέας. Όπως και εύπεπτη και ευπώλητη λογοτεχνία η οποία δεν είναι άξια του ονόματός της. Αλλά δεν είναι αλήθεια πως όποιος έχει επιτυχία και μεγάλο κοινό που περιμένει με λαχτάρα το νέο του βιβλίο είναι σώνει και καλά κακός, φτηνός γραφιάς χωρίς λογοτεχνική συνείδηση και χωρίς συναίσθηση ευθύνης απέναντι στο κοινό που τον διαβάζει.

Είναι γνωστό πως αν όλα ήταν λογοτεχνία τότε τίποτα δεν θα ήταν λογοτεχνία.

Κι αυτό το είχε κατανοήσει ο Φίλιπ Κερ, όταν τον άκουσαν να λέει στην 13η Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης το 2016 που ήταν προσκεκλημένος μαζί με τις εκδόσεις Κέδρος που τον εκδίδουν στην Ελλάδα από την εποχή της σπουδαίας Τριλογίας του Βερολίνου:

«Η μεγάλη, η υψηλή λογοτεχνία είναι κάτι περισσότερο από το να πεις μια ιστορία. Είναι φιλοσοφία. Τις περισσότερες φορές είμαι ένας μυθιστοριογράφος. Αλλά στοχεύω σ’ εκείνες τις λίγες στιγμές που νιώθω φιλόσοφος. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι η στιγμή που η λογοτεχνία γίνεται λογοτεχνία».

Ήταν ακριβώς η στιγμή που ένας επιτυχημένος συγγραφέας, ένας σπουδαίος μυθιστοριογράφος αστυνομικών μυθιστορημάτων – δηλαδή ένας κατά τεκμήριο απατεώνας που γράφει παραπλανώντας, σοκάροντας αλλά και γι αυτό σαγηνεύοντας το κοινό – έλεγε δημόσια μια μεγάλη αλήθεια. Όντως ένας μυθιστοριογράφος λέει ιστορίες τροφοδοτώντας τη μεγάλη ανεξάντλητη παρακαταθήκη της λογοτεχνίας. Αλλά δεν αρκείται σ’ αυτό, αν και ο αφηγητής ιστοριών είναι κάτι σημαντικό ψάχνει το κρυμμένο υπόβαθρό της για να αγγίξει αυτό που λέμε λογοτεχνία με όλη της τη σημασία.

Η Τριλογία του Βερολίνου [1989-1991] άρκεσε πάντως για να ανακηρυχτεί ο Φίλιπ Κερ, μαιτρ της νουάρ λογοτεχνίας.

Μέσα σ’ ένα βερολινέζικο σκηνικό μιας πόλης πιασμένης στα δίχτυα  της επερχόμενης ανόδου και της πτώσης του Χίτλερ στην εξουσία ο Φίλιπ Κερ αναλαμβάνει να αφηγηθεί τρεις διαφορετικές αυτόνομες ιστορίες. Και στις τρεις όπως και σε πολλές, τις περισσότερες από τις επόμενες, βασικός ήρωας είναι ο ντεντέκτιβ Μπέρνι Γκούντερ, πρώην αστυνομικός επιθεωρητής της Κρίπο [Kriminalpolizei: δίωξη εγκλήματος] και με σημαντικές επιτυχίες μάλιστα στη διάρκεια της σταδιοδρομίας του, που τώρα προσπαθεί να επιβιώσει στο ζοφερό και ανθυγιεινό κλίμα που επικρατεί στην πόλη.

Η πρώτη, οι Βιολέτες του Μάρτη διαδραματίζεται σε ένα Βερολίνο που περιμένει και προετοιμάζεται για τους Ολυμπιακούς αγώνες του 1936 – κομβική στιγμή για την νεοπαγή ναζιστική εξουσία που μετρά μόλις τρία χρόνια ζωής και φιλοδοξεί να δείξει στον κόσμο την ισχύ της. μια πόλη γκρίζα, καταθλιπτική με τα πρόσωπα των κατοίκων της ανέκφραστα και αβέβαια και τη βροχή να τη δέρνει ταράζοντας την  σιωπηρή αναμονή. Τη στιγμή που η διασκέδαση, ευθυμία κι η ξενοιασιά την έχουν εγκαταλείψει. Τα καμπαρέ και η ξέφρενη τζαζ έχουν σιγήσει.

Σ’ αυτό το άδηλο, αμφίβολο σκηνικό ο Μπέρνι Γκούντερ αναλαμβάνει να βρει το βαρύτιμο κλεμμένο κολιέ της κόρης ενός εκατομμυριούχου για να ανακαλύψει στη διάρκεια της έρευνας πως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όσο δείχνουν.

