You are currently viewing Κώστας Ξ. Γιαννόπουλος: Φρανσουάζ Σαγκάν, μια αυτοκαταστροφική συγγραφέας

Κώστας Ξ. Γιαννόπουλος: Φρανσουάζ Σαγκάν, μια αυτοκαταστροφική συγγραφέας

Το όνομά της, Σαγκάν, είναι δανεισμένο από μια από τις πολυάριθμες ηρωίδες του Προυστ στο Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο. Πρόκειται για μια πριγκίπισσα. Η Σαγκάν μπορεί να μη διέθετε τίτλο ευγενείας αλλά γεννήθηκε και έζησε μέσα σε μια πλούσια οικογένεια και κατάφερε να γίνει διακεκριμένη συγγραφέας και να κερδίσει λογοτεχνικό φωτοστέφανο, αλλά και πολλά χρήματα που σπατάλησε όχι μόνο για τον εαυτό της, μένοντας πολλές φορές στον άσσο. Υπήρξε από τις λίγες συγγραφείς που εισέπρατταν το 70% των συγγραφικών τους δικαιωμάτων.

Η φήμη της εκτοξεύτηκε πολύ νωρίς με το πρώτο της μυθιστόρημά  Bonjour Tristesse (Καλημέρα Θλίψη) που δημοσιεύτηκε το 1954, όταν ήταν 18 ετών και το έγραψε μέσα σε επτά εβδομάδες. Έγινε αμέσως διεθνής επιτυχία. Το μυθιστόρημα αναφέρεται στην ζωή της δεκαεφτάχρονης Σεσίλ ζει καθοδηγούμενη από την απόλαυση καθώς και στην σχέση της με το αγόρι της και τον αργόσχολο μοιχό πατέρα της.

Το έργο γνώρισε μεγάλη εκδοτική επιτυχία, μεταφράστηκε σε 22 γλώσσες και τιμήθηκε με το Βραβείο Κριτικών την ίδια χρονιά. Ο τίτλος προέρχεται από ένα ποίημα του Πωλ Ελυάρ.

Το 1999 το μυθιστόρημα κατατάχθηκε στην 41η θέση στον κατάλογο των 100 βιβλίων του αιώνα της εφημερίδας Le Monde.

Το μυθιστόρημα μεταφέρθηκε σε αγγλόφωνη κινηματογραφική ταινία το 1958 σε σκηνοθεσία Ότο Πρέμινγκερ με τη Τζιν Σίμπεργκ, τη Ντέμπορα Κερ και τον Ντέιβιντ Νίβεν. Έχει διασκευαστεί σε τηλεοπτική ταινία δύο φορές, το 1965 και το 1995, σε κόμικς και ραδιοφωνικές διασκευές.

Η εικόνα μιας νεαρής κοπέλας που ελεύθερα και για την καθαρή της ευχαρίστηση καθορίζει τη ζωή της και ζει τη σεξουαλικότητά της χωρίς ανησυχίες ή αισθήματα ενοχής, σοκάρισε το κοινό. Ο καθολικός συγγραφέας Φρανσουά Μωριάκ δημοσίευσε μια καυστική κριτική στο πρωτοσέλιδο της Le Figaro, αποκαλώντας την συγγραφέα «γοητευτικό μικρό τέρας των δεκαοκτώ», προκαλώντας πολυάριθμες συζητήσεις και εκτοξεύοντας την φήμη της συγγραφέα σε χρόνο ρεκόρ.

Η Σαγκάν έγινε η εκπρόσωπος της απογοητευμένης νεολαίας, αλλά και τον δυνητικά επαναστατών εφήβων. Το A Certain Smile το 1958, το δεύτερο βιβλίο της, αποτέλεσε επίσης μπεστ σέλερ, το οποίο περιέγραφε την ερωτική σχέση μιας μαθήτριας με έναν μεσήλικα άνδρα.

Στη δεκαετία του 1950 στο Παρίσι κυριαρχούσε η λογοτεχνική σκηνή της αριστερής όχθης. Στα καφέ συναντούσε κανείς τον Ζαν-Πολ Σαρτρ και τη Σιμόν ντε Μποβουάρ, τη Ζιλιέτ Γκρεκό, τον Μπορίς Βιαν κι έναν νεαρό ανερχόμενο πολιτικό ονόματι Φρανσουά Μιτεράν… Όλοι τους έπαιξαν ρόλο στη ζωή και την καριέρα της Σαγκάν. Τον τελευταίο, που ήταν μέγας θαυμαστής της, όταν έγινε πρόεδρος τον ενέπλεξε σε οικονομικό σκάνδαλο και λέγεται πως εισέπραξε μεγάλο χρηματικό ποσό, αλλά δεν υπάρχουν τεκμήρια της εν λόγω συναλλαγής.