Στο δεύτερο μυθιστόρημα τον Χλομό εγκληματία βρισκόμαστε δύο χρόνια αργότερα από το προηγούμενο, το 1938, όταν ο Χίτλερ έχει καταφέρει να εδραιώσει την κυριαρχία του και είναι έτοιμος να βάλει σε εφαρμογή τα μεγαλεπήβολα σχέδιά του για τη βίαιη κατάκτηση του κόσμου. Ο Μέρνι Γκούντερ επιδίδεται στην εξιχνίαση μιας σειράς αποτρόπαιων φόνων κοριτσιών, ενώ παράλληλα αναλαμβάνει μια υπόθεση εκβιασμού του ομοφυλόφιλου γιου μιας πάμπλουτης μεγαλοεκδότριας, ο οποίος κινδυνεύει να οδηγηθεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης λόγω της απαγόρευσης  της ομοφυλοφιλίας.

Στο τρίτο μυθιστόρημα είμαστε πάντα στο Βερολίνο αλλά στο 1947, όταν όλα έχουν τελειώσει, το Ράιχ έχει καταρρεύσει, η πόλη είναι σωριασμένη σε ερείπια, οι άνθρωποι κυκλοφορούν νευρικά σαν ζόμπι, μ’ ένα δελτίο τροφίμων στο χέρι και αμφίβολη την προοπτική  επιβίωσης. Ο Μπέρνι Γκούντερ ανακαλύπτει πως η γυναίκα του τον απατά μ’ έναν αμερικανό αξιωματικό, ενώ αναλαμβάνει να βοηθήσει έναν παλιό συνάδελφο φυλακισμένο στη Βιέννη με την κατηγορία της δολοφονίας ενός αμερικανού λοχαγού. Θέλει πια να βρει την ευκαιρία να εγκαταλείψει την πόλη που έχει καταντήσει αβίωτη.

Ο Μπέρνι Γκούντερ δεν είναι ένας τυχοδιώκτης που προσπαθεί να επιβιώσει σ’ έναν άξενο ανήθικο κόσμο με οποιοδήποτε τίμημα, αλλά διαπνέεται από ένα ειλικρινές αίτημα δικαιοσύνης. Είναι ένας αντιήρωας  που  προσπαθεί να κρατηθεί από έναν ηθικό κώδικα και τη συνείδησή του, περνώντας δίπλα από τη θηριωδία και την αθλιότητα που επικρατεί γύρω του. Δεν προσχωρεί ποτέ στον ναζισμό ακόμα και την περίοδο της παντοδυναμίας του. Φοβάται, αλλά βουτάει μέσα σε επικίνδυνες αποστολές που μπορούν να αποβούν θανάσιμες γι αυτόν. Ερωτεύεται και προδίδεται, αλλά δεν προδίδει.

Σ’ όλες τις αστυνομικές ιστορίες του ο Φίλιπ Κερ ανακατεύει πρόσωπα υπαρκτά, υψηλόβαθμους ναζιστές όπως για παράδειγμα τον Ράινχαρντ ή τον Γκέμπελς με μυθιστορηματικά πρόσωπα σε φανταστικές αλλά αληθοφανείς καταστάσεις.

Τα μυθιστορήματά του είναι ένα μείγμα μυθοπλασίας με ιστορικά στοιχεία και πρόσωπα.

Τα βιβλία του Φιλιπ Κερ είναι παλιομοδίτικα, όπως εκείνα του Τζον Λε Καρέ, και είναι βουτηγμένα στην ατμόσφαιρα της κεντρικής Ευρώπης, με περίπλοκες πλοκές. Δίνει μεγάλη σημασία στις λεπτομέρειες: στην ατέλεια στο πρόσωπο, στην βιασύνη στο βάδισμα, την βιαιότητα ή την τραχύτητα μιας χειρονομίας. Επιχείρησε ακόμη να στήσει ιστορίες πάνω σε φιλοσοφικούς γρίφους δανεισμένους από τον Βιτγκενστάιν.

Εξάλλου έγραψε μυθιστόρημα με τίτλο Φιλοσοφικά εγκλήματα.

 

 

Πάντως απέφευγε επιμελώς μεταμοντέρνα κόλπα, άσκοπους πειραματισμούς, όπως και τον στείρο διανοουμενισμό επιδιώκοντας πάντα να διαβάζεται ευρέως, χωρίς όμως εκπτώσεις στην ποιότητα. Οι ιστορίες του είναι μελαγχολικές, αλλά όχι αδιέξοδες αφού στο τέλος καραδοκεί πάντα η κάθαρση. Το χιούμορ προσαρμοσμένο στα πρόσωπα που το εκφέρουν είναι άλλοτε λαϊκό, άλλοτε εκλεπτυσμένο άλλοτε κυνικό.

Ο Φίλιπ Μπαλαντάιν Κερ [22 Φεβρουαρίου 1956 – 23 Μαρτίου 2018] ήταν Σκωτσέζος συγγραφέας.