Στάθηκε απέναντι από το Νέο Μυθιστόρημα που μεσουρανούσε ήδη στη λογοτεχνική σκηνή με εκπροσώπους μεταξύ άλλων τη Ναταλί Σαρώτ, τον Αλαίν Ρομπ Γκριγιέ, τον Μπέκετ, τον Κλωντ Σιμόν γράφοντας για δραματικά θέματα με ανάλαφρο τρόπο και επιμένοντας στο ψυχολογικό  μυθιστόρημα που απέρριπταν οι συγγραφείς του Νέου Μυθιστορήματος.

Σκηνικό περιβάλλον των έργων της ήταν ακριβώς το σκηνικό μέσα στο οποίο έζησε η ίδια: καζίνο, γρήγορα πολυτελή αυτοκίνητα που αναπτύσσουν ξέφρενη ταχύτητα , καζίνο, ιπποδρομίες, γάμοι και διαζύγια, ακριβά εστιατόρια, κομψές γυναίκες, τυχοδιώκτες, ξεπεσμένοι αριστοκράτες, αργόσχολοι πλούσιοι, νεαρά κορίτσια που συνοδεύουν ηλικιωμένους κυρίους κι από κοντά εραστές, τζόγος, αλκοόλ ναρκωτικά, σκάνδαλα κι ένας αποστασιοποιημένος σαρκαστικός τόνος να κυριαρχεί σε όλα αυτά.

«Μόνο πλούσιους γνωρίζω. Δε θα ήταν σωστό για μένα να περιγράψω ανθρώπους που δεν γνωρίζω και δεν καταλαβαίνω. Για σκεφτείτε το. Οι Φεράρι, το ουίσκι και ο τζόγος είναι πολύ πιο διασκεδαστικά από το πλέξιμο, το νοικοκυριό και την αποταμίευση».

«Όλη μου τη ζωή, θα συνεχίσω να γράφω με πείσμα για τον έρωτα, τη μοναξιά και το πάθος μεταξύ των ανθρώπων που γνωρίζω. Όλα τ’ άλλα δεν μ’ ενδιαφέρουν», απαντούσε στους επικριτές της.

Φιλοδοξούσε να καταλάβει μια θέση ανάμεσα στον Ραιημόν Ραντιγκέ και το έργο του Με το διάβολο στο κορμί και στον Μεγάλο Γκάτσμπυ του Σκοτ Φιτζέραλντ προσθέτοντας ένα άρωμα υπαρξισμού.

Η Σαγκάν γεννήθηκε στις 21 Ιουνίου 1935 στο Καγιάρκ.

Η οικογένεια πέρασε τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (1939–45) μακριά από αυτόν. Η πατρική προγιαγιά της ήταν Ρωσίδα από την Αγία Πετρούπολη. Η οικογένεια διατηρούσε ένα σπίτι στο δημοφιλές 17ο διαμέρισμα του Παρισιού, στο οποίο επέστρεψαν μετά τον πόλεμο. Η Σαγκάν αποβλήθηκε από το πρώτο σχολείο επειδή “δεν διέθετε βαθιά πνευματικότητα”. Αποβλήθηκε από το σχολείο Louise-de-Bettignies επειδή είχε στην κατοχή της “μια προτομή του Μολιέρου με ένα στρινγκ”. Έλαβε το απολυτήριό της με την δεύτερη προσπάθεια και έγινε δεκτή στην Σορβόννη το φθινόπωρο 1952. Ήταν μια αδιάφορη φοιτήτρια και δεν αποφοίτησε ποτέ.

Οι χαρακτήρες της Σαγκάν, που έγιναν πρότυπα για τους απογοητευμένους έφηβους, μοιάζουν εν μέρει με τους χαρακτήρες του Ντέιβιντ Σάλιντζερ. Κατά την διάρκεια της λογοτεχνικής καριέρας της που διήρκεσε μέχρι το 1998, η Σαγκάν παρήγαγε δεκάδες έργα καθώς και θεατρικά – αν και με μέτρια επιτυχία, αλλά η αιχμή της ακμής της παραμένει το έτος 1954, έτος έκδοσης του θρυλικού Καλημέρα θλίψη.