Τελείωσε το σχολείο στο Εδιμβούργο και σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, αλλά για εφτά χρόνια δούλευε ως κειμενογράφος (Sunday, Times, Evening Standard). Έγραψε την πρώτη του ιστορία όταν ήταν 10 χρονών, αν και συνειδητοποίησε σχεδόν από την ημέρα που μπορούσε να διαβάζει ότι ήθελε να γίνει συγγραφέας. Αγαπημένοι συγγραφείς του είναι οι Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, Ρόμπερτ Λούις Στήβενσον, ο Σόμερσετ Μωμ, ο Τζων Λε Καρέ ενώ λάτρευε τον Σκοτ Φιτζέραλντ και ιδιαίτερα τον Υπέροχο Γκάτσμπυ που ήταν ίσως το μυθιστόρημα που είχε κάτω από το μαξιλάρι του.

Του άρεσε να τον μπερδεύουν με συναδέλφους του όπως ο συμπατριώτης του Ίαν Ράνκιν ή ο Πολ Όστερ με τους οποίους αισθανόταν συγγένεια.

Μετά την Τριλογία έγραψε στο ίδιο πνεύμα και την ίδια έμπνευση  τα: Μοιραία Πράγα, Άνθρωπος χωρίς ανάσα, Φλόγα που σιγοκαίει, Η γυναίκα από το Ζάγκρεμπ, Αν οι νεκροί δεν ανασταίνονται, Η άλλη πλευρά της σιωπής, Μητρόπολη, Από το ένα το άλλο, Χακί, Φοβού τους Δαναούς κ.ά.

 

Ψηλός, χαμογελαστός, εγκάρδιος, φωτογενής, προσιτός, ομιλητικός. Διέθετε επικοινωνιακό χάρισμα και επιβλητικό και συνάμα διακριτικό παρουσιαστικό.

«Ναι, γράφω απ’ όταν ήμουν παιδί» παραδεχόταν. «Δεν έχω ύπαρξη έξω από το γράψιμο. Έχω μια φιλική σχέση με τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο. Ο Ντε Νίρο δεν αισθάνεται ότι υπάρχει, παρά μόνο όταν υποδύεται έναν χαρακτήρα. Όταν είσαι μαζί του, είναι ήσυχος και σιωπηλός. Είναι σα να μην είναι εκεί. Το λατρεύω αυτό. Είναι ταπεινός. Νιώθω ακριβώς το ίδιο όταν δεν γράφω. Σα να μην είμαι εκεί».

Ο ήρωάς του  Μπέρνι Γκούντερ επιζεί του πρόωρου θανάτου του δημιουργού του, ο οποίος δεν πρόβλεψε το δικό του ξαφνικό τέλος.

 

Σημείωση: εκτός από πολλά από τα βιβλία του που διάβασα, ανέτρεξα για τρέχουσες πληροφορίες στους ιστότοπους Fractal [Ελένη Γκίκα] και Lifo [Τίνα Μανδηλαρά].

 

 

Κώστας Γιαννόπουλος

Ο ΚΩΣΤΑΣ Ξ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Συνεργάστηκε για μια πενταετία με την εφημερίδα «η Εποχή» (όπου διατηρούσε τη στήλη'Περίτεχνα' και έφτιαχνε σκίτσα) και με το περιοδικό ‘''Στίγμα''’ από την ίδρυση του ως την αναστολή της έκδοσής του. Υπήρξε, επίσης, σύμβουλος του Πολιτισμικού Οργανισμού του Δήμου Αθηναίων όπου οργάνωσε ''5 συζητήσεις για ποίηση σαν παρτίδες πόκερ''Δημοσίευσε βιβλιοκριτικές στην «Καθημερινή» και στη «Νέα Εστία», παρουσίασε στο Γ΄ Πρόγραμμα της ΕΡΑ εκπομπές με ελληνική μελοποιημένη ποίηση, και αρθρογράφησε στο περιοδικό «Γαλέρα» καθώς και στα περιοδικά ''Νέο επίπεδο'' και ''Διαβάζω'' Εξέδωσε μια μονογραφία για τον Περικλή Γιαννόπουλο και μια μυθιστορηματική βιογραφία για τον Μιχαήλ Μητσάκη. Έχει γράψει ακόμη ένα θεατρικό μονόλογο και ένα βιογραφικό δοκίμιο για τον Κ. Γ. Καρυωτάκη, τα οποία είναι ανέκδοτα. Δημοσίευε στο περιοδικό «Ιστορία εικονογραφημένη» και συνεργάζεται με το περιοδικό δρόμου, ΣΧΕΔΊΑ ενώ είναι αρχισυντάκτης του Στρόβιλος.gr.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.