Είχε πάθος για τα ζώα μέχρι το τέλος της ζωής της και από πολύ μικρή υιοθέτησε ένα εκκεντρικό τρόπο ζωής. Παντρεύτηκε δύο φορές και απέκτησε ένα γιό με τον δεύτερο σύζυγό της, τον αμερικανό πλεϊ-μπόι Μπομπ Γουέστχοφ. Είχε μακροχρόνια σχέση με την στυλίστρια Πέγκι Ρος και τον δημοσιογράφο Μπέρναρντ Φρανκ.

Το 1973, είκοσι χρόνια μετά το Καλημέρα θλίψη, με άφθονο ποτό, γάμους, έρωτες, ξενύχτια, ναρκωτικά, η Φρανσουάζ Σαγκάν πάσχει από βαριά κατάθλιψη και εισάγεται σε νευρολογική κλινική. Όταν γίνεται 40 ετών, ελαττώνει το ποτό διότι μια τεράστια κύστη έχει αναπτυχθεί στο πάγκρεας. Επισκεπτόταν τα φαρμακεία με βουλιμία και κατάπινε χαπάκια σαν να ήταν καραμέλες. Ηρεμιστικά για να χαλαρώσει, διεγερτικά για να σηκωθεί από το κρεβάτι, αμφεταμίνες για να πάρει εμπρός, ασπιρίνες σε κάθε ευκαιρία: να μην υποφέρει, αυτό ήταν το κύριο μέλημά της.

Στις 26 Φεβρουαρίου 2003 καταδικάστηκε σε δώδεκα μήνες φυλάκιση με αναστολή για φορολογική απάτη. Της πήραν τη βίλα και τα συγγραφικά της δικαιώματα, παρόντος και παρελθόντος. Δεν είχε λεφτά ούτε για ένα πακέτο τσιγάρα. Αλλά αυτό δεν ήταν το χειρότερο. Η κοκαΐνη της είχε ρουφήξει το αίμα, είχε απορροφήσει κάθε ικμάδα ζωντάνιας. Λίγο πριν από τον θάνατό της πήγε στην Πορτογαλία, όπου κατέβαινε στην παραλία κρατώντας μια μπουκάλα ουίσκι. Ζούσε τις τελευταίες της στιγμές.

 

Έζησε στην κυριολεξία μια μυθιστορηματική ζωή που χώρεσε στα 69 χρόνια που έζησε με αυτοκαταστροφικό τρόπο μη αντέχοντας να ζήσει όπως όλος ο κόσμος.

 

 

 

Κώστας Γιαννόπουλος

Ο ΚΩΣΤΑΣ Ξ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Συνεργάστηκε για μια πενταετία με την εφημερίδα «η Εποχή» (όπου διατηρούσε τη στήλη'Περίτεχνα' και έφτιαχνε σκίτσα) και με το περιοδικό ‘''Στίγμα''’ από την ίδρυση του ως την αναστολή της έκδοσής του. Υπήρξε, επίσης, σύμβουλος του Πολιτισμικού Οργανισμού του Δήμου Αθηναίων όπου οργάνωσε ''5 συζητήσεις για ποίηση σαν παρτίδες πόκερ''Δημοσίευσε βιβλιοκριτικές στην «Καθημερινή» και στη «Νέα Εστία», παρουσίασε στο Γ΄ Πρόγραμμα της ΕΡΑ εκπομπές με ελληνική μελοποιημένη ποίηση, και αρθρογράφησε στο περιοδικό «Γαλέρα» καθώς και στα περιοδικά ''Νέο επίπεδο'' και ''Διαβάζω'' Εξέδωσε μια μονογραφία για τον Περικλή Γιαννόπουλο και μια μυθιστορηματική βιογραφία για τον Μιχαήλ Μητσάκη. Έχει γράψει ακόμη ένα θεατρικό μονόλογο και ένα βιογραφικό δοκίμιο για τον Κ. Γ. Καρυωτάκη, τα οποία είναι ανέκδοτα. Δημοσίευε στο περιοδικό «Ιστορία εικονογραφημένη» και συνεργάζεται με το περιοδικό δρόμου, ΣΧΕΔΊΑ ενώ είναι αρχισυντάκτης του Στρόβιλος.gr.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.